Τα ανταλλάγματα για τις επικύψεις Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον είναι από αβέβαια έως μηδενικά, αλλά η ζημιά στις σχέσεις με το ευρωασιατικό μέτωπο είναι δεδομένη και μη αναστρέψιμη
Δεν έχουν περάσει παρά λίγα χρόνια από τότε που η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, το… μεγάλο μυαλό της «διπλωματικής σχολής Μητσοτάκη», ανέλυε σε δημοσιογράφους το νέο δόγμα εξωτερικής πολιτικής της χώρας, καταλήγοντας στο μαγικό επιμύθιο: «Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να περνάμε κάτω από τα ραντάρ!»
Πρακτικά, δηλαδή, η σημερινή υφυπουργός Εξωτερικών εξηγούσε ότι το νόημα της διπλωματίας για μια κακόμοιρη χώρα στην Ελλάδα είναι η απόλυτη ακινησία. Η τακτική του ψόφιου κοριού. Να μην κάνουμε τίποτα που θα μπορούσε να ενοχλήσει τρίτους, να προκαλέσει προβλήματα και κατ’ επέκταση να χαλάσει τον ύπνο του «ηγεμόνος».
«Καθόμαστε στ’ αβγά μας και βλέπουμε» έλεγε η καλή κυρία Αλεξάνδρα, αλλά από τότε έχει μπει πολύ νερό στο αυλάκι. Κι η Ελλαδίτσα μπήκε για τα καλά στο ραντάρ ολόκληρου του αναδυόμενου ευρασιατικού πόλου Ρωσίας – Κίνας ως μαύρο πρόβατο. Μπήκε, χωρίς προφανή λόγο ή ανταλλάγματα, σε τροχιά μετωπικής αντιπαράθεσης με μία πυρηνική υπερδύναμη και στη λίστα επιτήρησης μίας άλλης, που βλέπει ξαφνικά να απειλείται από τρίτους στρατηγικής σημασίας επένδυση σε ελληνικό έδαφος.
Και πώς στο καλό προέκυψε μια τόσο μεγάλη αλλαγή, μπορεί να αναρωτηθείτε; Πώς, δηλαδή, από το δόγμα «στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα κι αγέλαστα» της κυρίας Αλεξάνδρας καταλήξαμε να τα βάλουμε με τον μισό πλανήτη;
Η εξήγηση, αγαπητοί αναγνώστες, δεν αφορά σύνθετη εξίσωση γεωπολιτικών παραμέτρων. Αντιθέτως, εξαντλείται σε μία και μόνο συνιστώσα: Την πολιτική επιβίωση του ηγεμόνος, του επονομαζόμενου και Ελληνα Μωυσή.
Τα πάντα, λοιπόν, ερμηνεύονται γύρω από αυτόν τον άξονα. Για την επιβίωση του Μητσοτάκη το άσπρο μπορεί να γίνει μαύρο, ο λιγνίτης κάρβουνο και μετά χρυσός, οι εξορύξεις κατάρα και μετά ευλογία, το woke γαϊτανάκι από θρησκεία μπορεί άξαφνα να γίνει αίρεση και ο Τραμπ από δαίμονας μπορεί να γίνει άγγελος. Ε, κι αν στο φινάλε χρειαστεί να πετάξει κι ο γάιδαρος, θα πετάξει κι αυτός…
Διπλωματία προσωπικής επιβίωσης του πρωθυπουργού της ασκεί σήμερα η Ελλάδα, γι’ αυτό βλέπετε κι αυτά τα περίεργα σκαμπανεβάσματα. Πότε έτσι, πότε γιουβέτσι, αρκεί να μην τρίζει η καρέκλα του αρχηγού.
Εύκολα, βεβαίως, αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτού του είδους η… ευκαμψία στις διεθνείς σχέσεις μειώνει καθέτως και οριζοντίως το ειδικό βάρος της χώρας. Για τους μεν εξελίσσεται σε δεύτερης κατηγορίας «πελατάκι», ένα κράτος-κομπάρσο, όπου μπορούν να στέλνουν ως εκπροσώπους τηλεπερσόνες περιστοιχιζόμενες από αυλές φασουλήδων και για τους άλλους προβάλλεται ως ένα κράτος-παρίας, που θα εισπράξει πρώτο την αδέσποτη, μόλις ξεσπάσει ο καβγάς.
Αν παρ’ ελπίδα θεωρείτε σπουδαίο το «αντάλλαγμα» γι’ αυτή την επικίνδυνη γελοιοποίηση, λυπάμαι που θα σας προσγειώσω. Τα περί «ενεργειακού κόμβου» και υποκατάστασης του Πειραιά από το νέο (ανύπαρκτο!) λιμάνι της ONEX και του πολυμήχανου κυρίου Ξενοκώστα, oυδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Αποτελούν αυτό που λέμε «παπάτζες», βαρύγδουπα σερβιρισμένες από τα ελεγχόμενα (και εκμαυλισμένα) μέσα ενημέρωσης του καθεστώτος.
Για να γίνει η Ελλάδα «κόμβος» στη μεταφορά LNG προς τον ευρωπαϊκό Βορρά, χρειάζονται έργα υποδομής (πρόσθετα δίκτυα αγωγών, εγκαταστάσεις υποδοχής και αποθήκευσης, λιμενικές παραχωρήσεις), που προϋποθέτουν χρονοβόρες διαδικασίες, με ορίζοντα τουλάχιστον πέντε ετών. Στο διάστημα αυτό πιθανότατα ο πόλεμος στην Ουκρανία θα έχει λήξει, ο «πρόθυμος» αγοραστής Ζελένσκι θα έχει πάει σπίτι του (ή κάπου αλλού με ριγέ στολή), η Αμερική θα έχει άλλο πρόεδρο και πιθανότατα το LNG, εν όψει της παράκρουσης περί «μηδενικών ενεργειακών αποτυπωμάτων», θα έχει γίνει και πάλι… ντεμοντέ. Επομένως, τα ανταλλάγματα για τις επικύψεις Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον είναι από αβέβαια έως μηδενικά, αλλά η ζημιά στις σχέσεις με το ευρωασιατικό μέτωπο ισχύος Μόσχας – Πεκίνου είναι δεδομένη και μη αναστρέψιμη.
