Στην Αθήνα βρέθηκε ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις για την πρεμιέρα της ταινίας «Anemone» που σκηνοθέτησε ο γιος του, Ρόναν Ντέι Λιούις και σηματοδοτεί την επιστροφή του κορυφαίου ηθοποιού. Ο σκοπός της επίσκεψης του ήταν, όπως και κάθε φορά, να υποστηρίξει το έργο της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών/Πόρτα Ανοιχτή
Πιστός στην υπόσχεση του, ένα καθήκον που ο ίδιος επέλεξε για τον εαυτό του, ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις ήρθε για ακόμα μια φορά στην Αθήνα για την πανευρωπαΐκή πρεμιέρα της νέας του ταινίας, «Anemone», ένα οικογενειακό δράμα που σκηνοθέτησε ο 27χρονος γιος του, Ρόναν Ντέι Λούις. Ο λόγος είναι πάντα ο ίδιος, ένας ευγενής σκοπός, να υποστηρίξει με την λαμπερή του παρουσία το έργο της κ. Δάφνης Οικονόμου της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών/Πόρτα Ανοιχτή.
Πριν από την πρεμιέρα της ταινίας το βράδυ της Κυριακής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, πατέρας και γιος, δηλαδή πρωταγωνιστής και σκηνοθέτης που όμως συνέγραψαν και το σενάριο, έδωσαν το πρωί της ίδιας μέρας μια συνέντευξη Τύπου, έχοντας ανάμεσα τους την γλυκύτατη κ. Δάφνη Οικονόμου. Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις μπήκε στην αίθουσα Ballroom της Μεγάλης Βρετανίας κρατώντας την από το χέρι.
«Απέκτησα τη φήμη ακραίων συμπεριφορών»
Ήταν αρκετές οι ερωτήσεις που ζητούσαν απαντήσεις- και πώς όχι αφού είναι τεράστια η τιμή που μας κάνει αυτός ο τόσο ακριβοθώρητος ηθοποιός, ένας ζωντανός θρύλος της έβδομης τέχνης- με την κουβέντα που ακολούθησε να έχει στον πυρήνα της, όπως ήταν αναμενόμενο, την επιστροφή του τεράστιου του στην τέχνη της υποκριτικής. «Συνταξιοδοτήθηκε» οικειοθελώς πριν από 8 χρόνια μετά την «Αόρατη κλωστή» του Πολ Τόμας Άντερσον, με μια λιτή δήλωση που έλεγε ότι θα σταματήσει να εργάζεται ως ηθοποιός. Κι αυτό ήταν το …δις εξαμαρτείν καθώς είχε προηγηθεί μία ακόμα λίγα χρόνια νωρίτερα. Όλο αυτό το διάστημα, για την ακρίβεια μάλλον από τότε που ξεχώρισε το ταλέντο του εδώ και κάμποσες δεκαετίες και επιβραβεύθηκε με 3 Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, έχει χυθεί πολύ μελάνι για τις ερμηνείες του, και κυρίως για την προετοιμασία του.
Η ενδελεχής έρευνα, η ασκητική αφοσίωση, το γεγονός ότι όσο διαρκούν τα γυρίσματα παραμένει στον χαρακτήρα που υποδύεται, προσέδωσαν μια θρυλική και μυθική διάσταση στον τρόπο που δουλεύει, που βασίζεται στην περίφημη Μέθοδο. Σχολίασε όλα τα παραπάνω ως εξής: «Τα τελευταία χρόνα ένοιωθα ότι η Μέθοδος κάπως έμπαινε στο στόχαστρο και γινόταν αντικείμενο γελοιοποίησης, ταυτιζόταν με ακραίες συμπεριφορές. Εγώ ποτέ δεν ήθελα να συζητάω για τον τρόπο μου, δεν το βρίσκω καν ενδιαφέρον να μιλάω για αυτό και δεν έχει νόημα, και σίγουρα μέσα στα χρόνα πολλά από όσα μου αποδόθηκαν ανήκαν στη σφαίρα της φαντασίας. Και να προσθέσω κάτι ακόμα, αν είναι να έχεις μια πιθανότητα στην επιτυχία όταν κάνεις μια ταινία, πρέπει να μπορείς να συνεργαστείς με όλους όσοι συμμετέχουν και μπροστά και πίσω από την κάμερα. Εάν όμως, το σύστημα της δουλειάς σου όποιο κι αν είναι αυτό Μέθοδος, Στανισλάφσκι ή Μάισνερ, εάν λοιπόν με κάποιο τρόπο εμποδίζεις τον τρόπο των άλλων ανθρώπων, κάνεις λάθος, είσαι σε λάθος δρόμο. Δεν νοιώθω καθόλου καλά όταν σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να ισχύει κάτι τέτοιο μέσα στα χρόνια και στην περίπτωση μου. Δεν ξέρω εάν είναι μυθικός ο τρόπος μου. Θα ήθελα να πιστεύεω ότι είναι ένας προσωπικός, ιδιωτικός τρόπος να προσεγγίζω μια στιγμή την ώρα της συνάντησης μου με τους άλλους ανθρώπους στο γύρισμα. Ναι μέσα στα χρόνια απέκτησα τη φήμη ακραίων συμπεριφορών…».
Ενώ αποκαθήλωσε και μια ακόμα φήμη που τον ακολουθεί, αυτή του ερημίτη. «Εχει ειπωθεί ότι έχω πολλά κοινά με τον χαρακτήρα που υποδύομαι στην ταινία τον Ρέι. Αλλά εγώ δεν είμαι ερημίτης, δεν ζω κρυμμένος ή απομονωμένος. Απλώς δεν ζω συνέχεια στο μάτι ενός φακού. Και δεν σπάω καμία σιωπή. Απλώς δεν μιλάω σε μικρόφωνα όλη την ώρα. Μιλάω με φίλους, συγγενείς και συναδέλφους. Ζω ήσυχα, αλλά δεν είμαι άνθρωπος των σπηλαίων», μας είπε γελώντας. Στην ταινία «Anemone» υποδύεται τον Ρέι, ο οποίος ζει απομονωμένος μέσα σε ένα απίστευτα όμορφο αλλά και απόκοσμο φυσικό τοπίο της Ιρλανδίας, μέχρι που έρχεται να τον βρει ο αδερφός του (τον υποδύεται ο πολύ καλός ηθοποιός Σον Μπιν) με τον οποίο έχουν να μιλήσουν χρόνια. Παιδικά τραύματα από την περίοδο που τα αδέρφια μεγάλωναν σε καθολικό οικοτροφείο και μυστικά του παρελθόντος που σφραγίστηκαν τα χρόνια της περιόδου των Ταραχών στη Βόρεια Ιρλανδία (The Troubles) ξεπηδούν μέσα από συγκλονιστικούς μονολόγους στην ταινία, όπου ο Ντάνιελ Ντέι Λιούς παραδίδει και πάλι ρεσιτάλ ερμηνείας και η ταινία απλώνει σταδιακά τις πολλές θεματικές της: τη σχέση μεταξύ αδερφών, τη σχέση μεταξύ πατέρα και παιδιού, το πόσο μπορούμε να αποδεχτούμε το γεγονός ότι οι γονείς μας είναι άνθρωποι με την δική τους ιστορία και τους προσωπικούς τους δαίμονες, κ.α., με τη φύση παράλληλα, να γίνεται ένας ακόμα χαρακτήρας της ιστορίας.
Η αλήθεια είναι ότι ο Ρόναν Ντέι Λιούς, που σηκώνει μια «βαριά» κληρονομιά καταγωγής-γιος του Ντάνιελ Ντέι Λιούις και της κινηματογραφίστριας Ρεμπέκα Μίλλερ αλλά και εγγονός του διάσημου Αμερικανού συγγραφέα Άρθρουρ Μίλλερ- κάνει ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο στο σινεμά. Φαίνεται ότι έχει μια πολύ ιδιαίτερη και προσωπική σκηνοθετική ματιά, προερχόμενος μάλιστα από τον χώρο των εικαστικών. Δεν αρνήθηκε φυσικά να παραδεχθεί ότι το γεγονός ότι είναι η δική του ταινία που ξαναφέρνει στο σινεμά ολόκληρο Ντάνιελ Ντάνιελ Ντέιλ καθώς και οι προσδοκίες που δημιουργούνται από αυτό, ασκούν πάνω του μια πίεση.
