Οι λαθρέμποροι είχαν εγκαταστήσει σε βενζινάδικα παράνομο λογισμικό με το οποίο κατέληγε στο ρεζερβουάρ λιγότερη βενζίνη από αυτήν που πλήρωναν οι οδηγοί
Nέες πατέντες είχαν βρει οι λαθρέμποροι πετρελαίου για να μη γίνονται αντιληπτοί από τους ανυποψίαστους οδηγούς οχημάτων που προμηθεύονταν καύσιμα από βενζινάδικα, εγκαθιστώντας παράνομο λογισμικό με το οποίο κατέληγε στο ρεζερβουάρ λιγότερη βενζίνη από αυτήν που πλήρωναν, ενώ προχωρούσαν και σε εικονικές εξαγωγές καυσίμων που κατέληγαν παράνομα στην εσωτερική αγορά, δίχως την καταβολή των δασμών και φόρων.
Το κύκλωμα λαθρεμπορίας και νοθείας καυσίμων, το οποίο δρούσε σε όλη τη χώρα με… παρακλάδια στην Πολωνία, στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία και την Αλβανία, εξιχνιάστηκε από το «ελληνικό FBI» σε συνεργασία με την ΑΑΔΕ και άλλες ελεγκτικές Αρχές. Υστερα από πολύμηνη παρακολούθηση και συντονισμένες εφόδους, πραγματοποιήθηκαν 22 συλλήψεις, εκ των οποίων 13 στην Αττική, τρεις στη Θεσσαλονίκη, δύο στα Τρίκαλα, δύο στην Ηγουμενίτσα, μία στη Σπάρτη και μία στον Βόλο, ενώ σφραγίστηκαν οκτώ βενζινάδικα σε Αττική, Τρίκαλα, Ηπειρο και Λακωνία, ένα από τα οποία φέρεται ότι ανήκε στο πρόσωπο που κατηγορήθηκε -αλλά αθωώθηκε- για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, ενώ στα επτά από τα οκτώ είχε μπει «λουκέτο» και κατά το παρελθόν για παρόμοιες υποθέσεις.
Αρχηγός του κυκλώματος των λαθρεμπόρων ήταν ένας 39χρονος, ο οποίος οργάνωσε σε συνεργασία με 50χρονο υπαρχηγό του την εισαγωγή χημικών διαλυτών από την Πολωνία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Οι διαλύτες μεταφέρονταν σε αποθήκη στη Σίνδο Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια τούς μετάγγιζαν σε υπόγειες δεξαμενές εγκατάστασης σε περιοχή των Τρικάλων, όπου κατά το παρελθόν λειτουργούσε πρατήριο υγρών καυσίμων. Από εκεί τα νοθευμένα καύσιμα παραλαμβάνονταν από βυτιοφόρα που διαχειριζόταν ο 39χρονος αρχηγός της οργάνωσης και κατέληγαν σε υπόγειες δεξαμενές πρατηρίων, όπου αναμειγνύονταν με καύσιμα.
Από Ρουμανία – Βουλγαρία
Μια δεύτερη υποομάδα είχε αναλάβει τη διάθεση στην ελληνική επικράτεια μεγάλων ποσοτήτων αμόλυβδης βενζίνης, οι οποίες προέρχονταν από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Οι ποσότητες της αμόλυβδης θα εξάγονταν στην Αλβανία, με παραποιημένα τελωνειακά έγγραφα και ψευδείς δηλώσεις. Στις τελωνειακές Αρχές της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας δηλωνόταν ότι τα φορτία προορίζονταν για αλβανική εταιρία. Ομως, στην πραγματικότητα η βενζίνη κατέληγε παράνομα σε βενζινάδικα στην Ελλάδα, χωρίς την καταβολή των προβλεπόμενων δασμών και φόρων.
Τα μέλη της ίδιας ομάδας προμηθεύονταν από την Ιταλία ποσότητες ελαίων πετρελαίου, τα οποία ήταν διαφορετικής δασμοφορολογικής κλάσης από το δηλωμένο στην εκάστοτε διασάφηση εξαγωγής φορτίο. Τα προϊόντα αυτά δηλωνόταν προσχηματικά ότι προορίζονταν για ελληνική εταιρία, με τόπο παράδοσης περιοχή της Θεσσαλονίκης, δήθεν έδρα ανύπαρκτης νομικής οντότητας, ενώ στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνταν για να «κλείνουν» οι εκκρεμείς διασαφήσεις των εικονικών εξαγωγών βενζίνης στην Αλβανία. Παράλληλα, οι λαθρέμποροι χρησιμοποιούσαν παράνομα λογισμικά με την ονομασία «Solitaire» για να «πειράζουν» τις αντλίες καυσίμων, επιτρέποντας παραδόσεις μικρότερων ποσοτήτων καυσίμων σε ποσοστό μέχρι 25% στους ανυποψίαστους οδηγούς των οχημάτων που προμηθεύονταν από συγκεκριμένα βενζινάδικα.
Οπως ανέφερε χθες σε συνέντευξη Τύπου ο διευθυντής της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, υποστράτηγος Φώτης Ντουίτσης, «μόνο για το 2025 διακινήθηκαν πάνω από 1.340.000 λίτρα βενζίνη και περισσότερα από 212.000 λίτρα χημικοί διαλύτες, με το συνολικό όφελος που αποκόμισε η οργάνωση να υπολογίζεται σε τουλάχιστον 3 εκατομμύρια ευρώ». Η ζημιά για το Δημόσιο από τους διαφυγόντες δασμούς και φόρους υπολογίζεται σε άνω των 1.500.000 ευρώ. Οι συλληφθέντες διώκονται κατά περίπτωση για σειρά αδικημάτων, όπως εγκληματική οργάνωση, λαθρεμπορία, πλαστογραφία, απάτη, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, παραβάσεις της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας, παράβαση του νόμου περί όπλων.