Πολλοί εταίροι δεν έχουν πειστεί για τη μανούβρα που επιχειρούν Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία προς ίδιον όφελος, ενώ υπάρχουν πολλές ανησυχίες για τυχόν αντιδράσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, που θα πάρει μόνον ψίχουλα από τις πωλήσεις όπλων στην Ουκρανία
Το Συμβούλιο Κορυφής της Ε.Ε. την περασμένη Πέμπτη είχε ένα βασικό, αθέατο και πολύ σοβαρό θέμα, το οποίο προκάλεσε μεγάλες τριβές μεταξύ των εταίρων, δεν λύθηκε και γι’ αυτό παραπέμπεται στο επόμενο συμβούλιο, του Δεκεμβρίου. Το όνομα αυτού του προβλήματος είναι το εξής: 140 δισ. ευρώ.
- Της Κύρας Αδάμ
Αυτό είναι το ποσό που οι Ευρωπαίοι θέλουν να αφαιρέσουν και να «κατασπαράξουν» από τις παγωμένες ρωσικές καταθέσεις σε ευρωπαϊκές τράπεζες και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, κυρίως στο Βέλγιο. Τα ποσά αυτά οι Ευρωπαίοι θέλουν να τα δώσουν ως δάνειο στην Ουκρανία , η οποία θα δεσμευτεί ότι θα τα διαθέσει για την αγορά οπλικών συστημάτων για να εξακολουθήσει τον πόλεμο με την Ουκρανία. Στην πράξη, οι Ευρωπαίοι θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα 140 δισ. ευρώ των ρωσικών καταθέσεων για να δημιουργήσουν δάνεια προς την Ουκρανία, η οποία θα δεσμευτεί να αγοράζει ευρωπαϊκό οπλισμό και μέσω αυτού του τρόπου τα χρήματα να επιστρέφουν στην Ε.Ε. Το μεγάλο μπέρδεμα που δεν έχει λυθεί έχει δύο όψεις. Η πρώτη όψη του προβλήματος είναι το Βέλγιο.
Ο πρωθυπουργός του Βελγίου έχει κυριολεκτικώς στυλώσει τα πόδια και δεν πρόκειται να συναινέσει στην «υφαρπαγή» των 140 δισ. ευρώ από τις ρωσικές καταθέσεις στη χώρα του αν προηγουμένως όλοι οι εταίροι δεν δεσμευτούν εκ τω προτέρων ότι θα αναλάβουν ισόποσα τους κινδύνους και τις αστοχίες που μπορεί να έχει η δανειακή αυτή κίνηση με τα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια.
Η δέσμευση των ρωσικών 140 δισ. ευρώ δημιουργεί νομική αβεβαιότητα και κίνδυνο «υπονόμευσης» της ασυλίας κεφαλαίου, διότι μένουν ανοιχτά ζητήματα ως προς την κρατική/κεντρικοτραπεζική ασυλία και τη συμβατότητα με το Διεθνές Δίκαιο. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ έχει υπογραμμίσει ότι κάθε ευρωπαϊκή απόφαση πρέπει να «ακολουθεί το Διεθνές Δίκαιο» και ότι η ΕΚΤ είναι «ιδιαίτερα προσεκτική».
Το Βέλγιο, με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος των ρωσικών κεφαλαίων βρίσκεται στη βελγική Euroclear στις Βρυξέλλες, φοβάται ότι τυχόν νομικοί/χρηματοοικονομικοί κλυδωνισμοί θα χτυπήσουν δυσανάλογα το βελγικό σύστημα.
Γι’ αυτό και η βελγική κυβέρνηση ζητά ρητές εγγυήσεις επιμερισμού κινδύνων (risk-sharing) πριν συναινέσει στον δανεισμό των 140 δισ. ευρώ. Παράλληλα, προβάλλονται ενστάσεις για τα «αγοράσιμα» έσοδα, τη σταθερότητα των ροών και τον συσσωρευμένο φορολογικό χειρισμό των κερδών.
Προκειμένου να ξεπεραστεί το πολύ σοβαρό αυτό πρόβλημα οι «27» ανέθεσαν στην Κομισιόν και την κυρία Φον ντερ Λάιεν να ετοιμάσει «τη νομική βάση» πάνω στην οποία θα στηθεί η ασφαλής μεταφορά των ρωσικών 140 δισ. ευρώ σε δάνειο προς την Ουκρανία.
Η δεύτερη όψη του προβλήματος αφορά τους ίδιους τους Ευρωπαίους εταίρους και τους τρόπους επαναφοράς των ρωσικών χρημάτων πίσω στους ίδιους τος Ευρωπαίους.
Η Γερμανία και η Γαλλία, πρωτίστως, αλλά και η Ιταλία προσπαθούν να πείσουν τους εταίρους ότι τα ρωσικά 140 δισ. ευρώ υπό μορφή δάνειου προς την Ουκρανία πρέπει δεσμευτικά να χρησιμοποιηθούν για την αγορά ευρωπαϊκών οπλικών συστημάτων (δηλαδή από τις τρεις προαναφερθείσες χώρες), πράγμα που σημαίνει ότι τα χρήματα θα ξαναγυρίσουν αμέσως στα ταμεία των ευρωπαϊκών χωρών που θα πουλήσουν όπλα στην Ουκρανία. (σ.σ.: είναι μια σύγχρονη εκδοχή του Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει, με ξένα κόλλυβα).
Πολλοί εταίροι δεν έχουν πειστεί γι’ αυτή τη μανούβρα που επιχειρούν Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία προς ίδιον όφελος, ενώ υπάρχουν πολλές ανησυχίες για τυχόν αντιδράσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, που θα πάρει μόνον ψίχουλα από τις πωλήσεις όπλων στην Ουκρανία από αυτή τη δανειακή κίνηση.
Μέχρι στιγμής η Ουάσινγκτον παραμένει ψύχραιμη και, όπως έχει ήδη δηλώσει ο πρόεδρος Τραμπ στο G7, δεν ενδιαφέρεται να τσαλαβουτήσει στα ρωσικά 140 δισ. ευρώ, καθώς οι ΗΠΑ έχουν ήδη διασφαλίσει την αγορά αμερικανικού πολεμικού υλικού από την Ουκρανία αλλά και από τους Ευρωπαίους για λογαριασμό της Ουκρανίας.


