Μπορεί ο Ερντογάν να πέρασε την πόρτα του Λευκού Οίκου, τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι όπως τα είχε σχεδιάσει
Ο Ερντογάν πέτυχε τον στόχο του να διαβεί ξανά την πόρτα του Λευκού Οίκου, δεδομένου ότι επί τετραετία ο Μπάιντεν δεν του έδωσε αυτήν την χαρά. Ειδικά την περίοδο αυτή, που ο Ερντογάν και το κόμμα του βλέπουν την «πλάτη» των αντιπάλων τους στις δημοσκοπήσεις, μια συνάντηση και μια φωτογραφία του με τον πλανητάρχη τού ήταν ιδιαίτερα απαραίτητη.
- Του Σάββα Καλεντερίδη
Ομως τα πράγματα φαίνεται ότι δεν πηγαίνουν όπως τα είχε υπολογίσει ο πρόεδρος της Τουρκίας. Το θέμα της άρσης των εμποδίων για την προμήθεια των F-35 φαίνεται ότι προς το παρόν είναι εξαιρετικά δύσκολο, ενώ υπάρχουν σοβαρά προβλήματα και στο θέμα της αγοράς των F-16 Viper, λόγω διαφωνιών που έχουν προκύψει μεταξύ της τουρκικής πλευράς και της κατασκευάστριας εταιρίας σε τεχνικής φύσεως θέματα.
Ομως τα πράγματα φαίνεται ότι δεν πηγαίνουν καλά και στο θέμα της Συρίας, όπου η Τουρκία αντιμετωπίζει ένα τρισδιάστατο πρόβλημα. Πρώτον, δεν μπορεί να αποτρέψει την αυτονομία των Κούρδων στη ΒΑ Συρία, δεύτερον δεν μπορεί να θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό της τη Συρία και, τρίτον, ο ανταγωνισμός της με το Ισραήλ για το ποιος θα ασκεί επιρροή στην περιοχή, με επίκεντρο τη Συρία και τη Γάζα.
Ολα τα παραπάνω, συν το γεγονός ότι η Τουρκία θεωρεί ότι η συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ – ΗΠΑ στην ανατολική Μεσόγειο συνιστά γεωπολιτική περικύκλωσή της, έχουν προκαλέσει την καχυποψία της Αγκυρας απέναντι στις ΗΠΑ, η οποία κορυφώθηκε μετά την ομιλία του πρέσβη των ΗΠΑ στην Αγκυρα, Τομ Μπάρακ, στο φόρουμ του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών στη Μανάμα του Μπαχρέιν, όπου ο Αμερικανός διπλωμάτης δήλωσε πως «η Τουρκία και το Ισραήλ δεν θα πολεμήσουν… Θα δείτε μια συνεργασία από την Κασπία Θάλασσα μέχρι τη Μεσόγειο».
Μετά τη δήλωση αυτή, η απάντηση της Αγκυρας δεν ήλθε διά στόματος Ερντογάν ή Φιντάν, αλλά διά στόματος Μπαχτσελί, που αποτελεί το «βαθύ λαρύγγι» του τουρκικού κράτους.
Να δούμε όμως πώς βλέπει το θέμα αυτό ο έγκριτος Τούρκος αναλυτής Μεχμέτ Αλί Γκιουλέρ, στο πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα «Τζουμχουριέτ»:
«Ο πρόεδρος του MHP, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, στην ομιλία του στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, δήλωσε: “Η δήλωση που έκανε ο Τομ Μπάρακ, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αγκυρα και ειδικός εκπρόσωπος για τη Συρία, στην πρωτεύουσα του Μπαχρέιν, ‘Θα δείτε συνεργασία μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ από την Κασπία Θάλασσα μέχρι τη Μεσόγειο’, είναι το προχωρημένο επίπεδο αυταπάτης ενός άθλιου ανθρώπου που φιλοδοξεί να χαράξει μια πολιτική πορεία για τη χώρα που υπηρετεί. Οι ξένοι αξιωματούχοι αποστολών που υπηρετούν στη χώρα μας πρέπει να γνωρίζουν τη θέση τους και τη χώρα τους. Είναι απαραίτητο, είναι απαραίτητο, να μην περάσουν ποτέ τα σύνορα!”
Ωραία. Ετσι, επιτέλους, ήρθε μια απάντηση από το συγκυβερνών κόμμα. Ωστόσο, δυστυχώς, αυτή η απάντηση είναι ελλιπής, επειδή δεν αντιμετωπίζει την ουσία του ζητήματος.
Για το Ιράν
Την προηγούμενη ημέρα της δήλωσης του Μπαχτσελί, σε αυτή τη στήλη, με τίτλο “Ο Μπαράκ υφαίνει μια λεπτή γραμμή”, εξέτασα πώς ο πρέσβης των ΗΠΑ προσπαθεί να χτίσει ένα μέτωπο Τουρκίας – Ισραήλ εναντίον του Ιράν στη “νέα Μέση Ανατολή”.