«Είναι οπωσδήποτε μεγάλη πίεση αλλά για εμένα ήταν και μια απολαυστική εμπειρία το να δουλεύω μαζί του. Είναι η πρώτη μου ταινία, έχω μεγαλύτερη εμπειρία με το οπτικό κομμάτι κι όχι με το να δουλεύω με ηθοποιούς. Αυτή ήταν η μεγάλη μου ανησυχία, η δική του καλή εμπειρία. Νομίζω όμως, ήταν βοηθητικό το ότι γράψαμε μαζί το σενάριο και είχαμε συζητήσει τους χαρακτήρες στις λεπτομέρειες των συναισθημάτων τους. Επίσης, το να δουλεύεις με έναν ηθοποιό που μένει στον χαρακτήρα σε βοηθάει πολύ γιατί με έναν τρόπο γεφυρώνει το κενό ανάμεσα στην πραγματικότητα εντός πλατό και σε αυτήν έξω από το γύρισμα».
Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις προσπάθησε να κάνει σαφές το ότι «αυτή η συνεργασία ήταν μια αμοιβαία και ισότιμη εμπειρία» και ναι, φυσικά παραδέχθηκε, ότι ο λόγος που επέστρεψε στο σινεμά ήταν ο γιος του. «Ένοιωσα θλίψη όταν κατάλαβα ότι ο Ρόναν ξεκινάει να κάνει ταινίες κι εγώ πια δεν βρισκόμουν στην αρένα του κινηματογράφου. Ήθελα να βρω έναν τρόπο να δουλέψουμε μαζί κι ο Ρόναν επιθυμούσε το ίδιο και εντελώς συμπτωματικά ανακαλύψαμε ότι συναρπάζει και τους δύο η ιδέα της σχέσης που έχουν τα αδέρφια μεταξύ τους, εμένα από την πλευρά του παρατηρητή- έχω τρεις γιους- και τον Ρόναν ως «συμμέτοχο» αφού έχει δύο αδελφούς. Κάπως έτσι ξεκινήσαμε να γράφουμε το σενάριο, μια διαδικασία που κράτησε χρόνια», εξήγησε. «Η περιπέτεια αυτή», συμπλήρωσε κι ο Ρόναν Ντέι Λιούις, «πέρασε διάφορες φάσεις. Οι σποραδικές σκέψεις έγιναν 70 σελίδες, μετά έπρεπε να μαζευτούν και να γίνει ένα συμπαγές σενάριο που θα έβρισκε το δρόμο του να γίνει ταινία, ένα στάδιο «τρομακτικό και συναρπαστικό».
«Ο δικός μου πατέρας ήταν απών»
Λίγες ώρες αργότερα, έγινε στο Μέγαρο Μουσικής η διεθνής πρεμιέρα της ταινίας με τα έσοδα να διατίθενται στο έργο της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών/Πόρτα Ανοιχτή. Μετά την προβολή απολαύσαμε για μια ακόμα φορά τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις, σε μια συζήτηση που συντόνισαν ο καλλιτεχνικός διευθυντής των Νυχτών Πρεμιέρας Λουκάς Κατσίκας και η Μαριάννα Οικονόμου, εκπρόσωπος της Πόρτας Ανοιχτής και καλή φίλη του Ντέι Λιούις. Ήταν μια κουβέντα πολύ ενδιαφέρουσα αφού μοιράστηκε μαζί μας ιστορίες από τις πρώτες του ταινίες, όπως το «Ωραίο μου πλυντήριο» του Στίβεν Φρίαρς, αλλά και εξομολογητική με τον διάσημο ηθοποιό να μιλάει και για προσωπικά του θέματα, όπως τη δική του σχέση με τον πατέρα του.
