■ Οσκαρ θέλαμε, μας απένειμαν Χρυσό Βατόμουρο. Χολιγουντιανή τη διαφημίζανε και επρόκειτο για μπασκλασαρία, βιντεοκωμωδία της πυρκαγιάςΑπό τον
Παναγιώτη Λιάκο
Σε όλες τις ταινίες που φαίνονται μούφες αλλά και είναι μούφες οι θεατές στην αρχή αδυνατούν να πιστέψουν ότι πρόκειται για κάτι τέτοιο. Η φυσική, η ανθρώπινη αντίδραση είναι η αναμονή συνδυασμένη με την ελπίδα. Ολοι προσδοκούν κάτι καλύτερο στη συνέχεια. Λένε και ξαναλένε εντός τους τρώγοντας πικραμένοι ποπκόρν και πατατάκια: «Μα δεν είναι δυνατόν! Κάπου πάει όλο αυτό το πράγμα. Δεν μπορεί να συνεχιστεί έτσι η ταινία. Μα τέτοια φάβα μάς σερβίρουν; Αποκλείεται ο σκηνοθέτης να κάθισε να είδε αυτό που γύριζε και να συνέχισε απτόητος. Μα γιατί να μας παιδεύει τόσο;»
Τελικά τα λεπτά περνούν και περνούν κι άλλα και έρχονται και παρέρχονται τα τέταρτα και τα ημίωρα και τελικά η ταινία τελειώνει και οι φρικαρισμένοι θεατές θέλουν να θρηνήσουν για τα πεταμένα λεφτά του εισιτηρίου σαν Μανιάτισσες μοιρολογίστρες και μένουν με την απογοήτευση αλλά και με τη φρικτή βεβαιότητα και γνώση ότι κάτι που ξεκινάει χαζά μπορεί να συνεχιστεί ηλίθια και να ολοκληρωθεί οικτρά.
Ετσι γίνεται και με την περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα αυτού που λέμε Αριστερά. Το φιλμ «Η μεγάλη αντίσταση φορούσε λαχουρέ πουκάμισα» ξεκίνησε με πολλά ταρατατζούμ και παράξενες δηλώσεις από παράξενους ανθρώπους με ακατανόητα σχέδια. Ολα όσα έλεγαν τούτοι οι απίθανοι δεν μπορούσες εσύ να τα συλλάβεις, επειδή δεν τα είχαν κατανοήσει ούτε οι ίδιοι. Πηγαίνοντας δε να υλοποιήσουν αυτό που κανείς δεν κατάλαβε αλλά εκείνοι μισοέλεγαν (επειδή ένιωθαν ότι πρέπει να το πουν), καταλήξαμε σε κλειστές τράπεζες, ανατίναξη της οικονομίας, εκτίναξη της ανεργίας και μια άνευ προηγουμένου γιγάντωση της διαρροής εγκεφάλων προς τις χώρες της Δύσης και της Ανατολής, οι οποίες μπορούσαν να προσφέρουν ένα μεροκάματο για τα πατριωτάκια μας.
Και τώρα οι θεατές δεν αντέχουν να δουν άλλο από το φιλμ. Δεν βαστούν πια τόση κουλτούρα και τόση νεοταξική γιδίλα, ροζ βαρβατίλα και νέτη σκέτη παλάβρα. Ολοι θέλουν να βγουν επιτέλους έξω από την αίθουσα προβολής, όλοι στον καθαρό αέρα – ας έχει και λίγο καυσαέριο…