Η βαθιά ανάγκη της χώρας να παρουσιάσει τον εαυτό της «εκσυγχρονισμένο, ανεκτικό, δυτικότροπο», επειδή διακατέχεται συλλογικά από κόμπλεξ κατωτερότητας
Τρία σύγχρονα στιγμιότυπα, ένα διαφημιστικό βίντεο του υπουργείου Παιδείας με μοναδικό μαθητή έναν αλλοεθνή, η δημόσια δήλωση του πρωθυπουργού ότι είναι «αντινατιβιστής» και η έπαρση παλαιστινιακών σημαιών από την Αριστερά αποκαλύπτουν ένα κοινό ψυχολογικό υπόστρωμα: τη σύγχυση ταυτότητας ενός λαού που μισεί τον εαυτό του.
- Του Αλκιβιάδη Κεφαλά*
Δεν πρόκειται για απλές ιδεολογικές πράξεις, πρόκειται για τη συλλογική προσπάθεια ενός πολιτισμού που παλεύει να ξεχάσει ποιος είναι, μήπως και απαλλαγεί από το βάρος της Ιστορίας του.
Το πρώτο γεγονός, το διαφημιστικό βίντεο, φανερώνει τη βαθιά ανάγκη της χώρας να παρουσιάσει τον εαυτό της «εκσυγχρονισμένο, ανεκτικό, δυτικότροπο», επειδή διακατέχεται συλλογικά από κόμπλεξ κατωτερότητας. Στην ψυχολογική γλώσσα του Jung, είναι η μάσκα του προσώπου (persona) που φοράει η ελληνική κοινωνία για να γίνει αποδεκτή από τον «Ισχυρό Αλλον». Ο Ελληνας δεν προβάλλει τον εαυτό του όπως είναι, αλλά όπως φαντασιώνεται ότι θα έπρεπε να είναι, επειδή έχει ανάγκη να θεωρηθεί «προοδευτικός και δημοκρατικός».
Ομως, κάτω από τη μάσκα το ασυνείδητο βοά, δημιουργεί εσωτερικές συγκρούσεις, με αποτέλεσμα τη συλλογική κατάθλιψη. Χιλιάδες χρόνια Ιστορίας, καταπιεσμένες μνήμες, ο δημιουργός, ο φιλόσοφος, ο πολεμιστής νιώθουν παραγκωνισμένοι και περιφρονημένοι. Η χώρα δεν παράγει πλέον επιστήμη, τέχνη, πολιτισμό. Η Παιδεία, που κάποτε έπλαθε ψυχές, έγινε μηχανή ενοχής ελληνικότητας.
Το δεύτερο παράδειγμα, η δήλωση του πρωθυπουργού ότι είναι «αντινατιβιστής», δηλαδή ότι είναι κατά των Ελλήνων, αναδεικνύει τον μηχανισμό που ο Fromm αποκαλεί «φυγή από την ελευθερία». Παρά το γεγονός ότι η λύση βρίσκεται μπροστά στα μάτια του, ο ηγέτης επιλέγει να αρνηθεί την ίδια την έννοια της ελληνικότητας επειδή είναι ευκολότερο να απαρνηθείς μνήμες παρά να τις ανακαλέσεις. Είναι ο φόβος της ελευθερίας ντυμένος με τον μανδύα της «προόδου», έτσι ώστε αντί της δημιουργικής αυτοκριτικής να καλλιεργείται η προσωπική αυτοϋποτίμηση, που θεωρεί την επίκληση των ταυτοτήτων ως απειλή και κόπωση. Το αποτέλεσμα είναι πολιτική ψυχρότητα, απουσία οράματος, μια χώρα χωρίς ιδεολογικό κέντρο βάρους.
Το τρίτο παράδειγμα, η έπαρση των παλαιστινιακών σημαιών από τους κομμουνιστές, συμπληρώνει το μοτίβο. Εδώ έχουμε την «ανάγκη της προβολής μιας παρηκμασμένης ιδεολογίας σε ένα ξενικό σύμβολο». Οταν το δικό σου ιερό έχει καταρρεύσει, το αναζητάς στα ιερά των άλλων. Η ταύτιση με ξένες ιστορικές αφηγήσεις εις βάρος της δικής σου είναι σημάδι πολιτισμικής και ψυχολογικής αστάθειας. Είναι αυτό που ο Jung αποκαλεί «ενεργοποίηση της σκιάς» – η ψυχή προβάλλει έξωθεν όσα δικά της δεν αντέχει να δει μέσα της.
Ολα, λοιπόν, και αυτά και χιλιάδες άλλα, συγκλίνουν προς μια βαθύτερη ψυχολογική αλήθεια. Η Ελλάδα πάσχει από απώλεια συλλογικού Εγώ, αυτοπεποίθησης και ταυτότητας. Από τον Nietzsche ως τον Eliade γνωρίζουμε ότι, όταν ένας πολιτισμός πάψει να πιστεύει στα δικά του ιερά, μετατρέπεται σε θέατρο σκιών από κινούμενα σώματα, όπου οι ψυχές απουσιάζουν. Η χώρα τρεκλίζει ανάμεσα στη νοσταλγία και τη μίμηση, ανίκανη να συνθέσει το αφήγημά της. Οι Ελληνες διδάχθηκαν μετά τη Μεταπολίτευση ότι η Ιστορία, η πίστη, η παράδοση και η πολιτισμική ταυτότητα είναι ύποπτες και επικίνδυνες έννοιες, με αποτέλεσμα οι επόμενες γενιές να αναπτύξουν μια νευρωτική απόρριψη κάθε συλλογικού και ιστορικού συμβόλου. Αυτή η αντίδραση είναι σχιζοφρενική.
Αντί να επεξεργαστούμε το τραύμα, το στρέφουμε εναντίον του ίδιου μας του εαυτού. Κάθε φορά που βλέπουμε την ελληνική σημαία αισθανόμαστε μίσος, κάθε φορά που αναφερόμαστε στον ελληνικό πολιτισμό σπεύδουμε να ζητήσουμε «συγγνώμη» από τον εαυτό μας. Η σύγχρονη ελληνική παρουσία είναι μια ψυχολογική αυτοακύρωση εξουσίας και εξουσιαζομένων. Η Αριστερά κατέρρευσε, δεν έχει πλέον αφήγημα, η Δεξιά ποτέ δεν είχε υπαρξιακή αναζήτηση πέρα από τη διαχείριση. Η Ελλάδα βρίσκεται σε κομβικό ιστορικό σημείο. Ουδείς γνωρίζει εάν η ψυχή θα επιστρέψει στο σώμα ή η χώρα θα εξαφανιστεί.
*Διδάκτωρ Φυσικής του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, UK, τ. διευθυντής Ερευνών του
Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών


