Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση εξακολουθεί να συνιστά τον καθοριστικό παράγοντα για τη βιωσιμότητα και την προοπτική των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων
Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας αλλά και τον πιο ευάλωτο κρίκο της. Παρά τα θετικά μηνύματα που αποτυπώνονται σε ορισμένους μακροοικονομικούς δείκτες, η πραγματική εικόνα της αγοράς δείχνει ότι χιλιάδες μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις λειτουργούν υπό καθεστώς έντονης πίεσης.
- Tου Γιάννη Χατζηθεοδοσίου*
Το αυξημένο κόστος, η συγκρατημένη κατανάλωση και -κυρίως- η δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση περιορίζουν τις αντοχές τους και θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητά τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση εξακολουθεί να συνιστά τον καθοριστικό παράγοντα για τη βιωσιμότητα και την προοπτική τους. Η έλλειψη ρευστότητας δεν επιτρέπει στις επιχειρήσεις να σχεδιάσουν επενδύσεις, να εκσυγχρονιστούν ή ακόμη και να καλύψουν βασικές λειτουργικές ανάγκες. Πρόκειται για ένα διαχρονικό πρόβλημα που επηρεάζει άμεσα την πραγματική οικονομία.
Ιδιαίτερη σημασία είχε επομένως, η πρόσφατη συμμετοχή του αναπληρωτή υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Νίκου Παπαθανάση σε συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του ΕΕΑ. Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε ήταν ουσιαστική και εστίασε στα πραγματικά δεδομένα της αγοράς, αναδεικνύοντας τόσο τα προβλήματα όσο και τις προσδοκίες των επαγγελματιών για πιο αποτελεσματική στήριξη.
Οι εξαγγελίες που έγιναν αποτελούν ένα χρήσιμο βήμα προς την ενίσχυση της χρηματοδότησης της αγοράς. Η διοχέτευση πόρων ύψους 2 δισ. ευρώ μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, με στόχο την κινητοποίηση μεγαλύτερων δανειακών κεφαλαίων για τις μικρές επιχειρήσεις και με ευνοϊκούς όρους, μπορεί να συμβάλει στη μερική άμβλυνση του προβλήματος ρευστότητας. Παράλληλα, οι διεργασίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη διαμόρφωση ενός πιο μόνιμου χρηματοδοτικού πλαισίου στη μελλοντική προγραμματική περίοδο αφήνουν περιθώρια για πιο σταθερές λύσεις στο μέλλον.
Ωστόσο, η εμπειρία δείχνει ότι η ύπαρξη χρηματοδοτικών εργαλείων δεν αρκεί από μόνη της. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η πραγματική πρόσβαση σε αυτά. Πολλές μικρές επιχειρήσεις εξακολουθούν να αποκλείονται λόγω αυστηρών τραπεζικών κριτηρίων, έλλειψης εγγυήσεων ή χαμηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης. Αν αυτή η συνθήκη δεν αλλάξει, το χάσμα μεταξύ μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων θα συνεχίσει να διευρύνεται.
Απαιτείται, λοιπόν, ένας πιο στοχευμένος σχεδιασμός πολιτικών, που να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές συνθήκες της αγοράς. Περισσότεροι διαθέσιμοι πόροι, απλούστερες διαδικασίες και μεγαλύτερη ευελιξία μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Η ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας αποτελεί προϋπόθεση για τη συνολική ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Οταν οι μικρές επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση στα κατάλληλα εργαλεία και λειτουργούν σε ένα σταθερό περιβάλλον, μπορούν να επενδύσουν, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να συμβάλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη. Σε αυτήν την κατεύθυνση οφείλουν να συγκλίνουν οι δημόσιες πολιτικές, με ρεαλισμό, συνέπεια και ουσιαστικό διάλογο με την αγορά.
*Πρόεδρος ΕΕΑ, επίτιμος διδάκτορας ΠΑ.ΠΕΙ. και Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών


