
Ο δρόμος προς την απαξίωση μετά την άθλια προπαγάνδα υπέρ των Μνημονίων, που έριχνε τις ευθύνες στον λαόΑπό τον
Δημήτρη Ριζούλη
Στην αρχή ήταν η απόκρυψη των ειδήσεων. Ακολούθησε η παραποίησή τους και στο τέλος το γλυκό έδεσε με την προπαγάνδα που είχε σκοπό να καθοδηγήσει την κοινή γνώμη. Δεν κρατήθηκαν ούτε τα προσχήματα. Τα τελευταία 10 χρόνια οι δημοσιογράφοι βρέθηκαν δικαίως στο στόχαστρο της κοινωνίας για τα βρόμικα παιχνίδια εξουσίας στα οποία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Ολοι; Ασφαλώς όχι. Για την ακρίβεια λίγοι, αφού οι περισσότεροι στα χρόνια των Μνημονίων υπέστησαν δραματικές περικοπές αποδοχών και αναγκάστηκαν να αποδεχτούν σκληρές εργασιακές συνθήκες. Ομως αυτοί οι λίγοι, οι προβεβλημένοι, αρκούσαν για να βγει το όνομα σε όλο τον κλάδο.
Ασφαλώς τέτοιοι υπήρχαν πάντα και θα υπάρξουν και στο μέλλον. Ομως τα τελευταία 10 χρόνια δεν κρατήθηκαν ούτε τα προσχήματα. Εξαιτίας της κρίσης το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ήταν αυξημένο, τα μίση και τα πάθη χτύπησαν κόκκινο και οι δημοσιογραφικές εκτροπές έγιναν περισσότερο αντιληπτές σε σχέση με το παρελθόν. Επίσης αυξήθηκε η πρόσβαση των πολιτών στο διαδίκτυο, που μαζί με τα πολλά στραβά του έχει και καλά. Βασικότερο όλων, ότι βρίσκουν χώρο οι αδέσμευτες φωνές.
Η δημοσιογραφική προπαγάνδα, που πήρε κραυγαλέες διαστάσεις, στοχοποιήθηκε (και δικαίως) αρχικά από μεμονωμένους bloggers και στη συνέχεια από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στο διαδίκτυο αναρτήθηκαν θέματα που «κόπηκαν» από τα «συστημικά» δελτία ειδήσεων. Ετσι σταδιακά οι τηλεθεατές, οι ακροατές και οι αναγνώστες έγιναν περισσότερο καχύποπτοι. Απαξίωσαν τηλεστάρ που θεωρούνταν παλαιότερα «αυθεντίες» και αναζήτησαν αλλού τις πηγές της πληροφόρησής τους. Μοιραία αυτό οδήγησε σε νέα προβλήματα. Σε ψεύτικες ειδήσεις του διαδικτυακού χάους, που γίνονταν viral, ή σε προσπάθειες παρόμοιας χειραγώγησης της κοινής γνώμης και μάλιστα από ανώνυμους δημοσιογράφους – σχολιαστές. Φαύλος κύκλος δηλαδή. Ο ίδιος φαύλος κύκλος που ακόμα συνεχίζεται!
Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι ορισμένοι από αυτούς τους τηλεστάρ που πρωταγωνίστησαν στις μαύρες ημέρες της μνημονιακής προπαγάνδας μαζεύτηκαν προ ημερών για να μιλήσουν για την… αξιοπρέπεια! Οχι αυτή των media, αλλά του λαού! Των απλών ανθρώπων δηλαδή, που «παρασύρθηκαν από λαϊκιστές και έγιναν αντιμνημονιακοί». Ασύλληπτο θράσος. Και φυσικά καμιά αυτοκριτική.
Το δυστύχημα είναι ότι, όπως πάντα συμβαίνει, μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά. Γελιέται όποιος νομίζει ότι τα φαινόμενα της προπαγάνδας και της απόκρυψης ειδήσεων θίγουν μόνο αυτούς που επιδίδονται σε τέτοιες συμπεριφορές. Η μπάλα τούς παίρνει όλους. Η απαξίωση είναι συνολική. Κι εκεί βρίσκεται η ευθύνη του συνόλου των δημοσιογράφων και των ενώσεων που δεν περιφρούρησαν εγκαίρως το επάγγελμα και το άφησαν να απαξιωθεί σε βαθμό που δεν υπάρχει επιστροφή.
Η δημοσιογραφική αλητεία στην εποχή μας έχει πάρει επιστημονικές διαστάσεις. Γι’ αυτό πολλές φορές είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Και μη νομίζετε ότι πρόκειται για ελληνικό φαινόμενο. Προσφάτως αποκαλύφθηκε ότι ο «ρεπόρτερ της χρονιάς» στη Γερμανία έκανε ψεύτικες συνεντεύξεις που τις έβγαζε από το μυαλό του! Πέρασαν πάνω από δύο χρόνια για να τον ανακαλύψουν…
Προχθές ζήσαμε την κορυφαία ίσως δημοσιογραφική απάτη της σύγχρονης εποχής. Ο Σκάι παρουσίασε ψεύτικο πρωτοσέλιδο της «δημοκρατίας» (του 2016) για να κρύψει το πραγματικό, επειδή προφανώς δεν ήταν αρεστό. Στη «δημοκρατία» έχουμε ζήσει και άλλα παρόμοια, όπως π.χ. να μη διαβάζουν τα πρωτοσέλιδά μας επειδή δεν… τα έλαβαν εγκαίρως. Αλλά τέτοια παραποίηση πρώτη φορά συνέβη! Επειτα από αυτό το περιστατικό, ναι, μπορούμε να πούμε ότι πιάσαμε πάτο. Ο κόσμος το ‘χει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι, λοιπόν. Μας φτύνουν (τους δημοσιογράφους) και ακόμα νομίζουμε ότι ψιχαλίζει. Αναρωτιούνται οι πάντες γιατί εξαφανίστηκε από τις ιστοσελίδες και τις εφημερίδες (πλην της «δημοκρατίας») το θέμα του Νίκου Γεωργιάδη. Μα δεν το περίμεναν; Πρώτη φορά είναι που συμβαίνει; Ας μην πέφτει κανείς από τα σύννεφα. Διανύουμε την πιο σκοτεινή ώρα της δημοσιογραφίας. Χειρότερη και από εκείνη της έναρξης των Μνημονίων. Η αλήθεια αναζητείται με το φανάρι του Διογένη. Γι’ αυτό ψάχνεται όλο και περισσότερο η κοινωνία να τη βρει, γυρνώντας την πλάτη στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.


