Η απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων που κρατούνταν από τη Χαμάς και των Παλαιστινίων κρατουμένων από το Ισραήλ αποτέλεσε μια στιγμή έντονης συγκίνησης και συμβολικής κάθαρσης στη Μέση Ανατολή.
Οι εικόνες των οικογενειών που ενώθηκαν ξανά έκαναν τον γύρο του κόσμου και φάνηκαν να αποδεικνύουν ότι, έστω και προσωρινά, η ειρήνη μπορεί να είναι εφικτή. Ωστόσο, πίσω από την ανακούφιση των πρώτων ημερών, αναδύονται σοβαρά ερωτήματα για το μέλλον της περιοχής και τις πραγματικές προθέσεις του σχεδίου που φέρει την υπογραφή του Ντόναλντ Τραμπ.
Το «Σχέδιο Τραμπ για τη Γάζα», όπως ονομάστηκε, παρουσιάστηκε ως μια πραγματιστική προσέγγιση για την αποκατάσταση της σταθερότητας και την αποτροπή μιας νέας σύγκρουσης. Ο Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρός του Τραμπ και αρχιτέκτονας του σχεδίου, δήλωσε ότι η επιτυχία της συμφωνίας οφείλεται στην απόφαση των διαπραγματευτών να μην μπλέξουν στις λεπτομέρειες. «Οι άνθρωποι της συμφωνίας», όπως είπε χαρακτηριστικά, «προχωρούν πρώτα στα βασικά και αφήνουν τα υπόλοιπα για αργότερα».
Ο Σεΐχης Μοχάμεντ μπιν Αμπντουλραχμάν Αλ Θάνι, πρωθυπουργός του Κατάρ, που διαδραμάτισε ρόλο–κλειδί στη διαμεσολάβηση, επιβεβαίωσε αυτή τη λογική. «Αν προσπαθούσαμε να συμφωνήσουμε σε ένα πλήρες πακέτο από την αρχή», δήλωσε, «δεν θα είχαμε φτάσει ποτέ σε αυτά τα αποτελέσματα».
Ωστόσο, όπως συμβαίνει συχνά στη Μέση Ανατολή, το εύκολο μέρος ήταν η αρχή. Οι πραγματικές δυσκολίες αρχίζουν τώρα, καθώς η περιοχή εισέρχεται σε μια εύθραυστη μεταπολεμική φάση. Όπως τονίζει ο Guardian στο εκτενές ρεπορτάζ του, το σχέδιο Τραμπ, παρά τα θετικά του πρώτα βήματα, φαίνεται να επαναλαμβάνει λάθη του παρελθόντος -λάθη που οδήγησαν στην αποτυχία προηγούμενων ειρηνευτικών διαδικασιών, όπως οι Συμφωνίες του Όσλο τη δεκαετία του 1990.
Η λογική του «ας το πετάξουμε στον τοίχο και ας δούμε αν κολλήσει κάτι» επανέρχεται: οι δύσκολες αποφάσεις μετατίθενται για αργότερα, ενώ στο μεταξύ το έδαφος αλλάζει – κυριολεκτικά και πολιτικά.
Θα αποσύρει το Ισραήλ τα στρατεύματά του;
Μέχρι στιγμής, το Ισραήλ έχει αποσυρθεί μερικώς από τις μεγάλες πόλεις της Γάζας, διαμορφώνοντας μια «κίτρινη γραμμή» που αφήνει υπό ισραηλινό έλεγχο περίπου το 53% του εδάφους. Θεωρητικά, η διαδικασία αυτή θα ολοκληρωθεί σε δύο στάδια:
- Με την ανάπτυξη μιας διεθνούς δύναμης σταθεροποίησης (ISF),
- Και αργότερα, με τη δημιουργία μιας μόνιμης «ζώνης ασφαλείας».
Ωστόσο, οι πρόσφατες δηλώσεις του Μπενιαμίν Νετανιάχου αφήνουν ελάχιστα περιθώρια αισιοδοξίας. «Οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις παραμένουν βαθιά μέσα στο έδαφος της Γάζας και ελέγχουν όλα τα στρατηγικά σημεία», δήλωσε και συνέχισε: «Περικυκλώνουμε τη Χαμάς από όλες τις κατευθύνσεις».
