Οσο και αν αποκλίνουν μεταξύ τους η ειδησεογραφία και οι αναλύσεις ως προς την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης με την Ε.Ε., οι πάντες συμφωνούν στο ότι έχουμε μπει στην τελευταία πράξη, ελπίζω του έργου και όχι του… δράματος! Από την άποψη αυτή, το Eurogroup της Παρασκευής 24/4 αποδείχθηκε ορόσημο. Στη συνέντευξη Τύπου που το ακολούθησε, μας ξεκαθαρίστηκε με τρόπο πανηγυρικό το τοπίο. Τόσο πανηγυρικό που η κυβέρνηση προχώρησε αμέσως στον ανασχηματισμό της ομάδας διαπραγμάτευσης, για να σώσει οτιδήποτε, αν σώζεται, χωρίς να γυρίσει την πλάτη της στο μέλλον!
Ομως, πέρα από αυτά τα προφανή και αυταπόδεικτα, πέρα και από το πρόσωπο του υπουργού Οικονομικών και την κριτική στους τρόπους του, διαπραγματευτικούς και κοινωνικούς, υπάρχουν δεδομένα για τη δημιουργία του προβλήματός μας, τα οποία δεν θα ήταν σωστό να αγνοήσουμε. Ανεξαρτήτως αν η παράθεσή τους δεν κατάφερε να πείσει του εταίρους μας, η αλήθεια τους μας είναι χρήσιμη.
Για παράδειγμα, απέχει πολύ από την πραγματικότητα η άποψη ότι μεγάλο μέρος του προβλήματος χρέους και δανεισμού κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο έχει προέλθει από τη δυσανάλογη διόγκωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε σχέση με την παραγωγική οικονομία;
Επίσης, γιατί ενώ επί χρόνια η χώρα μας συσσώρευε ελλείμματα, παραβιάζοντας κατάφωρα τις συνθήκες της Ε.Ε., τα όργανα της τελευταίας αποσιωπούσαν την πραγματικότητα; Γιατί συνέχισαν να ανέχονται αυτήν τη φαρσοκωμωδία με τις «μαϊμού» μεταρρυθμίσεις πέντε χρόνια τώρα; Πόσες αλήθειες μάς είπαν; Ποια και υπέρ ποιου ήταν η αναλογία ανάμεσα σε ένα ρεαλιστικό σχέδιο εξόδου από την κρίση και στην ιδιοτελή εξυπηρέτηση εγχώριων και διεθνών συμφερόντων;
Αν όλα έγιναν όπως πρέπει, από αυτούς που ισχυρίζονται ότι ήταν οι πιο κατάλληλοι για τον σκοπό αυτό, πώς εξηγείται το ότι βρισκόμαστε στο σημερινό χάλι; Τη στιγμή, μάλιστα, που οι εταίροι μας Ιρλανδοί, Πορτογάλοι, Ισπανοί και Κύπριοι κατάφεραν και έφεραν άσπρες ημέρες στην οικονομία τους μαζί με 30 δισ. ευρώ επενδύσεις που μοιράστηκαν. Οι τρεις μήνες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και η προεκλογική περίοδος ευθύνονται γι’ αυτήν την αστοχία; Τίποτα άλλο δεν έγινε λάθος;
Και με ποιο θράσος μάς κουνάνε σήμερα το χέρι όσοι διέπρατταν τα λάθη αυτά επί σειρά ετών, εντός εκτός;
Λιγότερη υποκρισία και περισσότερη αυτοκριτική από όλους μάς είναι πολύ απαραίτητες για τη συνέχεια. Οποια και αν είναι αυτή, από όποια σκοπιά και αν τη βλέπει ή την επιθυμεί ο καθένας μας. Είτε πάμε σε επώδυνο συμβιβασμό είτε πάμε σε ρήξη, πολλά πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Διαφορετικά, στην πρώτη περίπτωση -του συμβιβασμού- θα συνεχίσουμε να κινούμαστε σε αυτό το ψυχοβγαλτικό και άνευ προοπτικής περιβάλλον, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Στη δεύτερη -της ρήξης- η απότομη πτώση του βιοτικού επιπέδου που θα ζήσουμε, αν δεν συνοδεύεται από ομοψυχία, σχέδιο και εύνοια των συνθηκών της παγκόσμιας οικονομίας για να ανακάμψουμε εν ευθέτω χρόνω, θα μας οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες και απευκταίες καταστάσεις.
Η Ελλάδα όπως την ξέραμε, ή ακριβέστερα όπως μας την κατάντησαν, γιατί δεν τα φάγαμε μαζί όποιες και όσες ευθύνες και αν έχουμε ως λαός, τελείωσε. Ο μόνος τρόπος να μη γυρίσουμε τις πλάτες μας στο μέλλον της νομίζω ότι είναι η αντιστροφή των στίχων του εξαιρετικού αυτού του τραγουδιού του Διονύση Τσακνή. Να μη μείνουμε μονάχοι στο παρόν μας, για να μη μας φτιάξουν το μέλλον όπως θέλουν, γιατί η Ιστορία μάς ανήκει. Οπως και οι ζωές μας.
Γιώργος Κ. Στράτος


