Το ΚΚΕ ως εκκολαπτήριο διαφωνούντων καριεριστώνΤου πολίτη
Π. Α. Παπαγαρυφάλλου*
Αφορμή για τη χάραξη αυτών των γραμμών υπήρξε το ρεπορτάζ της «δημοκρατίας» (στο φύλλο της 17ης Μαρτίου) με τον τίτλο «Αριστερά: Το θερμοκήπιο της εξουσίας» (με το έμβλημα του γνωστού σφυροδρέπανου). Ενα σφυροδρέπανο στο όνομα και στην υπεράσπιση του οποίου υπέφεραν, αγωνίστηκαν και πέθαναν αμέτρητοι ιδεολόγοι αγωνιστές στην Ελλάδα και ανά την υφήλιο. Πρόκειται για ένα ιστορικό πολιτικοκομματικό έμβλημα, το οποίο λατρεύτηκε από μυριάδες αληθινούς ιδεολόγους, που έζησαν με το μεγάλο όνειρο το οποίο αυτό συμβόλιζε -τώρα έπαψε πια να συμβολίζει- και αποτελούσε το δυναμογόνο όραμα για τον καινούργιο κόσμο, για τη νέα ζωή!
Ηταν τότε που -όταν καθιερώθηκε- οι ξωμάχοι και οι κολίγοι θέριζαν με το δρεπάνι ολημερίς τα στάχυα και ήταν τότε που στις φάμπρικες οι προλετάριοι με το σφυρί έδιναν μορφή στο πυρακτωμένο σίδερο. Από τεχνική και παραγωγική άποψη τα δύο αυτά ιστορικά σύμβολα ανήκουν στο παρελθόν, αφού τα αντικατέστησε ο τεχνικός «πολιτισμός», ενώ το άλλοτε ζωτικό προλεταριάτο μπήκε ουσιαστικά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Χωρίς εργοστάσια, χωρίς φόρμες και σε κατάσταση ανεργίας και επιδοματικής κρατικής πολιτικής κατάντησε -με τα συσσίτια στα καζάνια των δήμων, των… φιλανθρώπων και της Εκκλησίας- κουρελοπρολεταριάτο της εποχής του 1850, όπως το χαρακτήριζε ο Κ. Μαρξ. Απότοκο αυτής της κοινωνικοοικονομικής και τεχνικής εξέλιξης είναι και το ξεθώριασμα της ταξικής συνείδησης, η οποία έχασε τα παλιά εννοιολογικά χαρακτηριστικά της (βλ. το έργο μου «Η Κομμουνιστική Ουτοπία» εκδ. β’ Πελασγός – Γιαννάκενας, Αθήνα 2013). Αυτή λοιπόν την προλεταριακή επανάσταση πήγαν να πραγματώσουν μετά την αυτοκατάρρευση του στρατιωτικού καθεστώτος προσχωρώντας στο ΚΚΕ και, μάλιστα, ως «σκληροί κνίτες» οι σημερινοί στυλοβάτες του σάπιου πολιτικού συστήματος: Γ. Κύρτσος, Δ. Τσιόδρας, Α. Λοβέρδος και Κ. Ζουράρις (βλ. τα βιογραφικά).
Αφού λοιπόν οι εν λόγω «επαναστάτες» διέγραψαν την επαναστατική δράση τους στον αστερισμό του Περισσού, ο οποίος έχτισε καριέρες και καριέρες μετά τη Μεταπολίτευση, «διεφώνησαν» και καθένας ακολούθησε τον δρόμο της καριέρας του στο αστικό κράτος, αλλάζοντας ή μάλλον πετώντας την επαναστατική συνείδηση, φορώντας τον σκούφο της εκφυλισμένης δημοκρατίας, τρώγοντας το βρόμικο παντεσπάνι τους. Πρόκειται για τη στόφα των «επαναστάντων», τους οποίους καυτηρίασε ο γράφων από το 1979, επικαλούμενος τούτες τις διεισδυτικές διαπιστώσεις του Λένιν, που έκανε στο έργο του «Αριστερισμός: παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» γράφοντας και τα εξής το 1920: «Δεν είναι δύσκολο να είσαι επαναστάτης όταν η επανάσταση έχει πια ξεσπάσει και φουντώσει, και όταν στην επανάσταση προσχωρεί ο καθένας απλώς από ενθουσιασμό, επειδή είναι της μόδας, κάποτε μάλιστα και για να σταδιοδρομήσει προσωπικά. Η “απολύτρωση” του προλεταριάτου από τέτοιους επαναστάτες της κακιάς ώρας τού στοιχίζει αργότερα […] μαρτύρια μπορούμε να πούμε των μαρτυρίων…».
*Πρόεδρος Επιτροπής Ενημερώσεως επί των Εθνικών Θεμάτων