Ειδικά στην περίπτωση που το αμερικανικό σχέδιο για ειρήνευση στην Ουκρανία τελεσφορήσει τις επόμενες ημέρες (γεγονός αμφίβολο εξαιτίας της λυσσώδους αντίδρασης των Γερμανών και των λοιπών πολεμοχαρών της Ευρώπης), η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί «αδειασμένη» σε όλα τα επίπεδα και τα πανηγύρια για τη μετατροπή μας σε Ελντοράντο να σβήσουν μέσα σε μια νύχτα, όπως σβήνουν οι προβολείς στις μουσικές σκηνές που επισκέπτεται η Αμερικανίδα πρέσβης, όταν ολοκληρώνεται η παράσταση.
Ενδεικτικό της απόλυτης αφασίας των φιλοκυβερνητικών μέσων ενημέρωσης είναι ότι η έμφαση δόθηκε στην «πρόκληση Ζαχάροβα», που ερμηνεύτηκε ως ρωσική αντίδραση στη μετατροπή της Ελλάδας σε «ενεργειακό κόμβο» αμερικανικών συμφερόντων. Λάθος ανάγνωση. Η Ζαχάροβα στηλίτευσε το σφιχταγκάλιασμα Μητσοτάκη όχι με τους Αμερικανούς, αλλά με τον αδίστακτο Ζελένσκι, στην κατεύθυνση μάλιστα συμπαραγωγής οπλικών συστημάτων. Αυτό ακριβώς ήταν το νόημα της δήλωσής της, που θυμίζει και ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν από τις πρώτες που έσπευσε να ενισχύσει στρατιωτικά το ουκρανικό καθεστώτος.
Ακόμη πιο βαρυσήμαντη, ωστόσο, ήταν η πρωτοφανής στα χρονικά δήλωση της κινεζικής πρεσβείας στην Ελλάδα, που στην πράξη υποκατέστησε για λογαριασμό του ελληνικού λαού το άλαλο υπουργείο Εξωτερικών. Οσοι γνωρίζουν στοιχειωδώς τη διπλωματική γλώσσα, αντιλαμβάνονται ότι οι όροι «κακόβουλη συκοφάντηση», «δόλια πρόθεση» ή «ψυχροπολεμική νοοτροπία» που αποδίδονται στην κυρία Γκίλφοϊλ δεν συνηθίζονται σε τέτοιου είδους ανακοινώσεις. Γεγονός που σημαίνει ότι οι Κινέζοι «τα πήραν στο κρανίο» όχι από τις χαζομαρίτσες της Αμερικανίδας περί «αμερικανικής υποκατάστασης των λιμενικών εγκαταστάσεων του Πειραιά», αλλά επειδή ακριβώς -για αρκετές μέρες- η κυβέρνηση Μητσοτάκη την άφηνε μπροστά στις κάμερες να αμφισβητεί χωρίς αντίλογο υπογεγραμμένες εμπορικές συμφωνίες.
Οι δηλώσεις Γκίλφοϊλ εξέθεσαν πρωτίστως την Ελλάδα και δευτερευόντως τις ΗΠΑ, που διόρισαν σε πρεσβευτικό πόστο μία φιλόδοξη κυρία κατάλληλη για άλλα καθήκοντα. Για τον λόγο αυτόν η κινεζική ανακοίνωση καταλήγει υπενθυμίζοντας στον ελληνικό λαό όσα έχει πει εις βάρος του η ίδια κυρία σχετικά με το «όχι» στο δημοψήφισμα του 2015 υπό την προηγούμενη ιδιότητά της, αυτήν της «performer-σχολιάστριας».
Τότε η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, που σήμερα «λατρεύει την Ελλάδα» και αποθεώνεται αντιστοίχως λατρευτικά από τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, μας είχε χαρακτηρίσει χαραμοφάηδες και τζαμπατζήδες, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν έχει σημασία αν φτιάχνετε καλό γιαούρτι. Δε με νοιάζει. Σηκωθείτε το πρωί και τραβήξτε να δουλέψετε». Πρόσθεσε μάλιστα ότι οι Ελληνες χρειάζονται εκπαίδευση σαν τα σκυλάκια, που μαθαίνουν να μην… κατουράνε στο χαλί!
Ωραίο, ε; Πλην, όμως, εμείς το ξεχάσαμε γρήγορα. Οι Κινέζοι, που δεν αφήνουν τίποτα να πέσει κάτω, με μια μικρή υπόμνηση απλά υπογράμμισαν την εθνική μας απάθεια, που άλλωστε διακρίνει και την εξωτερική πολιτική επί ημερών Μητσοτάκη. Ξεχνάμε σήμερα αυτά που λέγαμε χθες κι είμαστε πανέτοιμοι να αναιρέσουμε αυτά που θα πούμε αύριο, αρκεί να πουλάμε στο πόπολο ότι οι Αμερικανοί… μάς δίνουν σημασία. Και φυσικά να μακροημερεύει ο μεγάλος τιμονιέρης, που εξασφάλισε για την Ελλάδα τιμητική θέση στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Τι, όχι;