Η ρητορική αυτή δείχνει ότι ο Νετανιάχου δεν σκοπεύει να αποσύρει πλήρως τις δυνάμεις του, τουλάχιστον όχι σύντομα. Η ιστορία άλλωστε δεν είναι ενθαρρυντική: το Ισραήλ εξακολουθεί να κατέχει περιοχές στη Συρία επ’ αόριστον, ενώ συνεχίζει επιχειρήσεις στον νότιο Λίβανο, παρά τις κατά καιρούς εκεχειρίες.
Η πιθανότητα μιας πραγματικής αποχώρησης από τη Γάζα φαίνεται, προς το παρόν, ελάχιστη.
Θα αφοπλιστεί η Χαμάς;
Ο αφοπλισμός της Χαμάς αποτελεί τον βασικό πυλώνα του σχεδίου Τραμπ. Ωστόσο, το Σάββατο, ένας ανώτερος αξιωματούχος της οργάνωσης ξεκαθάρισε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι το ενδεχόμενο αυτό είναι «εκτός συζήτησης». «Η απαίτηση να παραδώσουμε τα όπλα μας δεν τίθεται προς διαπραγμάτευση», είπε χαρακτηριστικά.
Ακόμη και κατά την απελευθέρωση των ομήρων, ένοπλοι μαχητές εμφανίστηκαν δημόσια σε περιοχές της Γάζας, προβάλλοντας την εικόνα μιας Χαμάς που εξακολουθεί να ελέγχει την κατάσταση.
Η οργάνωση επιβίωσε επί δεκαετίες επειδή διατηρεί μονοπώλιο στη βία. Η στρατιωτική της δύναμη αποτελεί ταυτόχρονα όπλο και ασπίδα. Ακόμα κι αν δεχόταν να αφοπλιστεί, δεν υπάρχει σαφές σχέδιο για το πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί αυτό στην πράξη.
Ένα πιθανό μοντέλο, γνωστό ως «cantonment», θα προέβλεπε τον περιορισμό των μαχητών σε ειδικές ζώνες όπου θα παρέδιδαν τα όπλα τους. Όμως ποιος θα είχε τον έλεγχο αυτής της διαδικασίας; Το ερώτημα του αφοπλισμού, συνεπώς, μένει ανοιχτό — και ίσως ανέφικτο χωρίς βαθύτερη πολιτική αλλαγή.
Πώς θα λειτουργήσει η διεθνής δύναμη σταθεροποίησης (ISF);
Σύμφωνα με το σχέδιο του Λευκού Οίκου, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεργαστούν με Άραβες και διεθνείς εταίρους για τη δημιουργία μιας προσωρινής διεθνούς δύναμης σταθεροποίησης, που θα αναπτυχθεί άμεσα στη Γάζα.
Η δύναμη αυτή υποτίθεται ότι θα λειτουργήσει ως εγγύηση ασφαλείας, επιτρέποντας στο Ισραήλ να αποσύρει τις δυνάμεις του χωρίς να κινδυνεύει από μια επανεμφάνιση της Χαμάς. Ωστόσο, πολλές λεπτομέρειες παραμένουν ασαφείς:
- Θα έχει εντολή του ΟΗΕ;
- Ποιος θα αναλάβει το κόστος και τη διοίκηση;
- Θα έχει δικαίωμα εμπλοκής ή θα περιοριστεί σε ρόλο παρατηρητή;
Ένας δυτικός διπλωμάτης δήλωσε στους Financial Times ότι «κανείς δεν περιμένει η δύναμη αυτή να πολεμήσει τη Χαμάς». Θα είναι, είπε, «μια παρουσία που ίσως αποτρέψει νέα κλιμάκωση, αλλά χωρίς ουσιαστική δράση».
