Ενας Ελληνας ευρωβουλευτής, με παράλληλη ιδιότητα διεθνούς αθλητή του μπάσκετ, άσκησε σωματική βία εναντίον δημοσιογράφου. Το περιστατικό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως ένα απλό επεισόδιο. Είναι, χωρίς αμφιβολία, γεγονός με σαφές πολιτικό και θεσμικό βάρος, που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τον σεβασμό των αξιωμάτων, την ποιότητα της δημοκρατίας και τα κριτήρια με τα οποία οι πολίτες επιλέγουμε τους εκπροσώπους μας.
Οι αιρετοί αξιωματούχοι, και ιδίως οι ευρωβουλευτές, δεν εκπροσωπούν μόνο τον εαυτό τους. Φέρουν στο χαρτοφυλάκιό τους θεσμούς, αξίες και κανόνες τους οποίους πρέπει να (και υποτίθεται ότι) υπηρετούν. Η άσκηση βίας από πολιτικό πρόσωπο, πόσο μάλλον εναντίον εκπροσώπου του Τύπου, συνιστά ευθεία προσβολή της ελευθερίας του λόγου και της ενημερώσεως και υπονομεύει τον ρόλο της ως πυλώνα ελέγχου της εξουσίας. Οταν η ισχύς του αξιώματος μεταφράζεται σε γροθιές, ύβρεις και εκφοβισμό, αυτομάτως δέχεται τα χτυπήματα –και τα τραύματα– η δημοκρατία.
Το φαινόμενο αυτό δεν είναι αποκομμένο από μια ευρύτερη πολιτική κουλτούρα ανοχής στη χυδαιότητα, στον αυταρχισμό και τον λαϊκισμό, την οποία εμείς οι Ελληνες απολαμβάνουμε εσχάτως στις οπερέτες που γράφονται στις εξεταστικές επιτροπές του Κοινοβουλίου μας. Σε αρκετές περιπτώσεις η επιθετικότης και η χυδαιότης εκλαμβάνονται ως «αυθεντικότης» και η αλαζονεία ως «δύναμη χαρακτήρος». Ετσι, η παραβίαση θεσμικών ορίων κανονικοποιείται, ιδίως όταν συνοδεύεται από δημοφιλία, αναγνωρισιμότητα ή προηγούμενη επιτυχία σε άλλους τομείς, όπως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αθλητισμός.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, και ειδικότερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οφείλει να στέκεται στο ύψος των αξιών που διακηρύσσει. Η αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών δεν μπορεί να εξαντλείται σε γενικόλογες καταδίκες. Απαιτούνται άμεσες και διαφανείς πειθαρχικές διαδικασίες, σαφής εφαρμογή του κώδικα δεοντολογίας και ουσιαστικές κυρώσεις, που να φτάνουν έως την αναστολή ή την αφαίρεση κοινοβουλευτικών προνομίων. Μόνο έτσι αποστέλλεται το μήνυμα ότι κανείς δεν βρίσκεται υπεράνω των κανόνων.
Το τελικό ερώτημα, όμως, αφορά τους ίδιους τους πολίτες, εμάς δηλαδή. Αλήθεια, σκεφθήκαμε ποτέ με ποια κριτήρια ψηφίζουμε και επιλέγουμε τελικά; Σκεφθήκαμε ότι συχνά η ψήφος καθοδηγείται από θυμό, απογοήτευση ή ταύτιση με πρόσωπα και όχι με αξίες; Η δημοσιότητα και η αναγνωρισιμότητα υπερισχύουν της πολιτικής επάρκειας και του ήθους. Ομως η δημοκρατία δεν τελειώνει στην κάλπη, αλλά απαιτεί κρίση, μνήμη και ευθύνη.
Η ποιότητα της πολιτικής ζωής είναι απεικόνιση τόσο των θεσμών όσο και των επιλογών της κοινωνίας. Η μηδενική ανοχή στη βία, η ουσιαστική λογοδοσία και η ώριμη, ενημερωμένη ψήφος αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε η εξουσία να παραμένει διάκονος προς το κοινό συμφέρον και όχι άλλοθι για αυθαιρεσία.
Η ΑΚΙΣ


