Σήμερα, 12 Νοεμβρίου, η Ορθόδοξη Εκκλησία στρέφει το βλέμμα της σε φωτεινές μορφές της πίστης, τιμώντας τη μνήμη του Ιωάννου του Ελεήμονος, Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, του Λέοντος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, των Μαρτύρων Αντωνίου του Γερμανού και Νικηφόρου, καθώς και των Οσίων Αρσακίου και Νείλου. Οι άγιοι αυτοί, αν και έζησαν σε διαφορετικές εποχές, συνδέονται από το ίδιο νήμα: την αφοσίωση στην αλήθεια του Ευαγγελίου και την ανιδιοτελή προσφορά στον άνθρωπο.
Ο Ιωάννης ο Ελεήμων – Ο πατέρας της φιλανθρωπίας
Ο Ιωάννης ο Ελεήμων γεννήθηκε στην Αμαθούς της Κύπρου γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα. Προερχόμενος από επιφανή οικογένεια, γνώρισε από νωρίς τη χριστιανική πίστη και το κάλεσμα της ταπείνωσης. Αρχικά νυμφεύθηκε, όμως μετά τον θάνατο της συζύγου και των παιδιών του αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην υπηρεσία του Θεού. Η φήμη της αγαθότητας και της δικαιοσύνης του έφτασε μέχρι την Αλεξάνδρεια, όπου το 608 μ.Χ. εκλέχθηκε Αρχιεπίσκοπος, σε μια δύσκολη εποχή για την Εκκλησία και την Αυτοκρατορία.
Η πατριαρχία του Ιωάννη υπήρξε υπόδειγμα έμπρακτης χριστιανικής αγάπης. Από την πρώτη ημέρα, διέταξε να καταγραφούν όλοι οι φτωχοί της Αλεξάνδρειας -περισσότεροι από επτά χιλιάδες άνθρωποι. Καθημερινά φρόντιζε για τη σίτισή τους, τη στέγασή τους και την ιατρική τους περίθαλψη. Ο ίδιος δεχόταν τους αναγκεμένους κάθε Τετάρτη και Παρασκευή στα προπύλαια του ναού, μιλώντας τους με πραότητα και δίνοντάς τους κουράγιο. Δεν ήταν μόνο ποιμένας αλλά και υπηρέτης των αδυνάτων, δείχνοντας με το παράδειγμά του ότι η αληθινή δύναμη της Εκκλησίας βρίσκεται στη διακονία.
Παράλληλα, ο Ιωάννης επιδόθηκε σε διορθωτικό έργο μέσα στον κλήρο, καταπολεμώντας τη διαφθορά, τη δωροδοκία και την αδικία. Με σταθερότητα και διάκριση, έθεσε κανόνες για την καθαρότητα της ιερατικής ζωής, επιμένοντας ότι ο ποιμένας οφείλει πρώτα να καθαρίζει τον εαυτό του πριν διδάξει τους άλλους. Όταν το 619 οι Πέρσες κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ, ο Ιωάννης άνοιξε τις πύλες της Αλεξανδρείας στους πρόσφυγες και διέθεσε τα εκκλησιαστικά ταμεία για την περίθαλψή τους.
Το τέλος του βρήκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κύπρο, όπου κατέφυγε ύστερα από την περσική εισβολή στην Αίγυπτο. Εκεί παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό γύρω στο 620 μ.Χ., αφήνοντας πίσω του μια ανυπέρβλητη παρακαταθήκη αγάπης και κοινωνικής δικαιοσύνης. Η Εκκλησία τον τιμά κάθε χρόνο στις 12 Νοεμβρίου ως πρότυπο ελεήμονος ποιμένα και αυθεντικού υπηρέτη του Χριστού.
