Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις γύρω από τον θάνατο της Ελένη Παπαδοπούλου, μια υπόθεση που επί σχεδόν τρία χρόνια παρουσιαζόταν ως τραγικό ατύχημα, αλλά τελικά, ύστερα από πολυεπίπεδη έρευνα, αποκαλύφθηκε ως δολοφονία με φερόμενο δράστη τον ίδιο της τον γιο.
Το κουβάρι της υπόθεσης, που ξεκίνησε από μια φωτιά σε διαμέρισμα στο Κολωνάκι, ξετυλίχθηκε αργά, με καθυστερήσεις, αντιφάσεις και αποκαλύψεις που οδήγησαν στη σύλληψη και προφυλάκιση του κατηγορούμενου πριν από μερικά 24ωρα.
Η 87χρονη γυναίκα, χήρα πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ, βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της στις 29 Ιανουαρίου 2022, έπειτα από πυρκαγιά που ξέσπασε στο διαμέρισμα. Αρχικά, ο θάνατός της αποδόθηκε σε ατύχημα, με το σενάριο του αναμμένου τσιγάρου να προβάλλεται ως η πιθανότερη αιτία, καθώς ήταν γνωστό ότι κάπνιζε. Ωστόσο, ήδη από την επόμενη ημέρα, το πόρισμα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φωτιά προκλήθηκε από εμπρησμό με τη χρήση εύφλεκτου υγρού.
Όπως εξήγησε ο Νίκος Διαμαντής, Αντιστράτηγος Π.Σ. ε.α., η αρχική διερεύνηση περιορίστηκε στο αδίκημα του εμπρησμού. «Η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει εμπρησμό, δεν έχει δολοφονία… Εκεί, μετά από 1,5 χρόνο, διαβιβάζει τη δικογραφία στον εισαγγελέα», ανέφερε, διευκρινίζοντας ότι τα στοιχεία που αποκάλυπταν και άλλο έγκλημα προέκυψαν αργότερα, μέσω των τοξικολογικών εξετάσεων.
Στο ερώτημα γιατί η Υπηρεσία Ανθρωποκτονιών δεν κινήθηκε νωρίτερα, η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, εξήγησε ότι «όντως παραδίδεται από την Πυροσβεστική μία δικογραφία… η γυναίκα ήταν νεκρή όταν κάηκε». Όπως τόνισε, η ουσιαστική αστυνομική έρευνα για εγκληματική ενέργεια ξεκίνησε το 2024, ενώ καθοριστικό ρόλο έπαιξε η ιατροδικαστική έκθεση που επιβεβαίωσε ότι ο θάνατος της ηλικιωμένης είχε προηγηθεί της φωτιάς.
Η στάση του γιου
Μέχρι και λίγες ημέρες πριν από τη σύλληψή του, ο γιος της αρνιόταν κατηγορηματικά κάθε εμπλοκή στον θάνατο της μητέρας του, επιμένοντας στο σενάριο του ατυχήματος, ακόμη και όταν οι αποκαλύψεις της εκπομπής «Φως στο Τούνελ» είχαν καταρρίψει αυτή την εκδοχή.
Ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτά η τελευταία συνομιλία του με τη Αγγελική Νικολούλη, η οποία πραγματοποιήθηκε λίγο πριν τη σύλληψή του, σε μια περίοδο που η έρευνα των Αρχών είχε φτάσει στο τελικό της στάδιο.
Όταν ρωτήθηκε ποιος θα μπορούσε να έχει πρόσβαση στο διαμέρισμα, απάντησε εμφανώς αμήχανα. «Δεν ξέρω, τι να πω… να μάθουμε πρώτα τα στοιχεία, τι είναι αυτά που βρήκαν. Πιστεύω ότι από την πρώτη μέρα τα έψαξαν όλα. Είχαν κάνει τη δουλειά τους καλά οι άνθρωποι σίγουρα. Αποκλείεται να είχαν υποψία και να μην τα έψαξαν όλα. Δε θέλω να μαντεύω, ούτε να βάζω με το μυαλό μου τίποτα, γιατί ξέρω ότι οι άνθρωποι που πέρασαν από το σπίτι ήταν όλοι εκλεκτά παιδιά και είχε έρωτα μαζί τους η μητέρα μου. Τα αγαπούσε. Δε μπορώ να σκεφτώ κακό για κανέναν», είχε υποστηρίξει.
