Μένω ενεός από την ελαφρότητα με την οποία εκχωρούν στον πρωθυπουργό και στην παρέα του το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της πρότασης για τη μεταρρύθμιση των θεσμών οι φιλελεύθερες δυνάμεις του τόπου. Υποτίθεται ότι αυτό είναι ένα προνομιακό γήπεδο για την κεντροδεξιά παράταξη. Υποτίθεται πως οι φιλελεύθεροι γνωρίζουν καλύτερα από τους πεφωτισμένους αριστερούς της συμφοράς «γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη», σύμφωνα με το κλασικό βιβλίο των Ατζέμογλου – Ρόμπινσον-, η έλλειψη θεσμών οδηγεί στην αποτυχία. Υποτίθεται ότι οι φιλελεύθεροι είναι «άσοι» στο να συνδέουν την υπάρξη στέρεων κανόνων με την ανάπτυξη – ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας. Το Σύνταγμα του 1975 είναι το καλύτερο επιχείρημά τους. Και υποτίθεται, βεβαίως, ότι οι κεντροδεξιές ιδέες είναι πλέον πλειοψηφικές στην ελληνική κοινωνία μετά την περσινή «Βάρκιζα» της Αριστεράς – Μνημόνιο με ιδιωτικοποιήσεις και απελευθερώσεις. Απ’ ό,τι φαίνεται, πράγματι «υποτίθεται».
Το Σαββατοκύριακο διάβασα ότι η Ν.Δ. απορρίπτει την ιδέα να τεθούν σε συμβουλευτικό δημοψήφισμα οι προτάσεις για την αναθεώρηση των άρθρων 16 (ιδιωτικά πανεπιστήμια), 30-44 (εκλογή και αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας), 3 (σχέσεις κράτους – Εκκλησίας). Διάβασα επίσης ότι, αν κληθεί να τοποθετηθεί ο λαός σε ένα συμβουλευτικό δημοψήφισμα, για το Σύνταγμα αυτό συνιστά διαρκή εκτροπή (άποψη στελέχους του ΠΑΣΟΚ). Φαίνεται ότι, όταν κάποιοι εκπονούσαν Συντάγματα μέσα σε κλειστά δωμάτια και όταν ψήφιζαν αδιάντροπα διατάξεις που αμνήστευαν τους εαυτούς τους από ποινικές ευθύνες (για υπουργικές αποφάσεις τους), αυτό ήταν… διαρκής ομαλότητα.
Το Σαββατοκύριακο διάβασα απόψεις νεοφιλελεύθερων αναλυτών που υποστήριζαν ότι «αντί να ασχολούμαστε με την ανταγωνιστικότητα, χάνουμε χρόνο με τις τηλεοπτικές άδειες». Λες και δεν ξέρουν κάποιοι ότι το κλειστό παιχνίδι των «εθνικών πρωταθλητών» με τα κανάλια της διαπλοκής υπονόμευσε καίρια τον ανταγωνισμό σε αυτή τη χώρα. Λες και μερικά από τα πρόσωπα που διεκδικούν τηλεοπτικές άδειες δεν είναι τα ίδια με τα ελεγχόμενα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού για καρτέλ και υπερτιμολογήσεις «μαμούθ» στα δημόσια έργα. Αλλα είναι!
Λες και δεν πλήρωσε ο πολίτης πανάκριβα κάθε χιλιόμετρο ασφάλτου για να έχει δικαίωμα κάθε διαπλεκόμενη ντουντούκα να ασκεί κάθε βράδυ «το δικαίωμά της στην ελεύθερη ενημέρωση». Το Σαββατοκύριακο διάβασα επίσης πλήθος απόψεων για τις υποχρεωτικές συνεργασίες που θα φέρει η αναλογική. Από ποιους λέτε; Μα από εκείνους που διαχρονικά προπαγανδίζουν τους μεγάλους οικουμενικούς συνασπισμούς ως πανάκεια. Είναι πραγματικά εκπληκτικό: Η κεντροδεξιά παράταξη «πουλά» τη δική της ατζέντα στον αντίπαλο και μουντζουρώνεται με τη σκουριά συστήματος. Χαρίζει τις μεταρρυθμίσεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Ειλικρινά πασχίζω να καταλάβω γιατί δεν βγαίνει νόημα. Στο δικό μου το μυαλό μια παράταξη με αυτοπεποίθηση δεν θα δεσμευόταν από τις προτεραιότητες, τις δικαστικές εκκρεμότητες και την ατζέντα κανενός επιχειρηματία.
Θα χάραζε τον δικό της δρόμο. Θα έλεγε του Τσίπρα «τι είπες, αγόρι μου, θέλεις ψηφοφορίες; Θα τις έχεις! Και για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που πολέμησες στην αναθεώρηση του 2006 και για την Εκκλησία που έχει βάλει στο στόχαστρο ο υπουργός σου. Και για τους θεσμούς που καθηλώνουν σήμερα την ανταγωνιστικότητα. Και για το προεδρικό σύστημα – την παράδοση της γκωλικής Δεξιάς μάς φέρνεις ως «καινούργιο», μεγάλε! Ελα, πάμε παρέα στους πολίτες να δούμε πόσα απίδια πιάνει ο σάκος».
Στην πολιτική τη διαφορά την κάνει η στρατηγική τού μη αναμενόμενου, όχι η στρατηγική τού αναμενόμενου. Αν η Ν.Δ. πιστεύει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιστεύει τις μεταρρυθμίσεις και της κλέβει το copyright, ας αξιοποιήσει το ρημάδι το γήπεδο που της παραχωρείται και ας στρώσει χαλί στο Σύνταγμα για να πατήσει πάνω η νέα κοινωνική πλειοψηφία που ονειρεύεται. Οι τελικοί κερδίζονται στους ημιτελικούς.
Μανώλης Κοττάκης