Ο πατριωτισμός της ευθύνης επιτάσσει να σταματήσουμε να φοβόμαστε την «κλειστή λίμνη» και να αρχίσουμε να προστατεύουμε την ευρωπαϊκή μας θάλασσα
Στη σύγχρονη γεωπολιτική σκακιέρα η Τουρκία έχει αναγάγει την παραγωγή και τη διαχείριση της αστάθειας σε κύριο εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Δεν πρόκειται για μια παρορμητική συμπεριφορά, αλλά για μια συστηματική στρατηγική «ελεγχόμενης έντασης».
- Του Ευστράτιου Ζηκόπουλου*
Το καθεστώς της Aγκυρας χρησιμοποιεί τον φόβο -είτε αυτός προέρχεται από την τρομοκρατία είτε από θρησκευτικές αδελφότητες ή από την απειλή πολέμου- για να εξασφαλίσει ανταλλάγματα από τη Δύση και να φιμώσει κάθε εσωτερική αμφισβήτηση.
Στο επίκεντρο αυτής της στρατηγικής βρίσκεται η εργαλειοποίηση οργανώσεων, όπως το ISIS, η οποία χρησιμοποιείται ως ο «βολικός μπαμπούλας» που εμφανίζεται ακριβώς τη στιγμή που η Αγκυρα χρειάζεται να υπενθυμίσει στους συμμάχους της την υποτιθέμενη αναγκαιότητά της.
Η Τουρκία σήμερα βιώνει μια βαθιά κρίση ταυτότητας. Το κεμαλικό μοντέλο της ομοιογενούς τουρκικότητας έχει αποτύχει να ενσωματώσει το μωσαϊκό των εθνοτήτων, με κύριο παράδειγμα τους Κούρδους. Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι η μόνη «κολλητική ουσία» που μπορεί να κρατήσει ενωμένο αυτό το μωσαϊκό είναι το Ισλάμ, μέσα από μια διακυβέρνηση οθωμανικού τύπου με δομές «βιλαετίων».
Αυτός ο «ισλαμικός κοσμικισμός» -όπου η θρησκεία γίνεται το κύριο ρυθμιστικό εργαλείο του κράτους- βρίσκει ευήκοα ώτα σε ορισμένους κύκλους των ΗΠΑ, οι οποίοι ιστορικά έβλεπαν στο Ισλάμ ένα αντίβαρο στον κομμουνισμό ή στον ρωσικό επεκτατισμό. Ωστόσο, για την Ελλάδα και την Κύπρο αυτό το μοντέλο είναι υπαρξιακά απειλητικό, καθώς η Τουρκία ενδύει τις επεκτατικές της βλέψεις με τον μανδύα του «ιερού καθήκοντος».
Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε ένα ιστορικό δίλημμα. Η μέχρι τώρα πολιτική του «καλού κλίματος» και των διερευνητικών επαφών συχνά λειτουργεί ως άλλοθι για την Τουρκία, επιτρέποντάς της να εμφανίζεται ως διαλλακτική στη Δύση ενώ συνεχίζει τις παραβιάσεις στο πεδίο.
Η λύση δεν βρίσκεται στον εθνικισμό, αλλά στον ορθολογικό πατριωτισμό. Η Ελλάδα οφείλει να καταστήσει σαφές ότι δεν διαπραγματεύεται υπό το κράτος εκβιασμού. Το αφήγημα ότι η άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων (όπως η επέκταση στα 12 ν.μ.) θα μετέτρεπε το Αιγαίο σε «κλειστή λίμνη» είναι τουρκικό κατασκεύασμα που δυστυχώς υιοθετείται από μέρος του εγχώριου πολιτικού συστήματος. Το Διεθνές Δίκαιο προστατεύει την ελεύθερη ναυσιπλοΐα, οπότε η ελληνική κυριαρχία δεν απειλεί κανέναν πλην εκείνων που επιβουλεύονται τον ζωτικό μας χώρο.
Η πρόσφατη τριμερής Σύνοδος Κορυφής Ελλάδος – Κύπρου – Ισραήλ με την έγκριση των ΗΠΑ (σχήμα 3+1), που πραγματοποιήθηκε στην Ιερουσαλήμ υπό τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, αποτελεί ορόσημο για την περιφερειακή ασφάλεια. Η επιβεβαίωση της ενεργειακής και αμυντικής συμπόρευσης των τεσσάρων μερών προκάλεσε έντονο εκνευρισμό στην Αγκυρα, η οποία βλέπει τον ρόλο της ως «ενεργειακού κόμβου» να παρακάμπτεται από μια νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας.
Αυτό που σήμερα η διεθνής κοινότητα αντιλαμβάνεται ως «αναγκαιότητα», ο καθηγητής Ιωάννης Θ. Μάζης το είχε διαγνώσει και προτείνει πριν από 28 έτη. Οπως τεκμηριώνεται στο νεοεκδοθέν έργο μας «Ι.Θ. Μάζη του λόγου το αληθές και μετά λόγου γνώσεως: Επαληθευθέντα γεωπολιτικά υποδείγματα διά της συστημικής γεωπολιτικής αναλύσεως» (εκδόσεις Λειμών, 2025), η σύμπραξη αυτή δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, αλλά το αποτέλεσμα εφαρμογής αυστηρών γεωπολιτικών υποδειγμάτων.
