Με μια εξέταση αίματος θα μπορούν οι γιατροί να ελέγχουν τη δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος των ασθενών, προκειμένου να διαπιστώσουν αν κινδυνεύουν να χάσουν τη ζωή τους πρόωρα! Την εξέταση ανέπτυξαν ερευνητές της Mayo Clinic, έπειτα από μελέτη που διεξήγαγαν σε τουλάχιστον 1.580 άτομα στη Μινεσότα, ηλικίας άνω των 50 ετών.
Οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα των μορίων του ανοσοποιητικού συστήματος που λέγονται ελεύθερες ελαφριές αλυσίδες, τις οποίες συνήθως μετρούν για τη διάγνωση και τον έλεγχο αιματολογικών διαταραχών και μορφών καρκίνου, όπως το μυέλωμα και το λέμφωμα. Οπως διαπιστώθηκε, όσοι από τους συμμετέχοντες παρουσίαζαν αυξημένα επίπεδα των συγκεκριμένων μορίων είχαν τέσσερις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους στα επόμενα 13 χρόνια.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Mayo Clinic Proceedings» και είναι η πρώτη που συνδέει τα υψηλά επίπεδα αυτών των μορίων με τον πρόωρο θάνατο σε άτομα που δεν πάσχουν από γνωστές αιματολογικές παθήσεις.
Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι η παρουσία αυτών των μορίων δείχνει ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα στη λειτουργία του ανοσοποιητικού, λόγω φλεγμονής, μόλυνσης ή και των δύο. Σύμφωνα με τον δρα Vincent Rajkumar, αιματολόγο της Mayo Clinic και επικεφαλής της συντακτικής ομάδας της μελέτης, τα επίπεδά τους είναι αυξημένα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια και αυτοάνοσες διαταραχές, όπως ρευματοειδή αρθρίτιδα και λύκο. Επίσης, μπορούν να προβλέψουν τον πρόωρο θάνατο από διάφορες αιτίες, όπως καρκίνο, καρδιολογικά προβλήματα, πνευμονοπάθεια και διαβήτη.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, μια τέτοια εξέταση θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από γιατρούς για να προειδοποιήσουν τους ασθενείς ώστε να κάνουν τις απαραίτητες αλλαγές στη διατροφή και την καθημερινότητά τους, αλλά και για να εντοπίσουν προβλήματα υγείας που δεν έχουν γίνει ακόμη εμφανή, κάνοντας εξειδικευμένες εξετάσεις.
Ωστόσο, η μελέτη δέχτηκε και επικρίσεις, καθώς, σύμφωνα με επιστήμονες του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Ρότσεστερ στη Ν. Υόρκη, μια τέτοια εξέταση δεν φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματική από τις εξετάσεις που υπάρχουν ήδη.
Αλεξάνδρα Χυδηριώτη


