Δεν χωράει ανθρώπινος νους τα όσα έρχονται στο φως, σχετικά με το άγριο έγκλημα στη Σαλαμίνα, με θύμα την 75χρονη γυναίκα. Η 46χρονη νύφη της, που ομολόγησε πως την δολοφόνησε μέσα στο σπίτι της, έπαιζε θέατρο για σχεδόν έναν μήνα, ώσπου οι έμπειροι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών, κατάφεραν να «δέσουν» την υπόθεση και να την κάνουν να «σπάσει».
Όπως αποκαλύπτει άνθρωπος από τον στενό της κύκλο, η συμπεριφορά της Ρόζας πριν και μετά το έγκλημα «πάγωνε το αίμα», ενώ άνδρες της Ασφάλειας την παρακολουθούσαν στενά από την πρώτη στιγμή, μέχρι να αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Ο μάρτυρας-«κλειδί» περιγράφει λεπτό προς λεπτό τη στάση της 46χρονης στην κηδεία της άτυχης γυναίκας.
«Στην κηδεία ήταν άνδρες της Ασφάλειας, φαινόντουσαν, είχαν εστιάσει το βλέμμα τους στην οικογένεια. Καθόμουν σε απόσταση και τους παρατηρούσα. Κάποια στιγμή πλησίασα τη Ρόζα για να την αγκαλιάσω, πάγωσα. Ήταν απόλυτα ψυχρή, είχε το βλέμμα της Πισπιρίγκου. Την αγκάλιασα, ένιωσα την ψυχρότητα. Κάποια στιγμή πλάνταξε στο κλάμα, πιο πολύ και από τα παιδιά της γυναίκας έκλαιγε. Ήταν οι τύψεις τελικά», ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ υποστήριξε ότι μόλις έμαθε για το έγκλημα, το μυαλό του πήγε αμέσως σε εκείνη:
«Ήμουν σίγουρος αλλά πού να το πω και τι να πω. Ποιος ληστής σκοτώνει; Άρα αυτός που το έκανε δεν το είχε ξανακάνει και επειδή την αναγνώρισε η γυναίκα, την τελείωσε. Από την οικογένεια, ήταν η μόνη που θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο».
Από τις αποτυχημένες προσπάθειες για παιδί στην επιθετικότητα
Σύμφωνα με το ίδιο πρόσωπο, οι σχέσεις δράστριας και θύματος ήταν τυπικά καλές, όμως η 46χρονη άλλαξε τα τελευταία χρόνια, μετά τις επανειλημμένες και αποτυχημένες προσπάθειες να γίνει μητέρα.
«Ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος και ιδιαίτερα δοτικός… Η Ρόζα που εμείς ξέρουμε με τη Ρόζα που βλέπαμε τα τελευταία χρόνια δεν είχε καμία σχέση. Είχε γίνει επιθετική και καυγάδιζε με το παραμικρό», επεσήμανε, κάνοντας γνωστό πως η κατηγορούμενη ήταν άνεργη. Παράλληλα είχε αδυναμία στον τζόγο, στον οποίο –κατά τις ίδιες πηγές– δεν μπορούσε να βάλει φρένο.
«Ούρλιαζε, φώναζε, δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της. Λέγαμε πάει αυτή, τρελάθηκε. Ήταν σα να έμπαινε ο δαίμονας μέσα της», περιέγραψε άνθρωπος που την γνώριζε καλά.
Το κίνητρο: Το «κομπόδεμα» των 10.000 ευρώ
Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε όταν ο σύζυγός της αποκάλυψε ότι η μητέρα του είχε στην άκρη περίπου 10.000 ευρώ. Για τις αρχές, το οικονομικό κίνητρο θεωρείται πλέον το βασικό αίτιο που οδήγησε στη στυγερή δολοφονία.
Η κόρη του θύματος επιβεβαιώνει τις υποψίες: «Η νύφη μας είχε ύποπτη συμπεριφορά από την αρχή. Πιστεύω ότι το κίνητρό της ήταν καθαρά οικονομικό, το έκανε για τα χρήματα και τα κοσμήματα της μητέρας μου».
Η ίδια περιγράφει τον οικογενειακό εφιάλτη, ενώ αναφέρεται και στον αδερφό της και σύντροφο της δράστιδος. «Την υποπτευθήκαμε αρκετά νωρίς και συνεργαστήκαμε στενά με τις αρχές. Αυτό βοήθησε ώστε να βρεθούν τα στοιχεία που οδήγησαν στην εξιχνίαση. Ο αδελφός μου είναι συντετριμμένος, δεν μπορεί να το πιστέψει, κανείς δεν μπορεί να το πιστέψει», τονίζει.