«Ο δικός μου πατέρας με έναν τρόπο ήταν απών από τη ζωή μου ακόμα κι όταν ζούσε-πέθανε όταν ήμουν νέος. Όλες μας οι συζητήσεις γίνονταν κάθε φορά που βρισκόμουν σε μπλεξίματα, κι η αλήθεια είναι ότι έμπλεκα πολύ. Καταλήγω στο ότι ίσως ο λόγος που έμπλεκα να ήταν επειδή ήθελα να έχω μια κουβέντα με τον πατέρα μου (είπε γελώντας). Όλες οι συζητήσεις με τον πατέρα μου ως ενήλικας ήταν με μια φιγούρα-φάντασμα. Με έναν περίεργο τρόπο ίσως το δώρο του πατέρα μου προς εμένα να ήταν η αποφασιστικότητα που είχα στο να κρατήσω τα παιδιά μου κοντά μου. Ήμουν γαλουχημένος στην αγγλική παράδοση, μπήκα σε οικοτροφείο στα 11 μου που ήταν και σχετικά αργά, οι φίλοι μου πήγαν απ’ τα 7. Και αυτό με έναν τρόπο είναι το τέλος της σχέσης με αυτό που αποκαλούμε «σπίτι». Οπότε ναι, με έκανε αποφασιστικό σε αυτό: είτε για καλό είτε για κακό τα παιδιά μου θα έμεναν κοντά μου».
Ο Ντάνιελ, ο φίλος
Για την ανθρώπινη πλευρά του τεράστιου αυτού ηθοποιού μας είχε μιλήσει ήδη η κ. Δάφνη Οικονόμου που τον χαρακτήρισε «καλό φίλο». Η φιλία είναι το «άλλο τεράστιο ταλέντο του» γιατί αυτός είναι πάντα παρών κάθε λίγα χρόνια για τον ίδιο πάντα λόγο, για να βοηθήσει το τόσο σημαντικό της έργο, με την παρουσία του στην πρεμιέρα. Για αυτό και η κ. Οικονόμου αποκαλεί πάντοτε αυτή την ημέρα «D-Day, η μέρα του Ντάνιελ».
Μας θύμισε πώς ξεκίνησε αυτή η τόσο ισχυρή και στενή σχέση, από τον καιρό που ο γιος της, ο Γιώργος Οικονόμου σπούδαζε μαζί του στο Bristol Old Vic Theatre School και είχαν γίνει φίλοι. Έτσι, όταν ετοιμαζόταν η πρεμιέρα της ταινίας «Αριστερό μου πόδι» στην Αθήνα το 1989, ο Γιώργος Οικονόμου του τηλεφώνησε και του πρότεινε να έρθει στην Ελλάδα και να παραστεί στην πρεμιέρα. Το έκανε ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις και φιλοξενήθηκε στον…καναπέ του καλού του φίλου.
Τότε επισκέφθηκε πρώτη φορά τα παιδιά που πάσχουν από εγκεφαλική παράλυση στην έδρα της Εταιρείας που βρισκόταν εκείνη την εποχή στο Παγκράτι. Κι αυτά του έκαναν ένα δώρο, ένα φυλαχτό με μια γαλάζια πέτρα. Είναι αυτό το φυλαχτό-γούρι που φύλαξε στην τσέπη του ο ηθοποιός την βραδιά των Όσκαρ, απ’ όπου έφυγε μεγάλος θριαμβευτής με το Όσκαρ Ανδρικού Ρόλου, φυσικά για τον ρόλο του στο «Αριστερό μου πόδι». Την επόμενη μέρα τηλεφώνησε στην κ. Οικονόμου και της είπε «πες στα παιδιά τα καταφέραμε». Κι αυτή είναι μια ιστορία που κάθε φορά που την ακούμε, ζεσταίνει την ψυχή μας, και προκαλεί ακόμα μεγαλύτερο θαυμασμό για τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις.
Η ταινία «Anemone» θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες από την Tanweer