Ποιος είναι ο Τέλης Μυστακίδης, που η κυβέρνηση στηρίζει, με μέσο πίεσης τη Νέα Τούμπα, για να πεταχτεί εκτός «Δικεφάλου» και ΟΛΘ ο Ιβάν Σαββίδης
Aπό την εποχή του Γιώργου Μπατατούδη ήδη, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ο ρόλος των κυβερνήσεων στα εσωτερικά του ΠΑΟΚ, όπως συχνότατα κι άλλων μεγάλων ομάδων, είχε γίνει αδιάκριτος. Τότε, επί «Θεσσαλονικάρχη» Ευάγγελου Βενιζέλου στο υπουργείο Πολιτισμού της προολυμπιακής Ελλάδας, ο ιδιοκτήτης της περιβόητης ΕΡΓΑΣ, της Intersat και του «Ακροπόλ», γνωστότερος ως «Μπάτμαν», σπρωχνόταν από το ΠΑΣΟΚ για να «επενδύσει» ώστε να λύσει το οικονομικό πρόβλημα του «Δικεφάλου».
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Κάμποσα χρόνια μετά ήταν η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου που το καλοκαίρι του 2012, στα πρώτα μαύρα χρόνια του Μνημονίου και των μαζικών αποεπενδύσεων, υποδεχόταν με ανακούφιση την έλευση του «φορτωμένου» ρούβλια Ιβάν Σαββίδη από τη Ρωσία για να δώσει τέλος στα οικονομικά αδιέξοδα του ΠΑΟΚ.
Λίγους μήνες μετά ο μεγιστάνας αναλάμβανε τη διαχείριση του «Μακεδονία Παλλάς», στη συνέχεια έπαιρνε τον ΟΛΘ και σταδιακά η διείσδυσή του στην οικονομία της βόρειας Ελλάδας αυξανόταν. Μια από τις πρώτες αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση ήταν να γίνουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις, ώστε ο ΠΑΟΚ να απαλλαχθεί από τον βραχνά των προσαυξήσεων στα χρέη του, καταβάλλοντας τελικά, με προσωπική επίσκεψη Σαββίδη στην Εφορία, 10,8 εκατ. ευρώ τον Μάιο του 2015. Σήμερα στην κυβέρνηση βρίσκεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο άνθρωπος που, κατά τον Ιβάν Σαββίδη, κι όσα έλεγε το 2017, «δεν θα γίνει πρωθυπουργός ποτέ». Ο πρωθυπουργός φαίνεται ότι είναι πίσω από τη στήριξη στην ξαφνική «εισβολή» του Τέλη Μυστακίδη στα εσωτερικά του ΠΑΟΚ. Το βράδυ της Δευτέρας ο πολυεκατομμυριούχος εμφανίστηκε ως ο «χτίστης» της Νέας Τούμπας, έχοντας το πράσινο φως του Ερασιτέχνη. Κάτι που την επόμενη μέρα προκάλεσε την εύλογη, όσο και σκληρή, αντίδραση του Σαββίδη.
Ο ιδιοκτήτης του ΠΑΟΚ περνά πλέον τον περισσότερο χρόνο του στην εμπόλεμη Ρωσία, έχοντας παραδοσιακά άψογες σχέσεις με τον Πούτιν. Μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι εμφανίσεις του στη χώρα μας είναι σπάνιες. Ο Σαββίδης γνωρίζει τις δυτικές πιέσεις που ασκούνται για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, αλλά δεν έχει εκδηλώσει πρόθεση υποχώρησης και αποεπένδυσης. Ακόμα και τα σενάρια περί πώλησης του Open δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Οσοι γνωρίζουν ξέρουν πως ο ΠΑΟΚ θα ήταν το τελευταίο επιχειρηματικό όχημά του που θα εγκατέλειπε. Το τάιμινγκ δεν ήταν τυχαίο. Το σενάριο Μυστακίδη είδε το φως αμέσως μετά την εμφάνιση των πιέσεων της Στουτγάρδης για τον Κωνσταντέλια. Οι συνειρμοί, ως «ρεπορτάζ», διέδωσαν γρήγορα πως οι υποτιθέμενες ταμειακές δυσχέρειες Σαββίδη θα ξεπεραστούν με την είσοδο Μυστακίδη, κι έτσι, εκτός της Νέας Τούμπας, θα παραμείνει στον ΠΑΟΚ και ο Κωνσταντέλιας, αφού τα 20 εκατ. ευρώ έσοδα από τη μεταγραφή του δεν θα είναι απαραίτητα.
