Σε κατάσταση αυξημένης πίεσης βρίσκονται τα νοσοκομεία της χώρας και συνολικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας, καθώς η απότομη έξαρση της γρίπης και άλλων ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού μέσα στις γιορτές δοκιμάζει τις αντοχές τους. Η εικόνα που καταγράφεται στις εφημερίες είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη, με τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών να δέχονται κύματα ασθενών, δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας κυρίως στα μεγάλα νοσοκομεία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των τελευταίων ημερών, οι προσελεύσεις ασθενών με συμπτώματα γρίπης στα ΤΕΠ έχουν υπερδιπλασιαστεί από τα Χριστούγεννα και μετά. Παρά την ένταση της κατάστασης, οι νοσηλείες παραμένουν προς το παρόν σε διαχειρίσιμα επίπεδα, παρόμοια με τα περσινά. Στα μεγάλα νοσοκομεία της Αττικής, από κάθε 100 ασθενείς που φτάνουν στα Επείγοντα με συμπτώματα λοίμωξης, περίπου το 10% χρειάζεται τελικά εισαγωγή, ενώ κάθε νοσοκομείο νοσηλεύει κατά μέσο όρο 10 έως 20 περιστατικά με βαριά συμπτώματα γρίπης.
Ωστόσο, η έντονη πίεση αναδεικνύει για ακόμη μία φορά τον «αδύναμο κρίκο» του συστήματος: την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Η απουσία επαρκών Κέντρων Υγείας και οικογενειακών γιατρών οδηγεί χιλιάδες πολίτες απευθείας στα νοσοκομεία, ακόμη και για περιστατικά που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν εκτός νοσοκομειακού περιβάλλοντος, επιβαρύνοντας δυσανάλογα τα Επείγοντα.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί, εν μέσω της έξαρσης, το ζήτημα της επάρκειας σε αντιικά φάρμακα. Όπως καταγγέλλεται, η Εθνική Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας έχει κλείσει την πλατφόρμα παραγγελιών, με αποτέλεσμα ορισμένα νοσοκομεία να αδυνατούν να ανανεώσουν τα αποθέματά τους. Ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, Μιχάλης Γιαννάκος, περιγράφει την κατάσταση με ιδιαίτερα αιχμηρό τρόπο:
«Κάποια νοσοκομεία εμφανίζουν έλλειψη σε αντιικά φάρμακα. Αυτό συμβαίνει επειδή η Εθνική Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας έκλεισε τη πλατφόρμα παραγγελιών για τα νοσοκομεία σε όλα τα φάρμακα από 19 Δεκεμβρίου έως 7 Ιανουαρίου. Κάποια φαρμακεία νοσοκομείων ξέμειναν από απόθεμα αντιικών φαρμάκων λόγω κατανάλωσης από την αύξηση των περιστατικών γρίπης, λόγω έλλειψης αποθηκευτικών χώρων, λόγω ετήσιας απογραφής κ.α.λ. Το αποτέλεσμα είναι να ψάχνουν σε όμορα νοσοκομεία δανεικά αντιικά φάρμακα. Απορία γιατί η ΕΚΑΠΥ έκλεισε τη πλατφόρμα για 19 ημέρες και τα νοσοκομεία που έχουν ανάγκη δεν μπορούν να παραγγείλουν. Να ανοίξει χθες η πλατφόρμα να εξυπηρετηθούν τα νοσοκομεία που έχουν έλλειψη».
Η κατάσταση στην περιφέρεια εμφανίζεται εξίσου, αν όχι περισσότερο, δύσκολη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το νοσοκομείο Άρτας, όπου οι σοβαρές ελλείψεις σε παθολόγους και πνευμονολόγους οδηγούν σε αλλεπάλληλες διακομιδές προς κεντρικά νοσοκομεία, αυξάνοντας περαιτέρω την πίεση στο σύστημα. Όπως επισημαίνει ο κ. Γιαννάκος, «η μεγάλη ταλαιπωρία των ασθενών με γρίπη που προσέρχονται στα Επείγοντα οφείλεται στην έλλειψη πρωτοβάθμιας περίθαλψης αφού το ποσοστό εισαγωγών είναι λιγότερο του 10% επί των εξεταζόμενων ασθενών. Μείζον πρόβλημα η έλλειψη πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Τα Κέντρα Υγείας εμφανίζουν σοβαρές ελλείψεις προσωπικού και δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα περιστατικά».
Παράλληλα, η διαχρονική απουσία οικογενειακού γιατρού οδηγεί, όπως τονίζει, στο να «όλοι οι δρόμοι των ασθενών να οδηγούν στα νοσοκομεία». Το αποτέλεσμα είναι νοσηλείες σε ράντζα, φορεία ή ακόμη και σε χειρουργικές κλινικές, με αυξημένο κίνδυνο ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. «Είμαστε οι πρώτοι σε προσβολές και θανάτους από ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση», υπογραμμίζει.
Οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία συνοψίζουν τα βασικά προβλήματα της περιόδου στον υπερδιπλασιασμό των προσελεύσεων στα ΤΕΠ, στο χαμηλό ποσοστό εισαγωγών σε σχέση με τον όγκο των περιστατικών, στις σοβαρές πιέσεις στην περιφέρεια με ελάχιστο ιατρικό προσωπικό, στις ελλείψεις αντιικών φαρμάκων λόγω του κλεισίματος της πλατφόρμας της ΕΚΑΠΥ και στον αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων από τη νοσηλεία σε ακατάλληλους χώρους.
Με την κορύφωση του κύματος της γρίπης να αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες, οι ειδικοί συνιστούν ψυχραιμία αλλά αυξημένη προσοχή. Ο κ. Γιαννάκος απευθύνει σαφή έκκληση: «Η κορύφωση της γρίπης είναι μπροστά μας. Προσοχή λοιπόν, μέτρα προστασίας, πλύσιμο χεριών, μάσκες, εμβολιασμός, να αποφεύγεται ο συγχρωτισμός, να προσέχουμε τις επαφές με ηλικιωμένους και ευπαθείς ομάδες όταν έχουμε συμπτώματα γρίπης. Δεν χρειάζεται ούτε πανικός, αλλά ούτε εφησυχασμός».


