Ο φτωχός Νότος μπορούσε να κερδίζει στα ίσα και να τιμωρεί με έμπνευση και πίστη την υπεροψία του τυραννικού Βορρά
Η ζωή δεν θα άξιζε ούτε καν μια δεύτερη ματιά, αν απουσίαζε η αλητεία. Γοητεύει τους ανθρώπους ο ίλιγγος της πτώσης. Βαθμηδόν και με μαγνητική έλξη, όλα συντελούν στη φθορά. Αλεξιπτωτιστές στο ηθικό κενό. Εφορμούμε κάθετα στη φρίκη. Μερικοί απλώς συντομεύουν τη διαδρομή. Λίγοι το κάνουν με ταλέντο. Και ακόμα λιγότεροι όπως ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα λυγίζουν, επειδή υποφέρουν υπερβολικά από αυτό…
- Γιώργος Χατζηδημητρίου
Το ποδόσφαιρο πάνω απ’ όλα παραμένει το πιο δημοκρατικό σπορ. Ο Πελέ ήταν κοντός. Ο μεγάλος και καλύτερός του, ο Γκαρίντσα (άλλος αυτοκαταστροφικός…), με έξι πόντους λιγότερους στο ένα του πόδι, σχεδόν χωλός. Ο Μαγυάρος Φέρεντς Πούσκας χοντρός. Ο Ντιέγκο κοντόχοντρος.
Κι από την άλλη, αν δεν ήταν ο «Ιπτάμενος Ολλανδός» (προικισμένος κι αυτός με φως και σκοτάδια…) Γιόχαν Κρόιφ, τους ψηλούς επιθετικούς στο ποδόσφαιρο θα τους είχανε μονάχα για να αλλάζουν τις λάμπες στα αποδυτήρια. Το συνόψισε πιο γλαφυρά ο πανύψηλος σέντερ φορ (2,01 μ.) της Εθνικής Αγγλίας Πίτερ Κράουτς. Οταν τον ρώτησαν τι θα ήταν αν δεν γινόταν ποδοσφαιριστής, εκείνος, που χάρη στην μπάλα πήγε με όμορφες γυναίκες, απάντησε μονολεκτικά και με βιτριολική αυτογνωσία «παρθένος»!..
«Είναι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της Αγγλίας» είχε αφορίσει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες για το ποδόσφαιρο. Η απέχθειά του για το σπορ εντοπιζόταν σε κάτι πολύ πιο ενοχλητικό από την αισθητική. Το πρόβλημά του ήταν η οπαδική κουλτούρα, την οποία συνέδεε με εκείνο το είδος τυφλής μαζικής υποστήριξης που στερέωσε στην εξουσία τους αρκετούς από τους ηγέτες των πιο απάνθρωπων καθεστώτων του περασμένου αιώνα. Τα μεγάφωνα της χούντας του Βιντέλα στην πατρίδα του, την Αργεντινή, σκέπαζαν στο Μουντιάλ του 1978, που κατέκτησε η ομάδα του El Flaco («ο αδύνατος») Σεζάρ Μενότι τις οιμωγές χιλιάδων πολιτικών κρατουμένων.
Στους αντίποδες ο σκληροτράχηλος Σκοτσέζος προπονητής Μπιλ Σάνκλι, που έκανε τη Λίβερπουλ ομάδα-πρότυπο, συνήθιζε να λέει: «Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι το ποδόσφαιρο είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Είμαι πολύ απογοητευμένος από αυτή την προσέγγιση. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι είναι κάτι πολύ σημαντικότερο απ’ αυτό».
Η οικεία φιγούρα του Μαραντόνα μάς μάγεψε και έξω από τα γήπεδα, γιατί είχε ένα πολύ ασυνήθιστο παρελθόν. Οπως το αλάνι του Μπέλφαστ, τον Μπεστ, είχε κι εκείνος κάτι που συμβαίνει σπάνια, ένα παρελθόν στο οποίο ήδη υπήρχε ως θρύλος. Είναι πολύ δύσκολο να σκεφτείς το μέλλον, όταν σέρνεις σαν θητεία σε κάτεργο έναν δυνάστη θρύλο. Δεν μπορείς καν να ζεις στο παρόν.
Αφετέρου, ο Ντιέγκο, όπως γράφηκε γι’ αυτόν, ενσάρκωνε ένα θέμα πολύ σημαντικό για τους ταπεινούς: πίσω από καθετί χυδαίο αποκάλυπτε την κρυμμένη χάρη και το υπέροχο. Του αρκούσε μόλις ένα δευτερόλεπτο, λίγα τετραγωνικά χορτάρι και μια μπάλα, και η χυδαιότητα μετασχηματιζόταν αμέσως μαγικά σε κάτι ιδιαίτερο μπροστά στα έκθαμβα μάτια μας.
Ο,τι και αν έκανε, ό,τι και αν δήλωνε, ακόμα και το πιο ακραίο που τον οδηγούσε να περνά τα όρια της γραφικότητας, δεν μπορούσε να σβήσει από πάνω του τη χάρη της δωρεάς. Ομως μέσα στις γραμμές του γηπέδου αποκαθιστούσε ορμητικά τη Δικαιοσύνη, που έλειπε από την κοινωνία. Ο φτωχός Νότος μπορούσε να κερδίζει στα ίσα και να τιμωρεί με έμπνευση και πίστη την υπεροψία του τυραννικού Βορρά.
Στα περίχωρα του Μπουένος Αϊρες, στο νεκροταφείο Τσακαρίτα, σπεύδουν καθημερινά εκατοντάδες απλοί άνθρωποι για να αποθέσουν ένα λουλούδι στο άγαλμα που έχει τοποθετηθεί δίπλα στον τάφο του πρόωρα χαμένου τραγουδιστή θρύλου του αργεντίνικου τάνγκο Κάρλος Γκαρντέλ.
Μάλιστα, οι υπεύθυνοι του νεκροταφείου φροντίζουν ώστε το τσιγάρο που υπάρχει στο χέρι του να είναι πάντοτε αναμμένο. Από τις 25 Νοεμβρίου του 2020 φουμάρει με παρέα, ακούγοντας τις αλήτικες ιστορίες του Ντιέγκο.
Από τη στήλη «Σχοινί Κορδόνι» της «Δημοκρατίας»


