Σε ηλικία 80 ετών απεβίωσε ο Άλκης Γιαννακάς, ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς ηθοποιούς της χρυσής εποχής του ελληνικού σινεμά.
Ο θάνατός του επιβεβαιώθηκε από την σύντροφό του Κατερίνα στην εκπομπή «Πρωινό», με την κηδεία να έχει προγραμματιστεί για την Πέμπτη 16 Οκτωβρίου στο Ελληνικό.
Ο εμβληματικός «αντιήρωας» του λαϊκού κινηματογράφου
Ο Χρήστος (Άλκης) Γιαννακάς, γεννημένος το 1945 στην Αθήνα, αποτέλεσε μια μοναδική φιγούρα στον ελληνικό κινηματογράφο των δεκαετιών ’60 και ’70. Η χαρισματική του παρουσία και το μαγνητικό βλέμμα τον κατέστησαν σύμβολο του γοητευτικού “κακού χαρακτήρα” – του άνδρα που ισορροπούσε ανάμεσα στην επικινδυνότητα και την ευαισθησία.
Στα 18 του χρόνια έκανε τα πρώτα του βήματα στη μεγάλη οθόνη, κερδίζοντας ταχύτατα το ενδιαφέρον των σκηνοθετών. Οι πιο γνωστές του κινηματογραφικές εμφανίσεις περιλαμβάνουν ταινίες όπως «Το Ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη», «Μονεμβασιά», «Ένας Ντελικανής», «Η Ταξιτζού» και «Τα Μυστικά της Αμαρτωλής Αθήνας».
Από τα φώτα της δόξας στην ησυχία της καθημερινότητας
Μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο Γιαννακάς επέλεξε να απομακρυνθεί από τη δημοσιότητα, προτιμώντας μια γαλήνια ζωή μακριά από τα φώτα. Πέρασε τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής του δίπλα στη σύντροφό του Κατερίνα, η οποία μίλησε με συγκίνηση για τον χαμό του:
«Ήταν ένας καταπληκτικός άνθρωπος, συνυπήρξαμε υπέροχα για 25 ολόκληρα χρόνια. Διέθετε ανεξάντλητο χιούμορ και αγάπη για τη ζωή. Η απουσία του είναι τεράστια απώλεια για μένα. Προτιμούσε να μένει μακριά από τα κανάλια και τα σχόλια, καθώς του προκαλούσε ενόχληση η υπερβολική έκθεση».
Μια ανεπανάληπτη κληρονομιά
Ο Άλκης Γιαννακάς ανήκει στην κατηγορία εκείνων των ηθοποιών που διαμόρφωσαν τον μύθο του λαϊκού ελληνικού κινηματογράφου – αληθινοί, παθιασμένοι, με βάθος και ψυχή. Οι ερμηνείες του δεν αποτελούσαν απλώς υποκριτικές επιδόσεις, αλλά αντανακλούσαν μια Ελλάδα σε μετάβαση, μια κοινωνία που αναζητούσε ήρωες με ανθρώπινες αδυναμίες και γνησιότητα.
Αν και «ο όμορφος κακός» του ελληνικού σινεμά δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας, η κινηματογραφική του παρακαταθήκη παραμένει ανεξίτηλη στη μνήμη του κοινού και στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.