Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το ανθρωποκυνηγητό των γαλλικών αρχών για τον εντοπισμό των τεσσάρων ενόπλων δραστών που το μεσημέρι της Κυριακής εισέβαλαν στο μουσείο του Λούβρου και απέσπασαν ανεκτίμητα κοσμήματα του γαλλικού στέμματος, σε μια ληστεία που έχει προκαλέσει διεθνές σοκ και θέτει στο στόχαστρο τα τεράστια κενά ασφαλείας του πλέον επισκέψιμου μουσείου στον κόσμο.
Οι δράστες, ενεργώντας με στρατιωτική ακρίβεια, κατάφεραν να μπουν στο μουσείο μέσα από παράθυρο, την ώρα που ο χώρος ήταν ανοιχτός στο κοινό. Μέσα σε έξι μόλις λεπτά, ακινητοποίησαν τους φρουρούς, αφαίρεσαν οκτώ κοσμήματα ανεκτίμητης αξίας και διέφυγαν με μοτοσικλέτες που τους περίμεναν λίγα μέτρα πιο πέρα.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, η αξία των κλοπιμαίων αγγίζει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, ενώ ένα από τα αντικείμενα -το περίφημο στέμμα της αυτοκράτειρας Ευγενίας, συζύγου του Ναπολέοντα Γ- έσπασε κατά τη διαφυγή και βρέθηκε πεταμένο κοντά στο μουσείο.
Υποψίες για άνθρωπο μέσα στο Λούβρο
Οι γαλλικές αρχές εκτιμούν πως η επιχείρηση δεν ήταν απλώς καλά οργανωμένη, αλλά βασίστηκε σε ακριβείς πληροφορίες εκ των έσω. Όπως δήλωσαν αξιωματούχοι της αστυνομίας, οι δράστες «γνώριζαν κάθε τετραγωνικό μέτρο του Λούβρου», τις ώρες αλλαγής βαρδιών, τα τυφλά σημεία των καμερών και τα αδύναμα σημεία του συστήματος ασφαλείας.
Αν και προς το παρόν δεν υπάρχει επισήμως ύποπτος, οι ερευνητές έχουν εστιάσει την προσοχή τους σε πρόσωπο με καίρια θέση εντός του μουσείου, το οποίο ενδέχεται να έδωσε πληροφορίες στους ληστές. «Δεν αποκλείεται να έχουμε να κάνουμε με εσωτερική πληροφόρηση, ίσως και με συνεργό», ανέφερε πηγή κοντά στην έρευνα.
Η εισαγγελέας του Παρισιού αποκάλυψε πως οι αρχές έχουν στα χέρια τους ένα κίτρινο γιλέκο, το οποίο φορούσε ένας από τους δράστες, ενώ εξετάζονται ίχνη DNA και αποτυπώματα. Παράλληλα, διερευνάται αν υπήρξε παραπλάνηση του προσωπικού ασφαλείας μέσω ψευδών σημάτων ή τεχνικής παρέμβασης στα ηλεκτρονικά συστήματα του Λούβρου.
Το «μυστήριο» της επιλογής των στόχων
Ένα από τα πιο περίεργα στοιχεία της υπόθεσης είναι πως οι ληστές αγνόησαν το περίφημο διαμάντι Regent, αξίας άνω των 60 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο φυλάσσεται στην ίδια αίθουσα -τη Galerie d’Apollon.
«Αυτό δείχνει πως οι δράστες δεν ενδιαφέρονταν για τη μέγιστη αξία, αλλά για συγκεκριμένα αντικείμενα που πιθανόν είχαν προπαραγγελθεί», σχολίασε ειδικός των οίκων δημοπρασιών στο Παρίσι. Ο πρόεδρος του οίκου Drouot, Alexandre Giquello, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Μόνο το στέμμα της Ευγενίας αξίζει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Και δεν είναι καν το πιο σημαντικό αντικείμενο της συλλογής».
