Ο Ουκρανός πρόεδρος επισκέπτεται την Ελλάδα, την ίδια στιγμή που στη χώρα του γίνονται συγκλονιστικές αποκαλύψεις για τη λεηλασία του δημόσιου χρήματος (και της διεθνούς βοήθειας) από στελέχη της κυβέρνησής του αλλά και κολλητούς του, όπως ο πολυεκατομμυριούχος Τιμούρ Μίντιτς.
Η επίσκεψη του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, πέρα από το διπλωματικό της περιεχόμενο, γίνεται αφορμή για να συζητηθεί ένα επιτακτικό κοινωνικό αίτημα: Η ελληνική κυβέρνηση να εξηγήσει με πλήρη διαφάνεια τι ακριβώς έχει παράσχει η χώρα μας στην Ουκρανία και τι προσδοκά να λάβει ως αντάλλαγμα. Η στήριξη προς ένα κράτος που δέχεται εισβολή -υποτίθεται ότι- αποτελεί μια θέση αρχής για την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία δηλώνει ότι έχει καλές σχέσεις με την… Τουρκία, η οποία εισέβαλε και κατέχει τμήμα της επικράτειας της Κύπρου.
Ωστόσο, αυτή η δήλωση πρόθεσης δεν μπορεί να λειτουργεί ως λευκή επιταγή, ειδικά όταν οι πολίτες βλέπουν καθημερινά το οικονομικό βάρος που πέφτει στις πλάτες τους να αυξάνεται και πληρώνουν τον λογαριασμό για τις δημόσιες σχέσεις του πρωθυπουργού με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε.
Η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει. Πόσα όπλα, ποιας αξίας και από ποια αποθέματα έστειλε στην Ουκρανία; Υπάρχει συμφωνία για αναπλήρωσή τους και, αν ναι, με ποιους όρους και ποιο χρονοδιάγραμμα; Ποιο είναι το συνολικό κόστος της ελληνικής συνεισφοράς όχι μόνο σε υλικό, αλλά και σε εκπαίδευση, τεχνική υποστήριξη ή πολιτική διευκόλυνση; Αυτά τα ερωτήματα είναι θεμελιώδη για κάθε κυβέρνηση που λογοδοτεί στους πολίτες της.
Το τοπίο φαντάζει ακόμη πιο θολό, αν εξετάσουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο καταλήγουν οι διεθνείς ενισχύσεις. Στην Ουκρανία έρχονται συνέχεια στο φως καταγγελίες και δημοσιογραφικές έρευνες που αφορούν προβλήματα διαφάνειας, κακοδιαχείρισης πόρων ή και υποθέσεις διαφθοράς σε κρατικές δομές. Παρότι η ουκρανική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει επανειλημμένα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων, το γεγονός ότι τέτοιες υποθέσεις συνεχίζουν να απασχολούν τον δημόσιο διάλογο διεθνώς δεν μπορεί να αγνοηθεί. Οταν μια χώρα βρίσκεται σε κατάσταση πολέμου και λαμβάνει τεράστιες ποσότητες βοήθειας, η απαίτηση για μηχανισμούς αυστηρού ελέγχου γίνεται ακόμη πιο επιτακτική.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η ευθύνη της Αθήνας: Η αποστολή αμυντικού υλικού και πόρων δεν πρέπει να γίνεται «εν λευκώ». Η Ελλάδα έχει καθήκον να διασφαλίσει ότι κάθε συνδρομή αξιοποιείται με τρόπο σύννομο, αποτελεσματικό και προς όφελος του σκοπού για τον οποίο δίνεται. Η κυβέρνηση οφείλει να παρουσιάσει συγκεκριμένα στοιχεία, να ενημερώσει ανοιχτά τη Βουλή και να αποδείξει ότι υπάρχουν εγγυήσεις σχετικά με τη χρήση του ελληνικού υλικού.
Αλλο πράγμα η αλληλεγγύη προς την Ουκρανία και άλλο η ενίσχυση των «μαύρων» ταμείων των δισεκατομμυριούχων κολλητών του Ζελένσκι, που την κοπανάνε από τη χώρα τους γιατί έγιναν αντιληπτές οι κομπίνες τους.


