Η αστάθεια μπορεί να ευνοήσει την Ελλάδα, που όμως ιστορικά δεν εκμεταλλεύεται τις τουρκικές κρίσεις
Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βυθίζεται σε έναν σκοτεινό πολιτικό στροβιλισμό, καθώς η υγεία του 70χρονου ηγέτη, με φήμες για επιληψία, καρκίνο και παλαιότερα περιστατικά, όπως το λιποθυμικό επεισόδιο του 2006, πυροδοτεί έντονες εσωτερικές διαμάχες για τη διαδοχή του. Σε αυτό το ασταθές τοπίο η απομάκρυνση βετεράνων, όπως οι Χουλουσί Ακάρ και Σουλεϊμάν Σοϊλού, φανερώνει τη στρατηγική του Ερντογάν να προωθήσει πιστούς, νεότερους παίκτες, εξουδετερώνοντας φιλόδοξους ανταγωνιστές.
- Του Ραφαήλ Α. Καλυβιώτη*
Το παιχνίδι της εξουσίας, με φόντο τις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, επηρεάζει άμεσα την Ελλάδα, που καλείται να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες από την τουρκική αστάθεια. Στο επίκεντρο της διαδοχής βρίσκονται τέσσερις βασικοί παίκτες: ο Μπιλάλ Ερντογάν, ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ, ο Νουμάν Κουρτουλμούς και ο Χακάν Φιντάν. Ο Μπιλάλ, γιος του Ερντογάν, κινείται διακριτικά, ελέγχοντας δίκτυα όπως το Ιδρυμα Νεολαίας της Τουρκίας (TÜGVA), που προωθεί το πολιτικό Ισλάμ και κατηγορείται για ξέπλυμα χρημάτων. Μέσω του Ιδρύματος Turken στις ΗΠΑ, συνδεδεμένου με σκάνδαλα κακοποίησης, επεκτείνει την επιρροή της οικογένειας στη διασπορά. Οι δεσμοί του με ύποπτες φιγούρες, όπως ο πρώην χρηματοδότης της Αλ Κάιντα, Γιασίν αλ-Κάντι, εγείρουν φόβους για ένα μελλοντικό «χαλιφάτο».
Μια ηγεσία Μπιλάλ θα μπορούσε να οδηγήσει σε αστάθεια, με επιθετικές κινήσεις προς την Ελλάδα για απόσπαση της προσοχής από εσωτερικές αδυναμίες. Ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ, γαμπρός του Ερντογάν, παραμένει υποψήφιος παρά τα σκάνδαλα διαφθοράς και την κακοδιαχείριση της οικονομίας. Η τεχνοκρατική του προσέγγιση τον κρατά στο παιχνίδι, με έμφαση στην κυριαρχία στην ανατολική Μεσόγειο και υβριδικές τακτικές, όπως η χρήση της μετανάστευσης ως όπλο κατά της Ελλάδας. Ωστόσο, η περιορισμένη του εμπειρία στην εξωτερική πολιτική ίσως μειώσει την απειλή του σε ορισμένα μέτωπα. Ο Νουμάν Κουρτουλμούς, πρόεδρος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, αποτελεί τη θεσμική επιλογή.
Με ισλαμιστικό παρελθόν και ισχυρή θέση στο AKP, η επανεκλογή του το 2025 και το συνταγματικό του πλεονέκτημα ως μεταβατικός πρόεδρος τον καθιστούν «γέφυρα» μεταξύ παλιών και νέων στελεχών. Υιοθετώντας τη νεοοθωμανική ρητορική σε Κύπρο και Αιγαίο, εστιάζει στην εσωτερική σταθερότητα, αποφεύγοντας την υπερεπέκταση της Τουρκίας. Ο πιο επικίνδυνος για την Ελλάδα είναι ο Χακάν Φιντάν, υπουργός Εξωτερικών και πρώην επικεφαλής της MIT. Με βαθιά γνώση των μυστικών του καθεστώτος, ο Φιντάν ενορχήστρωσε εκκαθαρίσεις και απαγωγές, ενώ υποστήριξε ομάδες όπως η Χαμάς.
Οι δηλώσεις του για «απώλεια κυριαρχίας» στα ελληνικά νησιά, «ιστορικές αδικίες» σε Θράκη – Δωδεκάνησα και πιέσεις για ΑΟΖ αποκαλύπτουν την επιθετική του στάση. Η πρόσφατη «βόμβα» του στη Νέα Υόρκη, αποκαλύπτοντας την εξάρτηση του μαχητικού KAAN από αμερικανικούς κινητήρες, θεωρήθηκε στρατηγική κίνηση κατά των Αλμπαϊράκ και Μπιλάλ, όπως φανέρωσε συνομιλία Τούρκων δημοσιογράφων. Η ερντογανική δυναστεία, με περιουσία δισεκατομμυρίων, αντιμετωπίζει αδύναμη αντιπολίτευση, αλλά οι Μεγάλες Δυνάμεις παρακολουθούν, έτοιμες να υποστηρίξουν τον εκλεκτό τους. Αυτή η αστάθεια μπορεί να ευνοήσει την Ελλάδα, που, ωστόσο, ιστορικά δεν εκμεταλλεύεται τις τουρκικές κρίσεις. Η Αθήνα πρέπει να επαγρυπνεί, καθώς η διαδοχή του Ερντογάν θα καθορίσει το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
*Υπ. δρ Γεωπολιτικής – πρόεδρος Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών