Ο Στιβ Λάλας, ο μεγαλύτερος κατάσκοπος που είχε ποτέ η Ελλάδα στην καρδιά των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, μιλάει αποκλειστικά στην κυριακάτικη «δημοκρατία»! «Οι απειλές των Τούρκων στη χώρα μας δεν θα τους βγουν σε καλό»
Με υποδέχθηκε στη Χρυσούπολη, όπου πλέον ζει, με ανοιχτές αγκάλες, χαρά ανυπόκριτη και ανιδιοτελή. Με ξάφνιασε η ικανότητά του να «διαβάζει» τον άνθρωπο που έχει μπροστά του σε μια στιγμή, με μια ματιά. Λιτός, σοφός, δωρικός, με βλέμμα αετίσιο φλογερό και τα σημάδια της ηρωικής θυσίας που τον κατατάσσουν στους μεγάλους Ελληνες. Με πίστη στον Χριστό ακλόνητη.
- Συνέντευξη στον Παναγιώτη Παύλο
Μικρασιάτης, Αμερικανός, από το New Hampshire, μα πάνω απ’ όλα Ελληνας ορθόδοξος. Λεβέντης και άρχοντας. Ο μεγαλύτερος κατάσκοπος που είχε πότε η Ελλάδα και μάλιστα μέσα στην καρδιά των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών.
Οσο μου μιλούσε τόσο συνειδητοποιούσα ότι έχω μπροστά μου τον ευφυέστατο θαλασσοδαρμένο Οδυσσέα, τον οποίο επί 14 χρόνια ανέμενε καρτερικά, μέσα σε ανείπωτες δυσκολίες, η δική του Πηνελόπη, η κυρία Μαρία. Θυμίζω ότι κατηγορήθηκε για κατασκοπία εις βάρος των ΗΠΑ σχετικά με τη μεταφορά ευαίσθητων στρατιωτικών και διπλωματικών εγγράφων προς την Ελλάδα και συνελήφθη στη βόρεια Βιρτζίνια το 1993, όπου καταδικάστηκε σε 14 χρόνια φυλακή.
Ολος ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία συμπυκνωμένα στον μικροκαμωμένο με καρδιά και ψυχή λιονταρίσια Στιβ, Σταύρο Λάλας. Ακουγα την κάθε λέξη του με ανάμεικτα αισθήματα δέους και θαυμασμού για τη φιλοπατρία και την αυταπάρνησή του, και ντροπής εκ μέρους όλων των Ελλήνων για την ατιμία της σημερινής Ελλάδας απέναντί του. Οι αναγνώστες έχετε τη δυνατότητα να ωφεληθείτε από όσα λέει στην «κυριακάτικη δημοκρατία». Το ελληνικό κράτος έχει μια ευκαιρία να αποκαταστήσει την τιμή και την αξιοπρέπειά του απέναντι σε έναν μεγάλο Ελληνα, που τα έδωσε όλα για τη μητέρα Ελλάδα, εισπράττοντας μέχρι σήμερα εγκληματική αδιαφορία στα όρια της ύβρεως.
Είμαστε πλέον στο 2025, είστε πίσω στην Ελλάδα εδώ και 17 χρόνια. Εχετε μικρασιατική καταγωγή και ήθελα καταρχήν να σας ρωτήσω το γεγονός ότι προέρχεστε από τη Μικρασία πώς καθόρισε τη ζωή σας;
Με καθόρισε, διότι από τους γονείς μου, τους παππούδες, τις γιαγιάδες έμαθα πολλά πράγματα. Με μάθανε πρώτα πρώτα ποιος είμαι, από πού είμαι και πώς να ζω. Αυτά παίζουν ρόλο. Διότι η Μικρά Ασία, οι άνθρωποι που ήρθαν από τη Μικρασία στη μητέρα Ελλάδα -τότε ήταν Ελλάδα εκεί-, φέρανε κουλτούρα, γνώσεις, τέχνη, μαγειρική και σοφία μαζί τους. Και το δείξανε εδώ, το δείξανε. Η Σμύρνη ήταν κοσμοπολίτικη. Είχε ό,τι φαντάζεσαι. Ακόμα και τα παιδιά που ήταν σε ορφανοτροφεία γνώριζαν να διαβάζουν και να γράφουν στην ελληνική γλώσσα. Και τα κορίτσια επίσης. Το τονίζω αυτό γιατί τότε πολλές κοπέλες δεν τις μόρφωναν. Τα είχανε τα κορίτσια για το σπίτι, νοικοκυρές. Ηταν πολύ μπροστά σε πολλά πράγματα αυτοί οι άνθρωποι. Μου λέγανε τις ιστορίες από πού καταγόμαστε. Εμείς είμαστε από ένα χωριό που λέγεται Κάτω Παναγία. Τώρα οι Τούρκοι άλλαξαν το όνομα, Αλάτσατα το λένε το χωριό. Ελεγε ο παππούς μου ότι με το άλογο ήταν μια μέρα κοντά από τη Σμύρνη. Εχω πάει στο χωριό πολλές φορές, παλιά. Τώρα, δυστυχώς, δεν μπορώ να πάω, αλλά έχω δει τις ρίζες μου. Και πρώτα ο Θεός θέλω μια μέρα να ξαναπάω, αν και δεν το βλέπω.
