Η κυβέρνηση μοιράζει «δώρα» εν μέσω ακρίβειας – Η μεσαία τάξη πληρώνει τον λογαριασμό
Ένα μπαράζ παροχών ύψους 2,5 δισ. ευρώ ανακοινώνει η κυβέρνηση έως το καλοκαίρι του 2026, επιχειρώντας να βελτιώσει το αφήγημα της «ευημερίας» πριν οι πολίτες προλάβουν να συνειδητοποιήσουν ότι τα όποια δώρα εξαϋλώνονται στην αγορά.
Γιατί μπορεί οι ανακοινώσεις να δίνουν τίτλους αισιοδοξίας, όμως τα νοικοκυριά βλέπουν τα λεφτά να μπαίνουν από τη μία τσέπη και να βγαίνουν από την άλλη, κυρίως λόγω ακρίβειας και υπερφορολόγησης.
Η κυβέρνηση ξεκινά τη «διανομή» με αυξήσεις μισθών και συντάξεων και έκτακτα επιδόματα, με συνολικό κόστος 2,5 δισ. ευρώ έως τα μέσα του 2026.
Πρώτοι στη λίστα οι 147.000 ένστολοι, που θα λάβουν αναδρομικά 70 εκατ. ευρώ από το νέο μισθολόγιο. Ακολουθούν δύο νέες παροχές προς τα νοικοκυριά, συνολικού ύψους 590 εκατ. ευρώ:
230 εκατ. ευρώ για επιστροφή ενοικίου έως 800 ευρώ ανά δικαιούχο (και +50 ευρώ για κάθε παιδί).
360 εκατ. ευρώ για 1,45 εκατ. χαμηλοσυνταξιούχους και ΑμεΑ, μέσω μόνιμου επιδόματος 250 ευρώ κάθε Νοέμβριο.
Από τον Δεκέμβριο, προστίθεται αύξηση 2,4% στις συντάξεις και φοροελαφρύνσεις για δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα τις δουν στον μισθό του Δεκεμβρίου και οι ιδιωτικοί από τον Ιανουάριο.
Το επίδομα θέρμανσης ανεβαίνει στα 250 εκατ. ευρώ, με πληρωμές λίγο πριν τα Χριστούγεννα.
Η κυβέρνηση υπόσχεται και νέα αύξηση κατώτατου μισθού τον Απρίλιο, με στόχο τα 950 ευρώ το 2027. Ωστόσο, η αύξηση αυτή παραμένει ονομαστική, αφού η συσσωρευμένη ακρίβεια τριετίας αγγίζει το 20%.
Ο πληθωρισμός μπορεί να δείχνει «μόνο» 2%, αλλά τα τρόφιμα, τα ενοίκια και η ενέργεια εξακολουθούν να κατατρώγουν την αγοραστική δύναμη. Όπως παρατηρούν οικονομολόγοι, οι αυξήσεις «σβήνουν» μέσα σε λίγες εβδομάδες, αφήνοντας τη μεσαία τάξη στην ίδια, αν όχι χειρότερη, θέση.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να εμφανίσει ένα κοινωνικό προφίλ γενναιοδωρίας, μοιράζοντας μικροποσά που εξυπηρετούν επικοινωνιακά αλλά όχι ουσιαστικά.
Τα εφάπαξ επιδόματα και οι μειώσεις φόρων στα χαρτιά δεν αλλάζουν τη μεγάλη εικόνα:
το κόστος ζωής παραμένει δυσβάσταχτο,
η φορολογική πίεση αυξάνεται,
και οι πραγματικοί μισθοί εξακολουθούν να υπολείπονται του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Η λεγόμενη μεσαία τάξη, στην οποία η κυβέρνηση υποτίθεται ότι «ποντάρει», παραμένει παγιδευμένη: πληρώνει ακριβό ρεύμα, αυξημένα ενοίκια, υψηλούς φόρους και βλέπει τα «επιδόματα ανακούφισης» να εξανεμίζονται στα ταμεία των σούπερ μάρκετ.
Με τον προϋπολογισμό του 2026 να προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 2%, το οικονομικό επιτελείο επιλέγει να μοιράσει “παροχές” αντί να χτυπήσει τη ρίζα της ακρίβειας.