Ακόμη και όταν του επισημάνθηκε ότι όλα συγκλίνουν σε βασανιστικό θάνατο και πως η αλήθεια πρέπει να αποκαλυφθεί, επέμενε: «Βασικά το αποκλείω. Αν έχετε κάποια στοιχεία παραπάνω που δεν ξέρω, να μου τα πείτε, θα το ήθελα». Σε άλλο σημείο υποστήριζε πως δεν μπορεί να κάνει εικασίες χωρίς το τελικό πόρισμα και χαρακτήριζε απίθανο το ενδεχόμενο δολοφονίας από άτομα του περιβάλλοντος της μητέρας του. «Κι εγώ και ο καθένας στη θέση μου, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήθελε να τιμωρηθεί ο άνθρωπος που το έκανε, αλλά το θεωρώ απίθανο από τους ανθρώπους που πέρασαν από το σπίτι μας», είχε πει.
Όταν ρωτήθηκε για πιθανό κίνητρο, ήταν κατηγορηματικός: «Κανένας. Δεν υπήρχε κανένα κίνητρο από κανέναν. Δεν θέλω να το συζητήσω άλλο». Παράλληλα, αμφισβητούσε τα στοιχεία των Αρχών, επικαλούμενος τεχνικές λεπτομέρειες της πυρκαγιάς: «Και αυτό το περίεργο φαινόμενο με τη φωτιά, πώς επιβίωσε το ύφασμα ιδίως αν ήταν εμποτισμένο με εύφλεκτο υλικό; Kαι το χέρι… το χεράκι της ήταν σαν ζωντανό, με το μανικιούρ, δεν ήταν καν μαυρισμένα, τσουρουφλισμένα. Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ και σίγουρα το έχουν φωτογραφίσει. Δεν είναι κάτι συνηθισμένο αυτό».
«Απορώ πως δεν την έχω σκοτώσει»
Την ίδια ώρα, μαρτυρίες κάνουν λόγο για μια τεταμένη κατάσταση στο εσωτερικό του σπιτιού, με συχνούς καβγάδες και έντονες λεκτικές επιθέσεις προς την ηλικιωμένη γυναίκα. «Ήταν μία μάνα που τα έδινε όλα. Έκρυβε πράγματα, προσπαθούσε να τον καλύψει, ντρεπόταν κόλας προφανώς», ανέφερε χαρακτηριστικά μία μαρτυρία, ενώ γείτονας αποκάλυψε ότι ο γιος επιδίωκε την πώληση του σπιτιού, χωρίς να του ανήκει: «Ήξερα ότι το σπίτι ήταν για πούλημα καιρό τώρα. Το σπίτι δεν άνηκε στον γιο της πριν πεθάνει η μητέρα του… Η γυναίκα δεν ήθελε να πουλήσει το σπίτι».
Σοκαριστική είναι και η μαρτυρία συγγενικού προσώπου, που μίλησε για βίαιη συμπεριφορά του κατηγορούμενου μήνες πριν τον θάνατο της γυναίκας: «Θύμωνε με τη θεία Ελένη και μάλωναν γιατί της τηλεφωνούσε και εκείνη δεν του απαντούσε ενώ ήταν σίγουρος ότι βλέπει τις κλήσεις. Αυτό τον εξόργιζε και μου έλεγε απορώ πως δεν την έχω σκοτώσει. Αυτό μου το είχε πει το καλοκαίρι του 2021 που ήμασταν στη Σαμοθράκη, μισό χρόνο πριν καεί. Εγώ τα άκουγα τότε και αναρωτιόμουν πότε θα ηρεμήσει. Ήταν βίαιος, έβγαζε μια βίαιη συμπεριφορά και της μιλούσε πολύ απότομα, άσχημα. Η θεία δεν άκουγε καλά και αυτό τον εκνεύριζε και γινόταν επιθετικός».
Η εξιχνίαση
Το χρονικό της υπόθεσης κορυφώθηκε όταν τα εργαστηριακά ευρήματα έδειξαν ότι η 87χρονη ήταν βαριά ναρκωμένη και πιθανότατα νεκρή πριν ξεσπάσει η φωτιά. Μέχρι τότε, ο γιος συνέχιζε να επικαλείται ακόμη και το ενδεχόμενο αυτανάφλεξης. «Είναι το φαινόμενο αυτό… το spontaneous combustion…», δήλωνε στις 22 Δεκεμβρίου 2025, ενώ σε μήνυμά του έγραφε: «Από που προκύπτει ότι δεν ήταν φωτιά από τσιγάρο; Παρακαλώ εξετάστε το ενδεχόμενο της αυτανάφλεξης…». Όταν όμως τα δεδομένα έγιναν αδιαμφισβήτητα, άλλαξε γραμμή, λέγοντας: «Τώρα πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας αλλά και της πιθανής αυτοκτονίας…».
Στις 26 Δεκεμβρίου 2025 ο άνδρας συνελήφθη από την αστυνομία και την Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2025 οδηγήθηκε στη φυλακή, κλείνοντας έναν μακρύ κύκλο συγκάλυψης, αμφισβητήσεων και καθυστερημένης δικαίωσης για την ηλικιωμένη γυναίκα.


