Η πραγματικότητα των ευρωπαϊκών συσχετισμών αναγκάζει τον Αλ. Τσίπρα -ακόμα κι αν δεν το ήθελε- να δεχθεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Γερμανίας στον χειρισμό της κρίσης αλλά και στην αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού, το οποίο απειλεί να αφανίσει τη φυσιογνωμία της Ελλάδας που γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες.
Ταυτόχρονα, η μεταβολή των ισορροπιών στη ΝΑ Μεσόγειο οδηγεί τον κ. Τσίπρα σε έναν ιδιότυπο διάλογο με την Αγκυρα, που κανείς δεν γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί. Και στο κεφάλαιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων η παρέμβαση της Γερμανίας είναι καθοριστική, ξεπερνώντας τις υπηρεσίες του μεσολαβητή ή του «επιταχυντή» των συνομιλιών που αναλάμβαναν παλαιότερα οι ΗΠΑ. Η γερμανική διπλωματία δεν είναι, όπως το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μέρος της λύσης, αλλά μέρος του ίδιου του προβλήματος, καθώς η, κατά την κυρία Μέρκελ, «στενή λωρίδα με τους διακινητές στο Αιγαίο» έχει φέρει σχεδόν 1.000.000 μετανάστες στην πόρτα της, αμφισβητώντας τη διορατικότητα και την πυγμή της.
Ο πρωθυπουργός είναι εγκλωβισμένος, μεν, σε κάποια μορφή συνομιλιών για το Μεταναστευτικό με το Βερολίνο και την Αγκυρα, αλλά διαπράττει θανάσιμο λάθος, οδεύοντας προς μια επίσημη τριμερή σύνοδο ή προς ένα, ντε φάκτο, ανεπίσημο τριμερές σχήμα. Μπορεί η Ελλάδα, η Γερμανία και η Τουρκία να αντιμετωπίζουν το οξύτερο πρόβλημα όλων, αλλά δεν είναι οι μόνες που επηρεάζονται από τις μεταναστευτικές ροές. Δεν υπάρχει κανένας λόγος η ελληνική διπλωματία να αδρανήσει στις επαφές της με άλλους εταίρους στην Ε.Ε. Ούτε έχει συμφέρον να απομακρυνθεί από τους όρους που τίθενται στην Τουρκία έστω κι αν όλες, σχεδόν, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προδικάζουν (ανεπίσημα) ότι το δίδυμο Ερντογάν – Νταβούτογλου δεν πρόκειται να σεβαστεί τους όρους της Συνόδου της περασμένης Κυριακής. Καλύτερα μια, βήμα προς βήμα, ανοιχτή διαπραγμάτευση με την Αγκυρα, με επικεφαλής την Ε.Ε., παρά μια θολή και μη ασφαλής τριμερής επικοινωνία. Γιατί, μεταξύ των τριών, είναι πασίδηλο ότι θα επικρατήσουν τελικά οι δύο ισχυροί.
Δυστυχώς, οι επιδόσεις του πρωθυπουργού στην εξωτερική πολιτική, το τελευταίο δίμηνο, μπορεί να συγκριθούν μόνο με την καταστροφικότητα Βαρουφάκη στην οικονομική πολιτική το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου. Είναι γνωστό στο διπλωματικό παρασκήνιο (η «δημοκρατία» το έχει αποκαλύψει από τις 18 Νοεμβρίου) ότι τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και ο πρόεδρος της Κύπρου Ν. Αναστασιάδης είχαν δεχθεί τις γερμανικές παραινέσεις για συναίνεση στο άνοιγμα των διαπραγματευτικών κεφαλαίων Ε.Ε. – Τουρκίας. Ο κ. Αναστασιάδης, τον οποίο έχει εγκλωβίσει επανειλημμένα η Γερμανίδα καγκελάριος, έχει απαντήσει ότι η κυπριακή στάση θα εξαρτηθεί από τα τουρκικά ανταλλάγματα. Μακάρι να γίνει έτσι, αλλά οι ως τώρα χειρισμοί του δεν δίνουν και πολλές ελπίδες.
Αποδεικνυόμενος χειρότερος του κ. Αναστασιάδη, ο Ελληνας πρωθυπουργός προέβη σε αντιφατικές δηλώσεις, για τα διαπραγματευτικά κεφάλαια, στην Αγκυρα, αποκαλύπτοντας σύγχυση για τα επόμενα βήματα. Εκανε δε τα πράγματα χειρότερα, προσπαθώντας να καλύψει το λάθος μέσω των μεταγενέστερων, αδιανόητων, «τύπου Βαρουφάκη» tweets, που τον εμφάνιζαν να ειρωνεύεται (ή να απειλεί ή ό,τι ήθελε ας νομίσει κανείς) τον Αχμ. Νταβούτογλου με τη «νευρικότητα» των χειριστών της Ελληνικής Πολ. Αεροπορίας.
Καλό είναι να θυμούνται στο Μαξίμου ότι η κρίση των Ιμίων ξεκίνησε με την προβοκάτσια της προσάραξης ενός φορτηγού πλοίου, τον Δεκέμβριο του 1995, αλλά η κλιμάκωσή της, στα τέλη Ιανουαρίου 1996, έγινε όταν η Αγκυρα εκμεταλλεύτηκε παρόμοια ελληνικά λάθη. Οχι, όπως νομίζουν πολλοί, την ανάρτηση μιας σημαίας από τον δήμαρχο Καλύμνου, αλλά την ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου του φρεσκο-ορκισθέντος Κ. Σημίτη ότι «θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα». Ο (γνωστός από την υπόθεση Siemens) Θ. Τσουκάτος είχε επιμείνει σε αυτή τη φράση, για να δείξει ότι ο πρωθυπουργός του ήταν αποφασιστικός. Οπως τώρα με τα tweets.
Αλέξανδρος Τάρκας
*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.