Το σενάριο ότι πίσω από τη διάρρηξη βρίσκεται ιδιώτης συλλέκτης με πάθος για τα σύμβολα του γαλλικού στέμματος παραμένει ανοιχτό. Οι αρχές, ωστόσο, δεν αποκλείουν την εμπλοκή διεθνούς εγκληματικής οργάνωσης, που χρησιμοποιεί έργα τέχνης και κοσμήματα για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Όπως ανέφερε ανώτερος αξιωματικός της Γαλλικής Αστυνομίας: «Στις μέρες μας, κάθε μεγάλη κλοπή τέχνης μπορεί να συνδέεται με τη διακίνηση ναρκωτικών ή με κυκλώματα χρηματοδότησης τρομοκρατίας. Τα ποσά είναι τεράστια και η τέχνη προσφέρει το τέλειο μέσο ‘καθαρισμού’ χρημάτων».
Απροετοίμαστο το Λούβρο – Προειδοποιήσεις που αγνοήθηκαν
Η θεαματική ληστεία αναδεικνύει σοβαρές αδυναμίες στα συστήματα ασφαλείας του Λούβρου, οι οποίες είχαν επισημανθεί εδώ και χρόνια. Παλαιότεροι διευθυντές και εργαζόμενοι είχαν προειδοποιήσει για υποστελέχωση και περικοπές στο προσωπικό ασφαλείας, που άφησαν «τυφλά σημεία» στην επιτήρηση.
Νωρίτερα μέσα στο 2025, η διοίκηση του μουσείου είχε απευθύνει επείγον αίτημα προς την κυβέρνηση Μακρόν για επιπλέον κονδύλια προκειμένου να ανακαινιστούν οι παλαιές αίθουσες και να ενισχυθούν τα μέτρα φύλαξης. Ωστόσο, όπως φαίνεται, οι παρεμβάσεις έμειναν στα χαρτιά.
Η υπουργός Πολιτισμού αναγνώρισε πως «επί 40 χρόνια δεν δινόταν η δέουσα προσοχή στην ασφάλεια των μεγάλων μουσείων», παραδεχόμενη ότι το Λούβρο «πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες μορφές εγκληματικότητας». Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, από την πλευρά του, υπενθύμισε ότι από τον Ιανουάριο βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο ενίσχυσης της ασφάλειας, το οποίο όμως δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί πλήρως.
Η «σκιώδης» ιστορία των κλοπών στο Λούβρο
Δεν είναι η πρώτη φορά που το Λούβρο βρίσκεται στο επίκεντρο εγκληματικής ενέργειας. Το 1911, ο πίνακας της Μόνα Λίζα κλάπηκε από έναν πρώην υπάλληλο του μουσείου, για να επιστραφεί τελικά δύο χρόνια αργότερα. Η υπόθεση εκείνη είχε σημαδέψει τη φήμη του Λούβρου για δεκαετίες -όπως ακριβώς αναμένεται να συμβεί και τώρα.
Περισσότερο από έναν αιώνα μετά, η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται, αποκαλύπτοντας ότι το πιο διάσημο μουσείο του κόσμου δεν είναι απρόσβλητο –όχι μόνο από εγκληματίες υψηλής τεχνογνωσίας, αλλά και από τη δική του αδράνεια.
Η επόμενη μέρα
Ενώ οι αρχές «χτενίζουν» το Παρίσι για ίχνη των δραστών και πιθανές επαφές τους με διεθνή κυκλώματα τέχνης, η διοίκηση του Λούβρου καλείται να λογοδοτήσει για το πώς ένα τόσο οργανωμένο χτύπημα μπόρεσε να γίνει σε broad daylight, λίγα μόλις βήματα από τη Μόνα Λίζα και χιλιάδες επισκέπτες.
Η τραγική ειρωνεία είναι πως το μουσείο, σύμβολο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, βρίσκεται τώρα στο επίκεντρο μιας υπόθεσης που αποκαλύπτει το εύθραυστο «κέλυφος» της ασφάλειας του πολιτισμού μας.