Από τις παρατηρήσεις του στη Γερουσία των ΗΠΑ την 1η Απριλίου μέχρι την πρόσφατη δήλωσή του “Θα δείτε συνεργασία Τουρκίας – Ισραήλ από την Κασπία Θάλασσα μέχρι τη Μεσόγειο”, ο Μπαράκ έχει ασχοληθεί με την ουσία του ζητήματος σχεδόν σε κάθε ομιλία του: οι ΗΠΑ προσπαθούν να χτίσουν ένα μέτωπο Τουρκίας – Ισραήλ εναντίον του Ιράν στην περιοχή.
Επομένως, είναι απαραίτητο να αντιδράσουμε στον Μπαράκ, και επομένως στο σχέδιο των ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας την ουσία του ζητήματος: ότι ο στόχος αυτής της συνεργασίας είναι το Ιράν.
Ομως, όπως και με την πρότασή του για ένα μοντέλο συμμαχίας “Τουρκίας – Ρωσίας – Κίνας”, ο Μπαχτσελί αγνοεί το Ιράν και το αποκλείει.
Πνίγεται στον Ατλαντικό
Πρέπει να δηλώσω ξεκάθαρα: Οποιαδήποτε πολιτική που αποκλείει το Ιράν στην περιοχή ωφελεί το Ισραήλ και τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ έχουν βάλει στο στόχαστρο το Ιράκ εδώ και 35 χρόνια, τη Συρία εδώ και 15 χρόνια και σκοπεύουν να βάλουν στο στόχαστρο το Ιράν για τα επόμενα 15 χρόνια.
Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την Αγκυρα όταν έβαλαν στο στόχαστρο το Ιράκ και τη Συρία, και σκοπεύουν να τη χρησιμοποιήσουν ακόμη περισσότερο εναντίον του Ιράν. Κι αυτό είναι απαραίτητο, γιατί το Ιράν είναι μεγαλύτερος στόχος για ΗΠΑ – Ισραήλ από το Ιράκ και τη Συρία.
Χωρίς να αναγνωρίζει κανείς αυτόν τον στρατηγικό σχεδιασμό, δεν μπορεί να προχωρήσει με στενόμυαλες καθημερινές πολιτικές. Στην πραγματικότητα, στενόμυαλες πολιτικές όπως “Θα ενοχλήσουμε το Ιράν με τον τηλεοπτικό σταθμό TRT Persian” ενσωματώνουν σταδιακά την Τουρκία στη στρατηγική ΗΠΑ – Ισραήλ.
Το πραγματικά καταστροφικό είναι ότι μετά το Ιράκ, τη Συρία και το Ιράν, έρχεται η σειρά της Τουρκίας! Και ο πνιγμός στον Ατλαντικό με την “τύφλωση του ΝΑΤΟ” είναι ακριβώς αυτό. Εχω ξεπεράσει το θέμα, αλλά η Τουρκία πνίγεται στον Ατλαντικό με το πρόσχημα της “συμμαχίας” των ΗΠΑ τουλάχιστον τα τελευταία 30 χρόνια.
Τι πρέπει να γίνει;
– Η Τουρκία πρέπει να λάβει σαφή και κατηγορηματική θέση ενάντια στο σχέδιο των ΗΠΑ για ένα μέτωπο Τουρκίας – Ισραήλ εναντίον του Ιράν.
– Ο Μπαράκ, ο οποίος απερίσκεπτα εξέφρασε αυτό το σχέδιο και έχτισε αυτό το μέτωπο στη “Νέα Μέση Ανατολή”, θα πρέπει να κηρυχθεί ανεπιθύμητο πρόσωπο.
– Η Τουρκία θα πρέπει να δηλώσει ότι θα ενισχύσει τη συνεργασία της με το Ιράν, τον σημαντικότερο γείτονά της, και θα πρέπει να συμπεριλάβει το Ιράν, την Κίνα και τον σημαντικότερο εταίρο της Ρωσίας στην περιοχή, στο μοντέλο συνεργασίας της με την Κίνα και τη Ρωσία.
– Η πιο σθεναρή απάντηση στη νέα τάξη πραγμάτων των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή υπό την ισραηλινή ηγεμονία είναι η Τουρκία να δημιουργήσει έναν “μηχανισμό ασφαλείας πέντε μερών” με το Ιράν, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν.
Η κυβέρνηση του AKP, αντίθετα, φαίνεται να προσπαθεί να αρπάξει ένα μερίδιο από τη νέα τάξη πραγμάτων των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, όπως ακριβώς αποδέχτηκε τη συμπροεδρία του Σχεδίου Μείζονος Μέσης Ανατολής, το οποίο της επέτρεψε να ανέλθει στην εξουσία.
Μερικοί από τους φιλοασιάτες υποστηρικτές του Μπαχτσελί πρέπει να το δουν αυτό πρώτα”».