Θεωρητικά, αυτό το σενάριο μη πώλησης θα ηρεμούσε τους οπαδούς, αλλά συνέβη το αντίθετο. Η πλειονότητα του κόσμου αναγνωρίζει τη συμβολή του Σαββίδη και τον στηρίζει. Η οικονομική επιφάνεια του Μυστακίδη δεν αμφισβητείται, ωστόσο ο Μητσοτάκης είναι ο «λαγός» αυτής της κούρσας. Φαίνεται, δηλαδή, ότι ακολουθεί τα «θέλω» του αμερικανικού παράγοντα, με το γεωπολιτικό ενδιαφέρον να στρέφεται κυρίως στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Από την Αμερική, άλλωστε, ξεκίνησε το 2018 το ξήλωμα του πουλόβερ Μυστακίδη και της παντοκρατορίας του. Τα ελληνικά ΜΜΕ, που είναι της προσκολλήσεως Μητσοτάκη, αποθεώνουν από προχθές τον πιθανό νέο επενδυτή για τον ΠΑΟΚ, όμως η άποψη του Bloomberg είναι διαφορετική. Και, στην προκειμένη, το πανίσχυρο Bloomberg έχει το εκτόπισμα, όχι τα απαξιωμένα ελληνικά ΜΜΕ του Κυριάκου…
Τον Οκτώβριο του 2018 το αμερικανικό δίκτυο έριξε την πρώτη βόμβα στο επιχειρηματικό «εγώ» του Μυστακίδη: «Πλησιάζει το τέλος της βασιλείας του δισεκατομμυριούχου βασιλιά χαλκού της Glencore;» Η αναφορά ήταν στον Ελληνα κροίσο με τις δραστηριότητές του στο Κονγκό: «Ο Αριστοτέλης Μυστακίδης είναι ένας από τους πιο ισχυρούς εμπόρους μετάλλων στον κόσμο. Για σχεδόν 20 χρόνια ο αυθάδης, υπερκινητικός Ελληνας, γνωστός σε όλους απλώς ως Τέλης, κυριαρχεί στην παγκόσμια αγορά χαλκού, αγοράζοντας και πουλώντας αρκετό κόκκινο μέταλλο για να προμηθεύσει κάθε εργοστάσιο στις ΗΠΑ δύο φορές. Σήμερα ο άνθρωπος που έχτισε τη φήμη της Glencore στον τομέα του χαλκού αντιμετωπίζει δύσκολα ερωτήματα σχετικά με το πώς το κατάφερε. Ο Μυστακίδης, ο οποίος μέχρι πρόσφατα διηύθυνε τόσο την εμπορία όσο και την εξόρυξη χαλκού, βρίσκεται υπό έντονη πίεση ύστερα από μια σειρά ερευνών, προβλημάτων και νομικών πονοκεφάλων».
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, «το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ διερευνά τις συναλλαγές της Glencore στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, μια από τις φτωχότερες και πιο διεφθαρμένες χώρες στον κόσμο. Οι καναδικές ρυθμιστικές Αρχές διερευνούν επίσης λογιστικές παρατυπίες σε ορυχεία χαλκού, όπου ο Μυστακίδης ήταν επικεφαλής. Η εταιρία δήλωσε ότι συνεργάζεται με την έρευνα του υπουργείου Δικαιοσύνης και λαμβάνει σοβαρά υπόψη την ηθική και τη συμμόρφωση». Οι φουρτούνες δεν τελείωσαν για τον Μυστακίδη, αφού το 2022 το Bloomberg ξαναχτύπησε. Εκανε λόγο για υποθέσεις διαφθοράς και χειραγώγησης της αγοράς κατά της Glencore, που περιλαμβάνουν κατηγορίες γύρω από τη συμπεριφορά δύο πρώην στελεχών του γίγαντα των εμπορευμάτων, οι οποίοι βρίσκονταν σε ανώτερες θέσεις στην εταιρία για πάνω από μία δεκαετία και έφυγαν ως δισεκατομμυριούχοι, με την εταιρία να δηλώνει ένοχη. «Από τις περιγραφές αναγνωρίζονται ο Αλεξ Μπερντ, πρώην επικεφαλής πετρελαίου της Glencore, και ο Τέλης Μυστακίδης» σημείωνε το Bloomberg…
ΤΕΛΗΣ ΜΥΣΤΑΚΙΔΗΣ
Επιχειρηματίας, δισεκατομμυριούχος έμπορος μετάλλων
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε το 1962 στη Ρώμη, με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη. Εχει ελληνική και βρετανική ιθαγένεια. Η περιουσία του ανέρχεται στα 3,5 δισ. δολ., σύμφωνα με το «Forbes». Πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στη Ρώμη, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως θαλάσσιος βιολόγος για τα Ηνωμένα Εθνη. Μετακόμισε στην Αγγλία για να φοιτήσει σε οικοτροφείο στο Εσεξ, προτού σπουδάσει στο London School of Economics. Η πρώτη του δουλειά ήταν στο γραφείο μετάλλων της Cargill, της μεγαλύτερης εταιρίας αγροτικών προϊόντων στον κόσμο. Ακολούθησε θητεία στη χρηματιστηριακή εταιρία μετάλλων Credit Lyonnais Rouse, όπου εργάστηκε μαζί με τον Νάιτζελ Φάρατζ, τον πρώην ηγέτη του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Το 1993 εργάστηκε στη Marc Rich & Co., η οποία αργότερα έγινε η Glencore, όπου εκμεταλλευόμενος συγκυρίες άρχισε γρήγορα να συσσωρεύει μετοχές της, τοποθετώντας τον στον δρόμο του δισεκατομμυριούχου. Τον Δεκέμβριο του 2018, μετά τον θόρυβο για σκάνδαλα σε αμερικανικά ΜΜΕ, αποχώρησε από την Glencore. Εχει επενδύσει στις ΗΠΑ με 500 εκατ. ευρώ, όπως και σε άλλες χώρες, ενώ από το 2021 είναι μέτοχος στην Τράπεζα Πειραιώς με 50 εκατ. ευρώ (5,14%). Το 2021 εισήλθε στη ναυτιλιακή βιομηχανία, όταν πραγματοποίησε σημαντική επένδυση στη Union Maritime με έδρα το Λονδίνο.