Την ώρα που οι θεατρικές σκηνές της πόλης αγωνιούν για το πώς θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα στον δυσκολότερο, ίσως, καλλιτεχνικό χειμώνα των τελευταίων δεκαετιών, η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού χαρίζει απλόχερα στον Κώστα Γιαννίκο (ισχυρό άνδρα του Alter μέχρι τη στιγμή του «μπαμ» και ιδιοκτήτη της «Ελληνική Θεαμάτων») πολυσυζητημένες παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου.
Το «Τρίτο στεφάνι», το οποίο για πρώτη φορά υπήρξε παραγωγή του Εθνικού τη σεζόν 2009-2010 και μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, εγκατέλειψε -μυστηριωδώς- τη σκηνή Κοτοπούλη του Rex και φέτος ανεβαίνει στο Παλλάς, ως μέρος μιας οικονομικής συμφωνίας, την οποία η «Ελληνική Θεαμάτων» επιδίωκε διαρκώς και επίμονα τα τελευταία δύο χρόνια. Τα ερωτήματα για τη σκανδαλώδη μετακόμιση πολλά και καυτά: Γιατί η παράσταση δεν παρέμεινε στο Κοτοπούλη που ανήκει στο Εθνικό Θέατρο ή γιατί δεν μετακόμισε στην κεντρική σκηνή στην Αγίου Κωνσταντίνου;
Αξίζει να θυμίσουμε ότι έναν χρόνο πριν ο σάλος για «ξεπούλημα» του εθνικού προϊόντος, για την παράσταση δηλαδή του Εθνικού Θεάτρου «Το τρίτο στεφάνι» στην εταιρία του Κώστα Γιαννίκου, ανάγκασε τα μέλη του Δ.Σ του οργανισμού να απορρίψουν ομόφωνα την πρόταση συνεργασίας. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής, ωστόσο, κ. Γιάννης Χουβαρδάς είχε βγει δημοσίως να καταδικάσει την απόφαση, αφού, σύμφωνα με τον ίδιο, τα «οφέλη από τη συνεργασία θα ήταν πολλά, αφού, έτσι, το Εθνικό Θέατρο θα έχανε ένα μεγάλο ποσό που θα έμπαινε στο ταμείο του χωρίς κανένα δικό του έξοδο και χωρίς να απασχοληθεί ο μηχανισμός του».
Φέτος, όπως φαίνεται, οι ενδοιασμοί για την παραχώρηση της παράστασης στο Παλλάς κάμφθηκαν και με το… πρόσχημα της συμπαραγωγής το επιτυχημένο έργο του Κώστα Ταχτσή (με τις Νένα Μεντή και Φιλαρέτη Κομνηνού στους πρωταγωνιστικούς ρόλους) παραχωρήθηκε στην εταιρία διαχείρισης του Κώστα Γιαννίκου, τη στιγμή που o τηλεοπτικός σταθμός Alter τελεί υπό επίσχεση και οι εργαζόμενοι αγωνιούν όχι μόνο για το εργασιακό τους μέλλον αλλά και για τις αμοιβές τους.
Βέβαια, το ερώτημα που παραμένει είναι πώς άφησε το Εθνικό να του «ξεγλιστρήσει» μέσα από τα χέρια μια παραγωγή όχι μόνο υψηλών προδιαγραφών αλλά και εισπρακτικών εσόδων, αφού τη σεζόν που είχε ανεβεί η παράσταση είχε «κόψει» τα περισσότερα εισιτήρια από κάθε άλλη της πρωτεύουσας.
Ο κ. Χουβαρδάς είχε τονίσει το 2010, αμέσως μετά την απόρριψη της συνεργασίας, ότι η εν λόγω παραγωγή δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί από το Εθνικό λόγω του υψηλού κόστους. Γι’ αυτό, άραγε, ο θεατρικός οργανισμός ανέθεσε στην εταιρία του κ. Γιαννίκου να αναλάβει μια παράσταση, η οποία, κακά τα ψέματα, αναμένεται να είναι sold out;
Ο υπουργός Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος πάντως, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, σπεύδει να διευκρινίσει πως το υπουργείο δεν έχει καμία εμπλοκή στις αποφάσεις των κρατικών σκηνών, ούτε επεμβαίνει σε αυτές (παρά μόνο όσον αφορά τη χρηματοδότησή τους), ενώ οι συμβάσεις που υπογράφονται είναι μεταξύ των ανθρώπων του Εθνικού και της εκάστοτε εταιρίας.
Ωστόσο είναι η δεύτερη φορά που μία παραγωγή της πρώτης κρατικής σκηνής βγαίνει έξω από το Εθνικό, καθώς είχε προηγηθεί και η «Λυσιστράτη», σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.
«Αυτό που ρώτησα και με ενδιέφερε ήταν αν κλείστηκε η συμφωνία. Πού να ξέρω εγώ τι συμφωνία έχουν κάνει μεταξύ τους; Ρωτάς το αφεντικό σου ποτέ πόσα λεφτά έχει πάρει;» δήλωσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης της παράστασης, Σταμάτης Φασουλής, κατά τη χτεσινή συνέντευξη Τύπου για το θεατρικό, επισημαίνοντας, κατόπιν ερώτησης δημοσιογράφου, ότι η εμπλοκή του Εθνικού έγκειται στο ότι «έχει παραχωρήσει στην “Ελληνική Θεαμάτων” όλα τα σκηνικά αλλά και τα κοστούμια».
Η παράσταση, η οποία ξεκινά στις 28 Σεπτεμβρίου και υπολογίζεται να παιχτεί για 20 ημέρες, παραμένει, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Σταμάτη Φασουλή, ίδια, αφού επέλεξε να κάνει ελάχιστες αλλαγές, καθώς, όπως είπε, «ό,τι είναι φιλτραρισμένο από την αγάπη του κοινού δεν αλλάζει. Μόνο μία σκηνή έχει αλλάξει, εκείνη του πάρτι της Κατοχής, διότι δεν θέλαμε να είναι κάτι γραφικό. Ακόμη, έχουν προστεθεί τέσσερα νέα άτομα στο καστ. Δεν έχει γίνει κάτι διαφορετικό».