Καταρρέει η κάλυψη των εργαζομένων – Μόνο ένας στους πέντε προστατεύεται σήμερα από συλλογική ρύθμιση
Η ελληνική αγορά εργασίας δείχνει πλέον ξεκάθαρα τα σημάδια μιας βαθιάς θεσμικής αποδόμησης.
Οι συλλογικές συμβάσεις, κάποτε βασικός πυλώνας προστασίας των εργαζομένων, έχουν σχεδόν εξαφανιστεί: το 2024 υπογράφηκαν μόλις 47, και από αυτές μόνο επτά κηρύχθηκαν υποχρεωτικές, ώστε να ισχύουν για ολόκληρους κλάδους.
Οι υπόλοιπες αφορούν αποκλειστικά τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις εργοδοτικές οργανώσεις που τις υπέγραψαν, αφήνοντας το 80% των εργαζομένων χωρίς συλλογική κάλυψη.
Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η κατάρρευση του συστήματος ξεκίνησε μετά την απορρύθμιση του 2012. Από κάλυψη σχεδόν 100% το 2010, η χώρα βρίσκεται πλέον στο 20%–28%, με την πλειονότητα των μισθωτών να διαπραγματεύεται ατομικά τους όρους εργασίας.
Το 2024 υπογράφηκαν 18 νέες κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις, αλλά η συνολική κάλυψη περιορίζεται σε 711.500 εργαζομένους, έναντι 2,52 εκατομμυρίων συνολικά.
Οι συνέπειες για τους εργαζόμενους
Η απουσία συλλογικής προστασίας έχει οδηγήσει σε στασιμότητα μισθών, περιορισμό των θεσμικών δικαιωμάτων και ενίσχυση της εργοδοτικής ισχύος.
Το 2024, δύο στις τρεις επιχειρησιακές συμβάσεις (66%) δεν προέβλεψαν καμία αύξηση, ενώ μόλις το 34% προχώρησε σε οριακές βελτιώσεις αποδοχών για περίπου 57.000 εργαζόμενους.
Συνδικαλιστικοί φορείς κάνουν λόγο για «σιωπηρή αποδυνάμωση της φωνής των εργαζομένων» και ζητούν:
Επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων
Ενίσχυση της μετενέργειας, ώστε οι συμβάσεις να παραμένουν σε ισχύ μέχρι να συναφθούν νέες
Καθολική εφαρμογή των συλλογικών ρυθμίσεων σε όλη την αγορά
Το υπουργείο Εργασίας έχει ξεκινήσει διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους, εξετάζοντας κίνητρα για περισσότερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και βελτιώσεις στο πλαίσιο λειτουργίας του ΟΜΕΔ (Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας).
Στόχος είναι να παρουσιαστεί οδικός χάρτης ενίσχυσης των συλλογικών ρυθμίσεων έως το τέλος του 2025, με εφαρμογή από το 2026.
Η πρόκληση όμως παραμένει τεράστια: η ευρωπαϊκή οδηγία που έχει ήδη κυρωθεί από την Ελλάδα απαιτεί τουλάχιστον 80% κάλυψη των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις – ποσοστό που σήμερα φαντάζει μακρινό.
Η επόμενη διετία θα κρίνει αν η Ελλάδα θα μπορέσει να ανασυντάξει τον μηχανισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να επαναφέρει την ισορροπία ανάμεσα στην ευελιξία και τη δικαιοσύνη στην εργασία.