Ἀπολυτίκιον:
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν τῇ ὑπομονῇ σου ἐκτήσω τὸν μισθόν σου Πάτερ, Ὅσιε, ταῖς προσευχαῖς ἀδιαλείπτως ἐγκαρτερήσας, τοὺς πτωχοὺς ἀγαπήσας, καὶ τούτοις ἐπαρκέσας, Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Ἰωάννη Ἐλεῆμον μακάριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ο Λέων Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως – Ο ποιμένας της ησυχίας
Η μορφή του Λέοντος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως παραμένει λιγότερο γνωστή, ωστόσο η παρουσία του στη Μεγάλη Εκκλησία κατά τον 12ο αιώνα υπήρξε καθοριστική για την ηρεμία και τη σταθερότητα της εποχής. Ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο το 1134, μετά από μακρά διακονία ως πρεσβύτερος στην Αγία Σοφία. Η θητεία του συνέπεσε με μια περίοδο σχετικής ειρήνης στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αλλά και με εσωτερικές αναζητήσεις γύρω από τη θεολογία και τη σχέση Εκκλησίας και κράτους.
Ο Λέων θεωρείται άνθρωπος βαθιάς πνευματικότητας και μετριοπάθειας. Αν και δεν διασώθηκαν εκτενή γραπτά ή αποφάσεις της πατριαρχίας του, οι πηγές τον περιγράφουν ως πρόσωπο που διακρινόταν για την ήπια διακυβέρνηση και τη σταθερή προσήλωση στην εκκλησιαστική ενότητα. Η διοίκησή του, χωρίς εντυπωσιακές συγκρούσεις ή δογματικές κρίσεις, μαρτυρεί έναν ηγέτη που προτίμησε τη σιωπηλή δύναμη της συνέπειας από τη ρητορική των αντιπαραθέσεων.
Ο θάνατός του σημειώθηκε το 1143, αφήνοντας μια περίοδο ηρεμίας και θεσμικής ισορροπίας στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Η μνήμη του διατηρείται στις 12 Νοεμβρίου, μαζί με τους υπόλοιπους αγίους της ημέρας.
Οι Μάρτυρες Αντώνιος ο Γερμανός και Νικηφόρος, ο Όσιος Αρσάκιος και ο Άγιος Νείλος
Η Εκκλησία σήμερα μνημονεύει και τους λιγότερο γνωστούς αλλά εξίσου τιμημένους Μάρτυρες Αντώνιο τον Γερμανό και Νικηφόρο, καθώς και τους Οσίους Αρσάκιο και Νείλο. Για τους δύο πρώτους, οι μαρτυρίες είναι περιορισμένες, όμως η παράδοση τους παρουσιάζει ως αλύγιστους μάρτυρες της πίστεως που υπέστησαν διωγμούς για το όνομα του Χριστού.
Ο Όσιος Αρσάκιος τιμάται ως ασκητής που έζησε με αυστηρή νηστεία και προσευχή, ενώ ο Άγιος Νείλος υπήρξε πνευματικός συγγραφέας και διδάσκαλος της εσωτερικής ζωής, προσφέροντας στην Ορθοδοξία σημαντικά ασκητικά κείμενα.
Η πνευματική σημασία της ημέρας
Η σημερινή εορτή μάς καλεί να θυμηθούμε πως η αγιότητα δεν έχει μία μόνο μορφή. Ο Ιωάννης ο Ελεήμων υπήρξε ο άνθρωπος της δράσης και της φιλανθρωπίας, ο Λέων ο ποιμένας της ησυχίας και της σταθερότητας, ενώ οι άλλοι άγιοι της ημέρας εκφράζουν το μαρτύριο και την ασκητική αυτοπροσφορά. Μέσα από όλους αυτούς, η Εκκλησία υπενθυμίζει ότι η αληθινή δόξα δεν βρίσκεται στη δύναμη ή στη φήμη, αλλά στην ανιδιοτελή προσφορά και στην πίστη που αντέχει στον χρόνο.
Η 12η Νοεμβρίου, λοιπόν, δεν είναι απλώς μία ακόμη ημερολογιακή μνήμη. Είναι υπόμνηση ότι ο άνθρωπος μπορεί, σε κάθε εποχή, να γίνει φορέας φωτός — είτε με έργα ελέους, είτε με την ησυχία της προσευχής, είτε με την υπομονή του μαρτυρίου.

