Η αλήθεια είναι ότι από νωρίς την Κυριακή με τριγύριζε κάτι σαν κρύωμα. Αυτό, φυσικά, δεν με εμπόδισε να πάω στο γήπεδο να δω τον Εθνικό, αλλά φαίνεται ότι στην κερκίδα, με τον αέρα που φυσούσε μια χαρά, η κατάσταση επιδεινώθηκε. «Σήμερα θα κάτσω μέσα» είπα τη Δευτέρα το πρωί, αλλά μου τηλεφώνησε ο φίλος μου ο Νίκος. «Ψάχνω τον καρδιολόγο μου, αλλά λείπει. Εχεις κάποιον να με στείλεις; Δεν αισθάνομαι καλά» μου λέει.
Τηλεφωνώ στον γιατρό μου και τον στέλνω. «Μάλλον βλέπω πνευμονική εμβολή» του λέει, αφού βλέπει τη μαγνητική, που τον έστειλε να κάνει. Αρχίζω τα τηλεφωνήματα και σε λίγο τον ξαπλώνουν σε ένα κρεβάτι στο Ωνάσειο… Εκεί, στα Επείγοντα, μπάζει ρεύμα σαν τρελό! Και μάλλον έτσι «συμπληρώθηκε το παζλ» που λένε…
Ξυπνώ την επομένη με λίγο μπούκωμα. Μια ρινική συμφόρηση, ένα φτάρνισμα, ένα μπρρρ στον λαιμό. Τίποτα φοβερό. Αλλά μέσα μου κάτι αρχίζει να χτυπάει καμπανάκια. Κάνω τεστ Covid. Αρνητικό, «ε, την γρίπη την έχω» σκέφτομαι. Αμέσως ο εγκέφαλος περνά σε κλίμα πανικού και ενεργοποιείται το ελληνικό DNA: «Δεν θα με ρίξει εμένα ένα συνάχι κάτω! Θα το τσακίσω». Και κάπως έτσι άρχισε το έπος. Πρώτη στάση, στο φαρμακείο. «Τι να σας δώσω;» ρωτά η φαρμακοποιός. «Ο,τι να ’ναι, αρκεί να περάσει».
Φεύγω φορτωμένος με σιρόπι για τον βήχα (αν και δεν βήχω), μια βιταμίνη C «για να δυναμώσω», μια αντιβίωση «για να μην κατέβει το κρύωμα στο στήθος», ένα παυσίπονο «προληπτικά» και δύο κουτιά DEPON αναβράζοντα… Την επόμενη μέρα έχω καταναλώσει μαζικά καφεΐνη, παρακεταμόλη και… ελπίδα. Ο λαιμός έχει μεν φτιάξει, αλλά τώρα σαν να ζαλίζομαι, δεν θυμάμαι αν πήρα το χάπι και μετά την αντιβίωση ή το ανάποδο και αναρωτιέμαι «γιατί δεν μου περνάει».
Βρίσκω «κάτι που έχει μείνει από πέρυσι», χωμένο ανάμεσα στις ελιές και στο ούζο: Λήξη τον 5ο μήνα του 2023. «Ελα, μωρέ, δεν παθαίνεις τίποτα, μια χαρά είναι». Τηλεφωνεί η φίλη μας η Μαρία: «Να βάλεις και βραστή πατάτα με ξίδι στο σβέρκο, να τραβήξει το κρύωμα». Μετά με παίρνει η Ρένα: «Πιες ρακή, σκοτώνει τα μικρόβια! Και μην ξεχάσεις να πάρεις και DEPON. Ο,τι και να ’χεις, το DEPON το πιάνει».
Στο τέλος είμαι με θερμόμετρο στο στόμα, DEPON στο ένα χέρι, βιταμίνη στο άλλο και ρακή στο ποτήρι. Το συνάχι έχει φύγει. Τρόμαξε και το ’βαλε στα πόδια. Παίρνω τον Νίκο στο Ωνάσειο, είναι μια χαρά. «Οχι, που θα μ’ έβαζε κάτω ένα κρύωμα» λέω και μπαίνω στην μπανιέρα. «Μου φαίνεται πως ξεχνάς πόσων ετών είσαι» φωνάζει η συμβία. Ναι, το ξεχνώ. Πειράζει;
Η ΑΚΙΣ

