Αν κάποιος εξωγήινος προσγειωνόταν σήμερα στην Ελλάδα και ρωτούσε «σε ποιον ανήκουν τα λιμάνια σας;», θα του σερβίραμε έναν ελληνικό καφέ, ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης και θα του λέγαμε «τι εννοείς ανήκουν;»….
Ο Πειραιάς, για παράδειγμα, μοιάζει πλέον με εκείνο τον ξάδερφο που έφυγε Erasmus και γύρισε μισο-ξένος. Με τα κινεζικά κοντέινερ να στοιχίζονται σαν στρατιωτάκια και την Cosco να κάνει κουμάντο, πολλοί Πειραιώτες ορκίζονται ότι έχουν αρχίσει να αισθάνονται τα μάτι τους ελαφρώς λοξά… Η Θεσσαλονίκη έχει τους δικούς της φίλους. Εκεί το λιμάνι λειτουργεί λίγο σαν παλιό καλό καφενείο: πάντα υπάρχει κάποιος που «ξέρει κάποιον».
Κάποιοι λένε ότι οι Ρώσοι δείχνουν για τη Θεσσαλονίκη μεγαλύτερο ενδιαφέρον απ’ ό,τι δείχνουν για τον καιρό. Αλλοι λένε απλώς τους αρέσει το σουβλάκι με τζατζίκι. Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, για να είμαστε ακριβείς… Και τώρα έχουμε την Ελευσίνα. Οι Αμερικανοί, με την άνεση ανθρώπων που βρίσκονται σε φιλικό περιβάλλον, εμφανίζονται με σχέδια, επενδύσεις και βλέμμα τύπου «μην ανησυχείτε, είμαστε κι εμείς εδώ». Κάπως έτσι τα ελληνικά λιμάνια μοιάζουν Airbnb σε τουριστική σεζόν. Ολοι θέλουν να κλείσουν διαμονή για μια νύχτα, κάποιοι μένουν παραπάνω απ’ ό,τι περιμέναμε κι εμείς απλώς προσπαθούμε να καταλάβουμε ποιος πήρε τα κλειδιά.
Τώρα, για να σοβαρευτούμε, η γεωγραφική μας θέση είναι τόσο σημαντική, που, αν η Ελλάδα ήταν οικόπεδο, θα είχε βγει στην αγορά με αγγελία «θέα, γωνιακό, δίπλα στη θάλασσα, ιδανικό για επενδύσεις και για παγκόσμιες δυνάμεις»… Το μόνο που μένει να δούμε είναι ποιος θα προλάβει το επόμενο λιμάνι και αν στο τέλος θα χρειαστεί να φτιάξουμε μια εφαρμογή τύπου «Portbnb», ώστε να κατανέμουμε προβλήτες, γερανούς και ό,τι άλλο έχει σχέση με το αντικείμενο.
Φυσικά, το καλύτερο θα ήταν να είχαμε το μυαλό και να είχαμε διασφαλίσει τις δυνατότητες ώστε να κουμαντάρουμε μόνοι μας τα λιμάνια. Αλλά ποιος ξεχνά ότι οι Μανιάτες, στα πρώτα χρόνια του ΟΛΠ, έστελναν στον πρόεδρο (εκ Μάνης ορμώμενο) τηλεγράφημα: «Εγεννήθη άρρεν, κρατήσατε θέσιν!»… Οταν κάποιες χώρες αξιοποιούσαν τα λιμάνια τους, εμείς είχαμε τα «συνδικαλιστικά καπετανάτα», που κάθε τόσο απεργούσαν για αυξήσεις και άλλες παροχές. Χρόνο με τον χρόνο, με προσωπικό υπερπλεονάζον και με την κλασική ελληνοπρεπή συνταγή «λούφα και παραλλαγή» στραφήκαμε στους ξένους επενδυτές. Κάθε λιμάνι και καημός, που τραγούδησε ο Πάνος Γαβαλάς σε μουσική Γιώργου Κατσαρού και στίχους Πυθαγόρα…
Κι έτσι σήμερα εμείς, ως απλοί πολίτες, συνηθίζουμε σιγά σιγά να αποδεχόμαστε στόλους, σημαίες και επενδυτές να πηγαινοέρχονται. Αρκεί να μην πειραχτεί το καραβάκι στο φραπέ μας και πειράξουν τον αφρό από τον φρέντο. Είναι κι αυτό μια άποψη…
Η ΑΚΙΣ