Το παράδειγμα του νότιου Λιβάνου, όπου οι ειρηνευτικές δυνάμεις του ΟΗΕ παραμένουν ανίσχυρες μπροστά στη Χεζμπολάχ, είναι χαρακτηριστικό. Οι διεθνείς στρατιώτες περιορίζονται συχνά στις βάσεις τους, ενώ λίγα χιλιόμετρα μακριά άλλες δυνάμεις ασκούν τον πραγματικό έλεγχο.
Εάν η ISF δεν έχει σαφή εντολή και πολιτική στήριξη, κινδυνεύει να γίνει σύμβολο αδράνειας αντί για εργαλείο ειρήνης.
Η ανοικοδόμηση της Γάζας: μια τιτάνια πρόκληση
Το σχέδιο του Τραμπ προβλέπει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ανασυγκρότησης της Γάζας, ένα είδος “σχεδίου Μάρσαλ” για τη Μέση Ανατολή. Υπόσχεται να «αναδομήσει και να ενεργοποιήσει» την περιοχή μέσα από επενδύσεις και διεθνή βοήθεια.
Στην πράξη, όμως, κανένα σαφές πλαίσιο δεν έχει παρουσιαστεί. Οι Παλαιστίνιοι βρίσκονται μπροστά σε ανυπολόγιστες καταστροφές: κατεστραμμένες υποδομές, ερείπια νοσοκομεία, σχολεία, εργοστάσια.
Η προηγούμενη εμπειρία, μετά τον πόλεμο του 2014, ήταν απογοητευτική. Παρά τη διεθνή βοήθεια, η ανοικοδόμηση προχώρησε με ρυθμούς χελώνας, ενώ μαύρες αγορές οικοδομικών υλικών άνθισαν γύρω από τις επίσημες αποθήκες. Οι πολιτικοί περιορισμοί του Ισραήλ και ο φόβος ότι τα υλικά θα χρησιμοποιηθούν στρατιωτικά καθυστέρησαν τα πάντα.
Χωρίς διαφάνεια, παρακολούθηση και πραγματική συνεργασία, η Γάζα κινδυνεύει να μείνει σε ερείπια, ακόμη και αν υπογραφούν οι πιο μεγαλόστομες συμφωνίες.
Ποιος θα κυβερνήσει τη Γάζα;
Ίσως το πιο κρίσιμο ερώτημα αφορά το πολιτικό μέλλον της περιοχής. Το σχέδιο Τραμπ εκπονήθηκε χωρίς τη συμμετοχή της παλαιστινιακής κοινωνίας των πολιτών.
Η μεταβατική διοίκηση, όπως ανακοινώθηκε, θα περιλαμβάνει διεθνείς προσωπικότητες – μεταξύ αυτών τον Τόνι Μπλερ, πρώην πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου – αλλά κανέναν Παλαιστίνιο ηγέτη με πραγματική νομιμοποίηση.
Ο Νετανιάχου αντιδρά στην ιδέα να επιστρέψει ο έλεγχος στην Παλαιστινιακή Αρχή, ενώ ο Μαχμούντ Αμπάς θεωρείται εξαιρετικά αντιδημοφιλής στη Γάζα. Ορισμένοι σύμβουλοι του σχεδίου, όπως ο Τζόναθαν Πάουελ, φαίνεται να αποδέχονται ότι πρώην μέλη της Χαμάς θα πρέπει να έχουν ρόλο στη νέα διοίκηση –κάτι που το Ισραήλ απορρίπτει κατηγορηματικά.
Ο κίνδυνος είναι η επαναφορά ενός «κενού εξουσίας» -ενός πολιτικού λαβυρίνθου που θα θυμίζει το χάος του Ιράκ μετά το 2003, όταν η απομπααθοποίηση οδήγησε στη διάλυση των θεσμών και στην έκρηξη της βίας.
Στη Γάζα, μια τέτοια στρατηγική αποκλεισμού θα αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την κοινωνία. Γιατροί, μηχανικοί, δάσκαλοι, δημόσιοι υπάλληλοι – πολλοί εξ αυτών είχαν κάποτε σχέσεις με τη Χαμάς. Ο πλήρης αποκλεισμός τους θα σήμαινε κατάρρευση της διοίκησης και κενό εξουσίας.