Η μικρασιατική καταγωγή ήταν στην ουσία αυτή που σας μετέδωσε όλη την αγάπη για την Ελλάδα.
Βέβαια, ναι. Οταν φύγανε οι άνθρωποι από εκεί πέρα, ό,τι ελληνικό είχαν και δεν είχαν το έφεραν και εδώ. Κινδύνεψαν, διότι καθώς καίγονταν πολλά χωριά, γύρναγαν πίσω στην εκκλησία να πάρουν τις εικόνες να τις φέρουν εδώ, στην Ελλάδα. Αυτό είναι αλήθεια. Και φυσικά όλοι, και ο παππούς και ο πατέρας μου, μου έλεγαν: «Να είσαι περήφανος γι᾽ αυτό που είσαι. Η ιστορία μας, η θρησκεία μας είναι πλούσια». Κι έτσι έμαθα από αυτούς να ξέρω και για μένα, να γνωρίζω ποιος και τι είμαι. Γι᾽ αυτό είμαι πολύ περήφανος για τον Ελληνισμό, για την ορθοδοξία. Δεν μας λείπει τίποτα. Ολα τα καλά τα έχουμε.
Προτού έρθω εδώ ήμουν στην Ξάνθη. Περπατούσα στην Παλιά Πόλη κι έβλεπα πολλά γκρουπ Τούρκων τουριστών. Μπροστά προχωρούσε ο ξεναγός με μια σημαιούλα που έγραφε το όνομα του τουριστικού πρακτορείου και από κάτω «Τουρκία». Οι Τούρκοι έβγαιναν φωτογραφίες μπροστά στη μητρόπολη, με τα ψηφιδωτά του Χριστού, της Παναγίας και του Αϊ-Γιαννιού. Σκεπτόμουν αυτήν την εικόνα και προσπαθούσα να την τοποθετήσω στο γενικότερο κάδρο των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας σήμερα. Να αξιολογήσω αν αυτό που έβλεπα μπροστά μου είναι όντως ένα κατόρθωμα που βοηθάει τη χώρα μας, οι «ειρηνικές σχέσεις» με την Τουρκία, ο τουρισμός, στα νησιά έρχονται πάρα πολλοί, η κυβέρνηση τους έδωσε βίζα. Ή πρόκειται για τη «θετική» πλευρά μιας εισβολής με ειρηνικά μέσα;
Παναγιώτη, εγώ πιστεύω ότι ο κόσμος είναι κόσμος, αλλά η παιδεία τους εκεί είναι πολύ φανατική. Τη «Γαλάζια Πατρίδα» την έχουν στην πρώτη τάξη του δημοτικού, τα παιδιά μαθαίνουν ό,τι τους λένε. Σου λέει, «είμαστε εθνικιστές, να κάνουμε έναν φαντάρο για την Τουρκία». Αυτό πιστεύουν. Εδώ εμείς λέμε, «ναι, αγαπάμε την πατρίδα», αλλά πώς; Οικονομικά πώς ζούμε; Και η Δύση είναι πεσμένη πάνω στον εθνικισμό που έχουν οι Τούρκοι. Ενα είναι αυτό. Το άλλο είναι ότι ως άνθρωποι μπορούμε να ζήσουμε μια χαρά. Αλλά, όπως πάντοτε, άμα παίξει η πολιτική, αυτοί πιστεύουν αλλιώς. Η πολιτική τους είναι διαφορετική από τη δική μας. Εμείς είμαστε πολύ πιο μαλακοί σε ορισμένα θέματα που δεν θα έπρεπε, ενώ πρέπει να βλέπουμε τι κρύβονται μπρος και πίσω από το δένδρο.
