Η χώρα μας βρίσκεται στην κορυφή της Ε.Ε., καθώς πάνω από ένας στους τρεις βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη (34,3%), όταν ο μέσος όρος δεν ξεπερνά το 14,6%
Με μελανά χρώματα σκιαγραφούν τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) την πρόσβαση των Ελλήνων στον τομέα της υγείας. Πριν από μερικές εβδομάδες ο αρμόδιος υπουργός Αδωνις Γεωργιάδης είχε προσπαθήσει να υποβαθμίσει τα στοιχεία της Eurostat για τις υπηρεσίες υγείας κάνοντας λόγο για «αδιάφορο πίνακα» και «δημοσκοπικό εύρημα».
Νέα έκθεση αποτυπώνει, όμως, τις τεράστιες ανισότητες που καταγράφονται μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., αναφορικά με την επιβάρυνση των νοικοκυριών από δαπάνες υγείας. Πάνω από ένας στους τρεις Ελληνες βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη (34,3%), όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη δεν ξεπερνά το 14,6%. Τη νέα έκθεση δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο του προγράμματος EU4Health με τίτλο «Ο ρόλος της υγειονομικής περίθαλψης στη μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας στην Ε.Ε.». Σε αυτή εμφανίζονται κρίσιμα στοιχεία για την κατάσταση της υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα, εστιάζοντας στις οικονομικές ανισότητες, στις ανεκπλήρωτες ανάγκες υγείας και τις καταστροφικές ιδιωτικές δαπάνες.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι η κάλυψη των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης έχει αντίκτυπο στη μείωση της φτώχειας, συγκρίσιμο με εκείνο των οικονομικών βοηθημάτων, όπως τα επιδόματα ανεργίας. Ωστόσο, από το 2019 έχει αυξηθεί το ποσοστό των πολιτών της Ε.Ε. με ανεκπλήρωτες ιατρικές ανάγκες, με τους πολίτες των χαμηλότερων εισοδηματικών κλιμακίων να επηρεάζονται δυσανάλογα. Οι τάσεις αυτές υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης των ανισοτήτων στην πρόσβαση στην υγεία.
Η Ελλάδα καταγράφει από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε. σε επίπεδο ανεκπλήρωτων ιατρικών και οδοντιατρικών αναγκών και συγκεκριμένα περίπου 9% των πολιτών δηλώνει ότι δεν μπορεί να καλύψει ιατρικές ανάγκες λόγω υψηλού κόστους, ενώ πάνω από 11% αναφέρει ανεκπλήρωτες οδοντιατρικές ανάγκες, κυρίως για τον ίδιο λόγο.
Στο σύνολο της Ε.Ε., κατά μέσο όρο οι εισφορές υποχρεωτικής ασφάλισης καλύπτουν το 51% των δαπανών υγείας, ενώ κατά 30% καλύπτεται από τις κυβερνήσεις, αφήνοντας τα νοικοκυριά εκτεθειμένα σε άμεσες ιδιωτικές πληρωμές που συχνά επιβαρύνουν δραματικά τον οικογενειακό προϋπολογισμό («out of pocket»). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα φτωχότερα νοικοκυριά να αποφεύγουν ή να αναβάλλουν τις επισκέψεις στον γιατρό για τις καθιερωμένες εξετάσεις ή όταν προκύπτει ένα πρόβλημα υγείας που απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση.
Οι προτάσεις
Η έκθεση θέτει ως προτεραιότητα την ενίσχυση της πρόσβασης σε προσιτές και ισότιμες υπηρεσίες υγείας. Για την Ελλάδα αυτό μεταφράζεται σε άμεση αναμόρφωση της χρηματοδότησης του συστήματος υγείας ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι άμεσες ιδιωτικές δαπάνες με στόχευση στις ευάλωτες ομάδες, ιδιαίτερα ηλικιωμένων και φτωχών νοικοκυριών.
Μάλιστα, έρευνα που έχει συνταχθεί για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) προτείνει σαφείς τρόπους που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την οικονομική προστασία του πληθυσμού. Μεταξύ αυτών είναι η επέκταση των παροχών του ΕΟΠΥΥ σε όλους τους κατοίκους, π.χ. και σε όσους εξαρτώνται από τις δημόσιες δομές για την περίθαλψή τους, αλλά και προσεκτική κατανομή του Κρατικού Προϋπολογισμού με στόχο τη μείωση των οικονομικών δυσκολιών και των ανεκπλήρωτων αναγκών των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα.