Κανείς, φυσικά, δεν μπορεί να βάλει στο ίδιο τσουβάλι την Κρήτη και τους Κρητικούς με εκείνους τους ελάχιστους που, στο όνομα ενός ξεχασμένου «εθίμου», πουλάνε «παλικαριά» και «μαγκιά» με παράνομα όπλα και «κρυφτούλι» με τον νόμο.
Η Κρήτη, ένα νησί με μακραίωνη ιστορία, έντονες παραδόσεις και βαθιά ριζωμένες αξίες τιμής και οικογένειας, έχει συνδεθεί ιστορικά με το έθιμο της βεντέτας. Η λέξη προέρχεται από την ιταλική vendetta, που σημαίνει εκδίκηση. Στην κρητική πραγματικότητα, όμως, δεν αποτελεί απλώς έναν όρο εκδίκησης, αλλά μια ολόκληρη κοινωνική και πολιτισμική δομή που κάποτε χαρακτήριζε πολλές περιοχές του νησιού, ιδίως στα ορεινά και απομονωμένα χωριά.
Το έθιμο της βεντέτας στην Κρήτη έχει τις ρίζες του ήδη από τα χρόνια της Ενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας. Κατά την περίοδο των αλλεπάλληλων εξεγέρσεων και των αγώνων για ελευθερία, η έννοια της τιμής και της οικογενειακής αξιοπρέπειας αποκτούσε ύψιστη σημασία. Η απουσία οργανωμένης και άμεσης δικαστικής εξουσίας στα ορεινά κρητικά χωριά είχε ως αποτέλεσμα οι οικογένειες να αναλάβουν οι ίδιες την «απονομή δικαιοσύνης». Ετσι, κάθε προσβολή, αδικία ή φόνος οδηγούσε σε κύκλο αίματος, όπου οι συγγενείς του θύματος ένιωθαν υποχρεωμένοι να πάρουν εκδίκηση.
Η δομή της βεντέτας στηριζόταν σε αυστηρούς άγραφους νόμους. Μια οικογένεια δεν μπορούσε να αγνοήσει την προσβολή, καθώς κάτι τέτοιο θεωρούνταν αδυναμία και ντροπή.
Από την άλλη, η βεντέτα δεν ήταν «χύμα». Υπήρχαν κοινωνικοί κανόνες, όπως η απαγόρευση επίθεσης μέσα στην εκκλησία ή σε περιόδους μεγάλων θρησκευτικών εορτών. Παράλληλα, η έννοια του σασμού, ενός είδους συμφιλίωσης με όρκο και έγγραφα, μπορούσε να τερματίσει την αιματηρή διαμάχη όταν οι οικογένειες έφταναν σε συμφωνία, συχνά με τη μεσολάβηση ιερέων ή προεστών.
Οι βεντέτες άφησαν βαθιές πληγές σε πολλές κρητικές οικογένειες και χωριά. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις όπου ολόκληρες γενιές μεγάλωσαν με τον φόβο και την απώλεια. Παρ’ όλα αυτά, η βεντέτα δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα άγριας συμπεριφοράς. Ηταν προϊόν μιας κοινωνίας που βασιζόταν στον κώδικα τιμής και στην αυτοδικία, ιδιαίτερα σε εποχές όταν το κράτος ήταν ανύπαρκτο ή αδύναμο.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και ιδιαίτερα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το έθιμο της βεντέτας άρχισε σταδιακά να φθίνει. Η ενίσχυση του ελληνικού κράτους, η διάδοση της παιδείας και η κοινωνική εξέλιξη συνέβαλαν στη σχεδόν παντελή εξάλειψή του.
Η σύγχρονη Κρήτη έχει αφήσει πίσω της τη βεντέτα και προωθεί τις αξίες της φιλοξενίας, της ειρήνης και της προόδου, αλλά κάποιες φορές εμφανίζεται ακόμη αυτή η σκοτεινή πλευρά της παράδοσής της. Ας λάβει το κράτος τα μέτρα του.