Πού αποδίδετε το γεγονός ότι είμαστε μαλθακοί; Δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε; Πού οφείλεται;
Η αιτία είναι η παιδεία μας. Αν μιλήσεις σε ένα παιδί και του πεις εγώ στην Αμερική τα έμαθα αυτά, εδώ, στη μητέρα Ελλάδα, πολλά παιδιά δεν ξέρουν ποια είναι η εθνική εορτή. Το έχω δει και είναι απίστευτο. Του λες «28η Οκτωβρίου τι γιορτάζουμε;» Οι μισοί δεν ξέρουν. Αυτό είναι απαράδεκτο! Δεν πρέπει να είναι έτσι. Τα παιδιά πρέπει να μαθαίνουν τη σωστή Ιστορία, την αλήθεια. Και στο κάτω κάτω άμα δεις τώρα πόσος είναι ο πληθυσμός στη Θράκη, η μουσουλμανική μειονότητα είναι 120.000. Κι εμείς σε Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη αν έχουμε 10.000, δεν πιστεύω. Διότι, τι μας έκαναν; Σφάξανε, σκοτώσανε στα Σεπτεμβριανά, το 1964, και εμείς αντίποινα δεν κάναμε. Δείξαμε αγάπη. Στα Σεπτεμβριανά σφάξανε, σκοτώσανε, έπνιξαν, βίασαν. Για ποιο λόγο; Υστερα κρεμάσανε τον Μεντερές, που ήταν πρωθυπουργός της Τουρκίας. Αλλά η ζημιά έγινε. Πόσοι άνθρωποι χάσανε τη ζωή τους; Πόσοι καήκανε; Πόσοι πνίγηκαν; Πόσα κορίτσια βίασαν; Αυτό γίνηκε, δεν μπορεί να το κρύψει κανείς. Εμείς δεν έχουμε κάνει αντίποινα εδώ. Κατάλαβες; Είναι και θέμα κουλτούρας. Διότι ο άλλος σου λέει «τι με νοιάζει», δεν ήταν το δικό του παιδί που σκοτώθηκε. Δεν ήταν η δικιά σου κόρη που βιάστηκε. Αν ήταν, τι θα έλεγες τότε; «Εύκολο είναι, δεν βαριέσαι;» Δεν είναι «δεν βαριέσαι». Είναι πώς θα μιλήσουμε γι᾽ αυτά τα πράγματα, να μην ξανασυμβούν. Εδώ μας απειλούν με πόλεμο. Το Διεθνές Δίκαιο σου λέει ότι στη θάλασσα έχεις δικαίωμα για 12 ναυτικά μίλια. Εντάξει, οι Τούρκοι δεν το υπόγραψαν αυτό, αλλά δεν λέμε κι εμείς να τους κλείσουμε στα σπίτια τους. Η θάλασσα είναι για όλους, αλλά με τον νόμο. Αυτό που κάνουν δεν θα τους βγει σε καλό. Πώς να το πω, όποιος είναι πιο δυνατός και πιο μεγάλος θα κάνει ό,τι θέλει; Δεν είναι ο πολιτισμός, δεν είναι η ζωή έτσι. Διότι αυτός που μια μέρα είναι δυνατός και παίζει τον νταή, την άλλη μέρα μπορεί να μην είναι έτσι. Οπότε το πιο ωραίο πράγμα είναι ειρηνικά και με διάλογο, διπλωματικά, είναι το πιο καλό σενάριο. Ολοι το ξέρουμε αυτό, κανένας δεν θέλει πόλεμο. Αλλά από την άλλη, δεν μπορεί ο άλλος να έρχεται μέσα στο σπίτι σου και να σου πει «το χωράφι του σπιτιού σου είναι δικό μου». Αυτό δεν μπορούμε να το δεχθούμε. Δεν είναι σωστό. Εμείς δεν πάμε στην Τουρκία να πούμε «αυτά είναι δικά μας». Με τι δικαίωμα; Το ίδιο θα πρέπει να κάνουν κι αυτοί με εμάς.
Εχετε εργαστεί στην Τουρκία για πολλά χρόνια, νομίζω.
Ναι, είναι αλήθεια.
Αρα είστε από τους ανθρώπους που μπορεί όσο κανείς άλλος να γνωρίζει την Τουρκία και να κρίνει αυτό που η σημερινή ελληνική εξωτερική πολιτική παρουσιάζει, ότι δηλαδή «με την Τουρκία συζητάμε, διότι πρέπει να συζητάμε και να υπάρχουν κανάλια επικοινωνίας». Μου είπατε προηγουμένως ότι είμαστε πάρα πολύ μαλακοί. Επομένως, σας πείθει αυτή η στάση ότι η Ελλάδα καλώς πράττει όπως πράττει με την Τουρκία; Τι θα έπρεπε να πράξουμε, κατά τη γνώμη σας;
Κοίταξε, δεν είμαστε τυφλοί ούτε κουφοί. Βλέπουμε τι γίνεται. Ο άλλος οπλίζεται. Εχει το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ. Εχει μεγάλη δύναμη, αυτό είναι αλήθεια. Εμείς πρέπει να βασιζόμαστε μόνο στον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να βασιστούμε σε κανέναν άλλον. Αμα εσύ έχεις δική σου άμυνα και μπορείς να βασιστείς σε αυτήν, είναι καλό. Οχι να περιμένεις κάποιον να έρθει να σε βοηθήσει, διότι αυτό μπορεί να μη γίνει ποτέ. Εύχομαι, πρώτα ο Θεός, να μη χρειαστεί να γίνει. Αλλά πρέπει να βασιστούμε. Αυτοί έχουν 1η και 2η Στρατιά Αιγαίου, απέναντι από τα νησιά μας. Γιατί, αφού είμαστε στο ΝΑΤΟ; Γιατί να έχουν τόση δύναμη εκεί; Αυτό το πράγμα είναι φανερό. Εμείς πρέπει να το καταλάβουμε και να υποστηριχθούμε αναλόγως. Αλλο να έχεις δύο ταξιαρχίες, όχι όμως τον στρατό που έχουν. Και εμείς πρέπει να έχουμε αντίμετρα, να υποστηρίξουμε τον εαυτό μας. Ποιο κράτος αδιαφορεί για την άμυνά του; Κανένα! Ολα τα κράτη κάνουν το ίδιο, υποστηρίζουν την άμυνά τους και το έδαφός τους. Δεν μπορεί να γίνει σαν τα Ιμια, που εδώ και 5-6, 7.000 χρόνια είναι ελληνικά. Το νησί είναι ελληνικό, όλος ο κόσμος το ξέρει, και οι Τούρκοι το ξέρουν. Ξαφνικά ήρθαν να πουν ότι το νησί είναι δικό τους. Εμείς, αν πηγαίναμε κοντά στην Αττάλεια σε ένα μικρό νησάκι, τι θα έκαναν αυτοί; Δεν θα έκαναν φασαρία;
Είστε ο μοναδικός Ελληνας που γνωρίζω που έδωσε τη ζωή του με τόσο πάθος για την Ελλάδα, μέσα από τη δουλειά του, και με κόστος που κανείς ποτέ δεν έχει διανοηθεί να πληρώσει. Γιατί το κάνατε;
Διότι είδα τι γινόταν στην Τουρκία, όπου πήγαινα, με τους ομογενείς Ελληνες. Ο κόσμος να φοβάται να μιλήσει. Οι εκκλησίες ήταν με σύρματα περικυκλωμένες. Θαρρείς πως ήταν εμπόλεμη ζώνη. Γιατί να περικυκλώνουν τις εκκλησίες; Για να τις προστατέψουν; Γιατί; Εδώ τα τζαμιά είναι ελεύθερα, δεν τα πειράζει κανείς. Και οι εκκλησίες έχουν τουρκική σημαία, όπως και το Πατριαρχείο. Γιατί; Η θρησκεία είναι ελεύθερη! Εμείς δεν βάζουμε ελληνική σημαία εδώ στα τζαμιά. Αυτοί γιατί το κάνουν; Μετά, στην Κύπρο έγιναν τόσα αίσχη. Σφάξανε, σκοτώσανε κόσμο, υπάρχουν ακόμα χιλιάδες αγνοούμενοι, γυναίκες και παιδιά. Είδα πράγματα που δεν μου άρεσαν. Και λέω αυτό δεν είναι σωστό. Γι᾽ αυτό και έκανα αυτό που έκανα.
