Οι Ελληνες, αν κάτι ξέρουμε να κάνουμε με συνέπεια και πάθος και υπερβολή και λίγη υπερπαραγωγή από πάνω, είναι το να χωριζόμαστε σε στρατόπεδα. Αλλοι λαοί έχουν τα χόμπι τους, τους κανόνες τους, τα ήρεμα πολιτικά τους συστήματα. Εμείς έχουμε την ευγενή τέχνη της διάσπασης. Και τώρα, αντί να τσακωνόμαστε αν ο φραπέ πρέπει να χτυπιέται δέκα ή είκοσι δευτερόλεπτα, έχουμε περάσει σε πιο κοσμοϊστορικά διλήμματα. Οι μισοί είμαστε με τον Ζελένσκι και οι άλλοι μισοί με τον Πούτιν.
Οχι πως γνωρίζουμε ακριβώς γιατί είμαστε με τον έναν ή τον άλλον! Αυτό θα ήταν υπερβολή. Σημασία έχει να επιλέξουμε στρατόπεδο πριν το επιλέξουν οι άλλοι για εμάς. Στην ελληνική κοινωνία η ουδετερότητα είναι ύποπτη, σχεδόν ανήθικη. Αν πεις «δεν ξέρω, δεν έχω ολοκληρωμένη άποψη», αμέσως σε κοιτάζουν με εκείνο το βλέμμα του καχύποπτου αστυφύλακα, που θεωρεί ότι κάτι κρύβεις, ίσως οργανώνεις «ανατροπή» με μολότοφ στο υπόγειο.
Οι μισοί, λοιπόν, υψώνουν διαδικτυακά σημαιάκια με τον Ζελένσκι, τον βλέπουν σαν έναν σύγχρονο Δαβίδ που παλεύει με τον Γολιάθ. Οι άλλοι μισοί, πάλι, βλέπουν τον Πούτιν σαν τον αυστηρό, σταθερό πατερούλη, που ποτέ δεν είχαμε αλλά πάντα φοβόμασταν -ή ελπίζαμε- ότι θα εμφανιστεί. Το θέμα δεν είναι τόσο τι έκανε ο καθένας τους, όσο τι μας βολεύει να πιστέψουμε ώστε να ταιριάξουμε με το περιβάλλον μας. Είναι κοινωνικό καμουφλάζ, σαν να φοράς την κατάλληλη στολή παραλλαγής ανάλογα με το στενό στο οποίο θα παρκάρεις.
Και κάπως έτσι, στο ελληνικό τραπέζι της Κυριακής, ο καβγάς ανάβει πια όχι για το πόσο πέτυχε το αρνί, αλλά για το ποιος από τους δύο ηγέτες «είναι ο σωστός». Ξαφνικά η θεία Αφροδίτη, που μέχρι χθες δεν ήξερε τη διαφορά ανάμεσα στην Ουκρανία και την Ουρουγουάη, αναλύει γεωπολιτικές ισορροπίες. Ο θείος Μανώλης ορκίζεται πως «αν κυβερνούσα εγώ, θα είχα λύσει το θέμα σε δέκα λεπτά». Εν τω μεταξύ, το μόνο θέμα που δεν έχει λύσει είναι το πού άφησε τα γυαλιά του.
Η τραγική ειρωνεία: Ολοι αυτοί που τσακώνονται λύσσαξαν να ανήκουν κάπου, με έναν Ζελένσκι, με έναν Πούτιν, αλλά ακριβώς αυτή η φλογερή ανάγκη να ανήκουμε είναι που μας κάνει να μην ανήκουμε ποτέ πραγματικά ο ένας στον άλλον. Ο διχασμός είναι το εθνικό μας «κουκούλι». Μας δίνει ταυτότητα, μας δίνει ρόλο, μας δίνει και μια δικαιολογία να υψώνουμε τη φωνή μας, που αλλιώς θα έμενε αδικαιολόγητα χαμηλή. Κι αν έρθει ποτέ μέρα που δεν θα χωριζόμαστε σε στρατόπεδα; Θα χρειαστεί να βρούμε καινούργιο λόγο. Μην ανησυχείτε, εφευρετικοί υπήρξαμε πάντα. Αλλωστε, τι είδους Ελληνες θα ήμασταν αν συμφωνούσαμε;
Η Ακίς


