Η φορο-καταιγίδα πίσω από το αφήγημα της ανάπτυξης – Οι πολίτες αιμοδότες του Προϋπολογισμού

Με τους υψηλούς έμμεσους φόρους συμπιέζονται τα οικονομικά των νοικοκυριών και η κατανάλωση, πλήττοντας τις επιχειρήσεις – δεν είναι τυχαίο ότι ο όγκος πωλήσεων στο λιανεμπόριο μειώθηκε κατά 3,4% το 2023 και 1,6% το 2024.

Του Μάκη Ντόβολου | Πηγή: DEAL News

Η κυβέρνηση των «λιγότερων φόρων» και η πραγματικότητα

Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη εξελέγη με το σύνθημα των «λιγότερων φόρων». Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που «τετραγώνισε τον κύκλο», εφαρμόζοντας μια άνευ προηγουμένου φορολογική επιβάρυνση των πολιτών, παρά τους σταθερούς ή μειωμένους φορολογικούς συντελεστές. Το αποτέλεσμα είναι η συρρίκνωση της κατανάλωσης και η υπονόμευση της βιωσιμότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Τα στοιχεία που αποκαλύπτουν τη φορολογική έκρηξη

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η DEALnews, η αθόρυβη αλλά βαθιά φορολογική επιδρομή των τελευταίων ετών έχει ως εξής:

  • Έσοδα από ΦΠΑ: αύξηση κατά 7,4 δισ. ευρώ (2022–2026)

  • Ειδικοί φόροι κατανάλωσης: αύξηση κατά 438 εκατ. ευρώ

  • Φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων: αύξηση κατά 4,6 δισ. ευρώ

  • Φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων: αύξηση κατά 3,8 δισ. ευρώ

Αυτές οι υπεραποδόσεις οδηγούν σε υπερπλεονάσματα, ένα μικρό μέρος των οποίων επιστρέφει στην κοινωνία, εξυπηρετώντας παράλληλα τις πολιτικές επιδιώξεις του κυβερνώντος κόμματος.

Η ακρίβεια «φουσκώνει» τα έσοδα

Η κυβέρνηση αποδίδει τις αυξημένες εισπράξεις στον ΦΠΑ στον περιορισμό της φοροδιαφυγής, στις ηλεκτρονικές συναλλαγές και στην αυξημένη κατανάλωση. Ωστόσο, ο πραγματικός «ελέφαντας στο δωμάτιο» είναι η ακρίβεια των τελευταίων ετών, η οποία φούσκωσε τον ΦΠΑ πάνω στις αυξημένες τιμές.

Παρά τα αιτήματα, η κυβέρνηση αρνείται να μειώσει τους συντελεστές ΦΠΑ, ακόμη και για βασικά αγαθά, με το επιχείρημα ότι η μείωση δεν θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, όπου η μείωση θα είχε άμεσο αντίκτυπο στις λιανικές τιμές.

Οι πιέσεις στα νοικοκυριά και οι απώλειες στην αγορά

Η ακρίβεια λειτουργεί ως δίκοπο μαχαίρι, επιβαρύνοντας τα νοικοκυριά και μειώνοντας την κατανάλωση. Ο όγκος πωλήσεων στο λιανεμπόριο μειώθηκε κατά 3,4% το 2023 και 1,6% το 2024, γεγονός που, σε συνδυασμό με την αύξηση των φόρων για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έχει οδηγήσει πολλούς εκτός αγοράς – 62.000 αυτοαπασχολούμενοι λιγότεροι μέσα σε έναν χρόνο.

Οι πολίτες αιμοδότες του Προϋπολογισμού

Μισθωτοί, συνταξιούχοι και ελεύθεροι επαγγελματίες έχουν μετατραπεί σε κύριους χρηματοδότες του κρατικού Προϋπολογισμού. Η αύξηση των αμοιβών τούς οδηγεί σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια, προκαλώντας τον λεγόμενο πληθωριστικό φόρο. Παράλληλα, η διατήρηση των τεκμηρίων εντείνει την πίεση.

Ενδεικτικά, ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων για το 2026 θα είναι μειωμένος μόλις κατά 93 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2025, παρά τα μέτρα ελάφρυνσης ύψους 1,2 δισ. ευρώ. Η αύξηση των μισθών, των συντάξεων και του κατώτατου μισθού θα καλύψει τη διαφορά, οδηγώντας τελικά σε ίδια ή μεγαλύτερη φορολόγηση.

Η κερδοφορία των επιχειρήσεων και η έκτακτη φορολόγηση

Η αύξηση της φορολογίας των νομικών προσώπων συνδέεται κυρίως με τη βελτιωμένη κερδοφορία των τελευταίων ετών, που σε μεγάλο βαθμό προήλθε από την άνοδο των τιμών. Επιπλέον, το 2024 εφαρμόστηκε έκτακτη φορολόγηση στις εταιρείες διύλισης, ενισχύοντας περαιτέρω τα κρατικά έσοδα.

«Όχι» από το Μαξίμου στην τιμαριθμοποίηση

Το οικονομικό επιτελείο απέρριψε την πρόταση για τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, δηλαδή την προσαρμογή των φορολογικών ορίων βάσει πληθωρισμού. Έτσι, η αύξηση των αμοιβών οδηγεί σε υπέρμετρη φορολόγηση, χωρίς πραγματική αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος.

Σύμφωνα με μελέτη του τμήματος Οικονομικής Ανάλυσης της Eurobank, η φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων από μισθούς, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα αυξήθηκε από 9,9% το 2021 σε 11,1% το 2023. Από αυτή την αύξηση, το 37% οφείλεται στη μη τιμαριθμοποίηση. Αν η κλίμακα είχε προσαρμοστεί, τα έσοδα θα ήταν 9,2% χαμηλότερα.

Ποιοι θα ωφελούνταν περισσότερο

Η μελέτη δείχνει ότι η τιμαριθμοποίηση θα ήταν πιο δίκαιη από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Εξαιρουμένων των χαμηλότερων εισοδημάτων (το φτωχότερο 40%), οι περισσότεροι μισθωτοί θα πλήρωναν λιγότερους φόρους, με το όφελος να κυμαίνεται:

  • Από έως 2% για όσους βρίσκονται στο 80%-90% της κατανομής εισοδημάτων

  • Έως 41% για τον διάμεσο φορολογούμενο

Συμπέρασμα

Η εικόνα της «φορολογικής δικαιοσύνης» που προβάλλεται από την κυβέρνηση αποδομείται από τα ίδια τα στοιχεία. Η ανάπτυξη που στηρίζεται στη φορολογική υπεραπόδοση δεν είναι βιώσιμη, καθώς επιβαρύνει τα νοικοκυριά, αποδυναμώνει τη μεσαία τάξη και υπονομεύει την πραγματική οικονομία.

Από την έντυπη έκδοση της DEAL News (φύλλο 10/10/2025).














spot_img

Ροή ειδήσεων

spot_img

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