Το παράπονο για την αδιαφορία της ελληνικής Πολιτείας και η στάση των ΗΠΑ
Οταν γυρίσατε στις 25 Νοεμβρίου του 2007 αυτό που βρήκατε στην Ελλάδα για την οποία αγωνιστήκατε και θυσιαστήκατε ήταν αναμενόμενο για εσάς; Σας αγκάλιασε η ελληνική Πολιτεία;
Και ναι και όχι. Δεν είχα ελληνική υπηκοότητα. Ευχαριστώ τον συγχωρεμένο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη που έβαλε τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Αν. Παπαληγούρα, της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, και έσπρωξε την αμερικανική κυβέρνηση να με φέρει πίσω, στη μητέρα Ελλάδα. Διότι έλειπα 15 χρόνια από τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου δεν με ξέρανε. Οταν γύρισα, τα παιδιά δεν με αναγνώρισαν. Και γι’ αυτό τους ευχαριστώ. Βοηθήσανε σε ορισμένα πράγματα. Τα κόμματα που με αγκάλιασαν τότε ήταν η Νέα Δημοκρατία, η Χρυσή Αυγή, ο Καρατζαφέρης με έναν τρόπο, ο Πρόδρομος ο Εμφιετζόγλου, ας είναι καλά ο άνθρωπος που με βοήθησε. Αυτά τα κόμματα. Τα υπόλοιπα κόμματα ποτέ δεν είχαν σχέση μαζί μου.
Αισθάνεστε ότι τα κόμματα που δεν βοήθησαν το έκαναν επειδή δεν γνώριζαν ή επειδή δεν τους ενδιέφερε;
Δεν ξέρω, Παναγιώτη. Δεν ήταν υποχρεωμένος κανείς τους να με βοηθήσει, έτσι το βλέπω. Από την άλλη, είχα γυναίκα και παιδιά εδώ για χρόνια, ήταν εδώ, στη μητέρα Ελλάδα. Επρεπε κάποιος να τους βοηθήσει. Και από την κυβέρνηση, όποια κι αν ήταν, έπρεπε να δώσουν σημασία και να τους βοηθήσουν. Διότι ζούσαν πολύ δύσκολα.
Η Αμερική σήμερα, όπως την έχετε ζήσει και γνωρίσει -το αμερικανικό σύστημα εξουσίας-, θεωρείτε ότι είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι τα συμφέροντά της στην περιοχή μας, στην ανατολική Μεσόγειο, περνούν μέσα από μία ισχυρή Ελλάδα; Ή αυτό είναι κάτι μη επιτακτικό γι΄ αυτούς;
Κοίταξε, οι Αμερικανοί κοιτούν τα συμφέροντά τους και καλά κάνουν, όπως και όλα τα κράτη. Ολα είναι οικονομικά, Παναγιώτη. Η Αμερική δεν θέλει πόλεμο, κανένα κράτος δεν θέλει, αλλά κοιτάζει πού έχει συμφέροντα και εκεί πάει. Με την Ελλάδα πάντοτε οι σχέσεις ήταν καλές. Δώσαμε ό,τι θέλανε και δεν θέλανε οι Αμερικανοί. Ημασταν παρόντες στον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην Κορέα στείλαμε στρατό, στο Βιετνάμ ψηφίσαμε υπέρ της Αμερικής, σταθήκαμε σωστά. Οι Αμερικανοί βλέπουν την περιοχή, καταλαβαίνουν τι συμφέροντα έχουν και από εκεί και πέρα θα πράξουν. Eτσι είναι, και καλά κάνουν.