Ηδη από το 1997, στο Διεθνές Συνέδριο της Κέρκυρας, ο Μάζης είχε επισημάνει: «Πρέπει όμως κάποτε επιτέλους να αντιληφθεί η ελληνική εξωτερική πολιτική ότι τα συμφέροντα Ελλάδος – Κύπρου – Ισραήλ είναι κοινά και να αποφασίσει να εξεύρει τρόπους κοινής εξυπηρετήσεώς τους πριν οι προτάσεις της γείτονος αρχίσουν να γίνονται δελεαστικές για το Ισραήλ» (Μάζης, 1997/2011).
Η διορατικότητα του καθηγητή επεκτάθηκε και στον τομέα της ενέργειας, προτείνοντας τη δημιουργία ενός άξονα που θα παρακάμπτει την «ασταθή Τουρκία». Σε συνέντευξή του το 2017 στον «Φιλελεύθερο της Κυριακής» υπογράμμισε τη σημασία του αγωγού EastMed, τονίζοντας ότι το εν λόγω δρομολόγιο:
1. Δεν ελέγχεται από τη Ρωσία.
2. Δεν ελέγχεται από ισλαμιστικά κράτη.
3. Πρέπει να περιλαμβάνει τη στενή συνεργασία με την Αίγυπτο.
Η ανάλυση αυτή, που περιλαμβάνεται στις σελίδες 226-227 του νέου μας βιβλίου, αποδεικνύει ότι όταν η γεωπολιτική ασκείται με όρους επιστημονικούς και «νηφάλια μελέτη των υποδειγμάτων», η πρόβλεψη καθίσταται εφικτή.
Η τουρκική πλευρά, διά στόματος του προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν (24/12/2025) και του εκπροσώπου του υπουργείου Αμυνας, χαρακτήρισε τη σύνοδο της Ιερουσαλήμ «προκλητική» και τις συμφωνίες «κενό γράμμα» (tin clatter), σπεύδοντας να δηλώσει ότι η Τουρκία «δεν θα επιτρέψει την παραβίαση των δικαιωμάτων της στη “Γαλάζια Πατρίδα”». Η σπουδή της Αγκυρας να υποβαθμίσει τη σημασία του άξονα 3+1, ενώ ταυτόχρονα απειλεί με «απάντηση επί του πεδίου», αποτελεί την ισχυρότερη απόδειξη ότι η στρατηγική παράκαμψης της Τουρκίας –όπως την είχε σχεδιάσει και προβλέψει ο καθηγητής Ι.Θ. Μάζης– πέτυχε τον στόχο της.
Η πιο ισχυρή πολιτική κίνηση που θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα είναι η σύσσωμη ψήφιση από το Εθνικό Κοινοβούλιο ενός «αντι-casus belli». Αυτό θα αποτελούσε την επίσημη διακήρυξη ότι η Ελλάδα θεωρεί την απειλή πολέμου ως κατάφωρη παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και ότι επιφυλάσσεται του δικαιώματός της για νόμιμη άμυνα και άσκηση κυριαρχίας σε χρόνο που η ίδια θα επιλέξει.
Μια τέτοια κίνηση θα:
1. Διεθνοποιούσε την τουρκική παρανομία: Θα ανάγκαζε την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ να πάρουν θέση απέναντι σε μια ωμή απειλή πολέμου μεταξύ συμμάχων.
2. Ακύρωνε τον εκβιασμό: Θα έδειχνε ότι η Ελλάδα δεν φοβάται και ότι η «ελεγχόμενη αστάθεια» της Αγκυρας δεν αποδίδει καρπούς στην Αθήνα.
3. Ενοποιούσε το εσωτερικό μέτωπο: Θα έθετε τις βάσεις για μια εθνική στρατηγική βάθους δεκαετιών, ανεξαρτήτως κυβερνητικών αλλαγών.
Η Τουρκία θα συνεχίσει να παίζει το χαρτί της «ελεγχόμενης αστάθειας» όσο η Δύση επιλέγει να εθελοτυφλεί και η Ελλάδα να κατευνάζει. Η εργαλειοποίηση του ISIS, η επιλεκτική εφαρμογή των νόμων κατά των αδελφοτήτων και ο διαρκής εκβιασμός της ασφάλειας δεν είναι παρά προπετάσματα καπνού ενός βαθύτατα αναθεωρητικού σχεδίου.
Η απάντηση της Αθήνας δεν μπορεί να είναι άλλη από την έμπρακτη άσκηση της κυριαρχίας της. Η ψήφιση ενός «αντι-casus belli» από σύσσωμο το Εθνικό Κοινοβούλιο, η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. και η ολοκλήρωση της ΑΟΖ με την Κύπρο αποτελούν μια εξαιρετική ορθολογική οδό. Μόνο όταν η Ελλάδα θωρακίσει νομικά και στρατιωτικά τα δίκαιά της, θα μπορέσει να προσέλθει σε έναν ειλικρινή διάλογο – όχι ως «ξεπλύματος» της τουρκικής επιθετικότητας, αλλά ως κυρίαρχος παίκτης που επιβάλλει τη σταθερότητα μέσω του Διεθνούς Δικαίου.
Ο πατριωτισμός της ευθύνης επιτάσσει να σταματήσουμε να φοβόμαστε την «κλειστή λίμνη» και να αρχίσουμε να προστατεύουμε την ευρωπαϊκή μας θάλασσα. Η Ιστορία δεν συγχωρεί εκείνους που υποχωρούν μπροστά στον εκβιασμό, αλλά εκείνους που με ομοψυχία και νομική συνέπεια υπερασπίζονται την ύπαρξή τους.
*Διδάκτωρ Γεωπολιτικής ΕΚΠΑ, τουρκολόγος


